Οι ανθρώπινες αισθήσεις έχουν βέβαια βιολογική διάσταση, αλλά ταυτόχρονα εκδηλώνονται στο πλαίσιο κοινωνικών δομών και σχέσεων. Επομένως, όσο κι αν στην καθημερινότητά μας εκλαμβάνουμε συνήθως τη λειτουργία τους ως «φυσιολογική» και αυτονόητη, τα προϊόντα τους επενδύονται με πολιτισμικές αξίες κι εντάσσονται σε κώδικες επικοινωνίας. Ας πάρουμε την περίπτωση της όσφρησης. H ίδια οσμή προσλαμβάνεται διαφορετικά ανάλογα με το κοινωνικά προσδιορισμένο περιβάλλον. Τουλάχιστον παλαιότερα, όταν οι διαφορές υπαίθρου – άστεως ήταν σημαντικές, στον αγροτικό χώρο η μυρωδιά της κοπριάς όχι μόνο εθεωρείτο δεδομένη, αλλά συμβόλιζε και την ανάπτυξη. Αντίθετα, στην πόλη προσλαμβάνεται δυσάρεστα, καθώς παραπέμπει στην αποσύνθεση. Για τους Ντάσανετς της Αιθιοπίας, που είναι κτηνοτρόφοι κατά κύριο λόγο, η μυρωδιά του κοπαδιού είναι ευχάριστη διότι παραπέμπει στη γονιμότητα και στην ευμάρεια. Ετσι, οι άντρες πλένουν τα χέρια τους με ούρα ζώων και αλείφουν το σώμα τους με κοπριά αγελάδας! Αντίστοιχα, οι γυναίκες τρίβουν μέρη του σώματός τους με βούτυρο -σύμβολο κι αυτό της γονιμότητας -ώστε να είναι περισσότερο επιθυμητές από τους άντρες.


Αν επομένως οι αισθήσεις εγγράφονται αναπόφευκτα σε πολιτισμικές πρακτικές και νοοτροπίες, τότε έχουν και τη δική τους (πολιτισμική) ιστορία. Μια ευσύνοπτη εκδοχή της ιστορίας της όσφρησης αφηγούνται οι καθηγητές κοινωνικών επιστημών Constance Classen, David Howes και Anthony Synnott στο ενδιαφέρον βιβλίο τους. Από τον 18ο αιώνα την πρωτοκαθεδρία των αισθήσεων καταλαμβάνει η όραση, η αίσθηση που πριμοδοτούν ο Διαφωτισμός, ο ορθός λόγος και η επιστήμη. H όσφρηση υποτιμάται. Θεωρείται ότι ταιριάζει στο «συναίσθημα», στα ζώα και στις… γυναίκες. Οι συγγραφείς καταδεικνύουν ότι δεν ήταν ανέκαθεν έτσι, ούτε ότι υπάρχει κάτι το «φυσικό» σε τέτοιου είδους επιλογές.


«Πώς είναι η μύτη σου;»


Αν είναι έτσι, μπορούμε λοιπόν να φανταστούμε την οργάνωση της κοινωνικής ζωής με κυρίαρχη αίσθηση αυτή της όσφρησης; Βεβαίως! Οι κάτοικοι των νησιών Ανταμάν μετρούν το πέρασμα του χρόνου με οσφρητικά κριτήρια. Εχουν ονοματίσει τις διάφορες περιόδους του έτους με βάση τα αρωματικά λουλούδια που ανθίζουν κάθε εποχή. Το ημερολόγιό τους είναι έτσι ένα ημερολόγιο οσμών. Ακόμη περισσότερο, θεωρούν ότι το προσδιοριστικό γνώρισμα της ζωτικής δύναμης όλων των όντων ενυπάρχει στην οσμή τους και ο κατά λέξη χαιρετισμός που απευθύνουν είναι «πώς είναι η μύτη σου;». H αφήγηση του βιβλίου οργανώνεται εύστοχα σε τρία μέρη: στο πρώτο εξετάζεται η όσφρηση στο παρελθόν των δυτικών κοινωνιών με έμφαση στον αρχαίο κόσμο, στο δεύτερο στις μη δυτικές κοινωνίες και στο τρίτο στον σύγχρονο κόσμο.


Αν θα έπρεπε να εντοπίσω μια σημαίνουσα διαφορά μεταξύ αρχαίων και σύγχρονων (Δυτικών), θα επέλεγα τις δημόσιες χρήσεις των οσμών. Στον αρχαίο κόσμο χρησιμοποιούνταν αρωματικές ουσίες σε δημόσιες εκδηλώσεις, όπως σε βασιλικές παρελάσεις, θρησκευτικές τελετές και θεάματα.


Ο συλλογικός αρωματισμός του χώρου ήταν μέσο μαζικής ψυχαγωγίας αλλά και παράγοντας συλλογικών ταυτίσεων. Σήμερα, αντίθετα, έχει επικρατήσει στον δημόσιο χώρο «οσφρητική ουδετερότητα» και ο αρωματισμός θεωρείται προσωπική υπόθεση· υπόθεση, βέβαια, κατεξοχήν της βιομηχανίας των αρωμάτων, της διαφήμισης και του καταναλωτισμού. H οσμή του σώματος του Αλλου -είτε με την έννοια του ξένου είτε με την έννοια του ανήκοντος σε διαφορετική κοινωνική ομάδα -είναι κάτι που διαχρονικά απασχολεί τους ανθρώπους και συχνά αποκτά ψυχολογικές και πολιτικές συνδηλώσεις. Από τις αναφορές του βιβλίου ξεχωρίζω ως την πλέον ευτράπελη -αν και ενδεικτική της σοβαρότητας του ζητήματος -την παρακάτω. Το 1709 ένας γάλλος αρωματοποιός πρότεινε να υπάρχει ξεχωριστό άρωμα για κάθε κοινωνική τάξη: ένα βασιλικό άρωμα για την αριστοκρατία, διαφορετικό για την αστική τάξη, ενώ για τον «λαουτζίκο» πρότεινε απλώς ένα… απολυμαντικό! vand@ath. forthnet.gr