Την 11η Σεπτεμβρίου 2001 συνέβη ένα γεγονός που άλλαξε τον κόσμο σε σημείο ώστε, όταν αναφερόμαστε σε αυτό, να γράφουμε το πρώτο γράμμα της λέξης «γεγονός» με γάμμα κεφαλαίο. Ο Παναγής Παναγιωτόπουλος (λέκτωρ Σύγχρονης Πολιτικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης) ισχυρίζεται ότι με εκείνη την επίθεση άλλαξε η «σχέση του υποκειμένου με τον χρόνο» γιατί οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να προβλέψουν καθόλου τις συνέπειες που θα προέκυπταν (σελ. 34). H αδυναμία ένταξης του Γεγονότος σε κάποια αλυσίδα συνεπειών οφειλόταν στο ότι επρόκειτο για μια προ-πολιτική μορφή βίας. H βία της αυτοκτονικής επίθεσης με αεροπλάνα γεμάτα επιβάτες σε δύο πολυσύχναστους ουρανοξύστες ήταν πρωτόγνωρη. Ο συγγραφέας την ονομάζει «βαναυσότητα» και τη θεωρεί «προ-πολιτική» γιατί δεν εντάσσεται σε οποιαδήποτε πολιτική αντιπαράθεση (σελ. 88-89). H βαναυσότητα δεν έχει τα χαρακτηριστικά της βίας που ασκεί ένα επαναστατικό κίνημα ή ακόμη και μια τρομοκρατική ομάδα, γιατί σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει κάποιος πολιτικός σχεδιασμός (η κατάληψη της πολιτικής εξουσίας, η αφύπνιση των μαζών κτλ.).


Παραμόρφωση και πολιτική


Αφετηρία της ανάλυσης του Παναγιωτόπουλου είναι τρεις παραδοχές: α) η επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου «επανέφερε το πρόβλημα της βίας στην καρδιά των δυτικών κοινωνιών», β) «επικαιροποίησε» τη σχέση πολέμου και πολιτικής και γ) πριμοδότησε τον πρώτο έναντι της δεύτερης με την έννοια ότι υποβάθμισε την πολιτική σε «μηχανισμό διοίκησης του πολέμου» (σελ. 23). Με βάση αυτές τις παραδοχές απορρίπτονται η προσέγγιση του M. Ωζέ (η επίθεση ως παραγωγός ενός «συναισθήματος κοσμοϊστορικής αλλαγής»), η κοινωνιολογική προσέγγιση (η επίθεση ως αποτέλεσμα του μίσους των φτωχών εναντίον των πλούσιων λαών), η τεχνολογική – ντετερμινιστική προσέγγιση (η επίθεση ως ένα ισχυρό ενδεχόμενο της τεχνολογικής κυριαρχίας της Δύσης επάνω στον πλανήτη – η Δύση έχει τεχνικά μέσα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν και εναντίον της), η προσέγγιση του P. Ζιράρ (η επίθεση ως αποτέλεσμα της ανταγωνιστικής μίμησης εκ μέρους άλλων πολιτισμών που δεν θέλουν γενικά να συγκρουστούν με τον δυτικό αλλά να εξομοιωθούν με αυτόν καταστρέφοντάς τον) και η μηδενιστική προσέγγιση (η επίθεση ως πραγμάτωση μιας λατρείας για τον θάνατο).


Ο Παναγιωτόπουλος προβάλλει μια άλλη, πολυεπίπεδη προσέγγιση, την οποία αποκαλεί «μορφολογική». H επίθεση ήταν μια απομίμηση των ταινιών καταστροφής του Χόλιγουντ και γι’ αυτό τις πρώτες ώρες μας φάνηκε απίστευτη και ταυτόχρονα οικεία. Οι θύτες ενδιαφέρονταν κυρίως να παραμορφώσουν ένα από τα σύμβολα της Δύσης, το κέντρο του Μανχάταν. «Το Γεγονός παραμορφώνοντας την Αμερική άλλαξε την όψη του κόσμου» (σελ. 59). H μορφολογική προσέγγιση δεν είναι «θεαματο-κεντρική» αλλά «επιτευγματική». Το επίτευγμα του Μπιν Λάντεν είναι ότι διέσπασε «μια από τις πιο ισχυρές συμβάσεις του νεοτερικού πολιτισμού: την ασυλία της τέχνης να μετέρχεται βιαίων μέσων και τη δικαιοδοσία των θεσμών να απαιτούν την περιχαράκωση της βίας στις φυλακές της αφήγησης» (σελ. 98).


H μορφολογική προσέγγιση επεκτείνεται και στην απάντηση της Δύσης στην επίθεση. H απάντηση είναι μάλλον ένας «διαρκής πόλεμος» παρά μια «επιχείρηση αντιποίνων» (σελ. 86). Ετσι ένα γεγονός που κατά τον συγγραφέα ήταν «α-πολιτικό», μια «ιδιωτική αυθαιρεσία» (σελ. 146 και 154), γιατί δεν συνδέεται με συγκεκριμένες διεκδικήσεις, στρατηγικό σχέδιο ή πολιτικά αιτήματα, οδήγησε σε μια υπερ-πολιτικοποιημένη αντίδραση, στην «επιστροφή της Μεγάλης Πολιτικής», η οποία αφορά την «ελευθερία και τη χειραγώγηση, την ειρήνη και τον πόλεμο, τη ζωή και τον θάνατο των ανθρώπων» (σελ. 87). H πολιτική «στρατιωτικοποιήθηκε».


Αρετές και αδυναμίες


H προσέγγιση του Παναγιωτόπουλου έχει προφανείς αρετές. «Διαβάζει» τα γεγονότα με καινούργιο τρόπο, θέτει ενδιαφέροντα ερωτήματα και μας υπενθυμίζει ότι ο πόλεμος και η πολιτική είναι οι άκρες ενός και του αυτού φάσματος. Επιπροσθέτως ο συγγραφέας γράφει γοητευτικά. Ο αναγνώστης, παρασυρόμενος από το γοητευτικό ύφος, μπορεί να αγνοήσει τις αδυναμίες του. Κυριότερη αδυναμία είναι η υποστασιοποίηση του Γεγονότος, το οποίο λαμβάνει σχεδόν ανθρωπομορφικές διαστάσεις και επιτελεί πλήθος λειτουργιών. Λείπουν, δηλαδή, από την ανάλυση τα κοινωνικά υποκείμενα (κοινωνικά κινήματα, MME, κοινή γνώμη κ.ά.) που εξέλαβαν το Γεγονός με τον έναν ή τον άλλον τρόπο και αντέδρασαν αναλόγως. Κυρίως λείπει η οπτική των πρωταγωνιστών. Πώς μπορεί κανείς να καταλάβει το Γεγονός αν δεν το εντάξει στο ιδεολογικό πλαίσιο μιας εκδοχής του πιο μαχητικού Ισλάμ; (Στο βιβλίο ο Μπιν Λάντεν αναφέρεται για πρώτη φορά στη σελ. 97.)


Αλλη αδυναμία είναι η αδιαμεσολάβητη μετάβαση από το αναλυτικό επίπεδο στο οποίο συνέβη το γεγονός (ξένη επίθεση κατά αμάχων στο έδαφος των ΗΠΑ) στο επίπεδο της ανασυγκρότησης του πολιτικού συστήματος όλων των κοινωνιών γενικά. Ο συγγραφέας μεταβαίνει πολύ γρήγορα από το ένα επίπεδο στο άλλο, ενώ το εμπειρικό υλικό του αφορά την πρόσληψη του Γεγονότος από γαλλόφωνους κυρίως διανοουμένους. Τρίτη αδυναμία είναι η απουσία ενός συστηματικού πανοράματος των ερμηνειών που δόθηκαν στο Γεγονός, ιδίως στις ΗΠΑ, τον τόπο της επίθεσης. Σε ό,τι αφορά την Ευρώπη ο Παναγιωτόπουλος γνωρίζει τη σχετική συζήτηση αλλά κάποτε την υπαινίσσεται σε υποσημειώσεις ή την προσπερνά απαξιωτικά. (Οι αναλύσεις του A. Γκίντενς χαρακτηρίζονται «αφελείς» και εκείνες του Π. Ασνέρ «επιπόλαιες».)


Μολαταύτα, πρέπει να σημειώσουμε ότι ως πρόσφατα η ελληνική επιστημονική παραγωγή περιοριζόταν συχνά σε ελληνοκεντρικά βιβλία για την πολιτική και την κοινωνία. Οι νεότεροι δεν γράφουν μόνο για την Ελλάδα αλλά συμμετέχουν με αξιώσεις σε παγκόσμιες συζητήσεις. Τυπικό δείγμα είναι το βιβλίο του Παναγιωτόπουλου, ο αναγνώστης του οποίου καλείται να σκεφθεί νέες έννοιες (βαναυσότητα, επίτευγμα), διεθνή ερωτήματα («ποια αντι-βία οφείλει να παρατάξει η πολιτική δημοκρατία απέναντι στις απειλές της νέας αυτής απολιτικοποιημένης βίας;»), καθώς και το σημαντικό δίλημμα ανάμεσα στην αποφευκτέα μετατροπή των πολιτών σε πολεμιστές από τη μια μεριά και στην επιθυμητή συμμετοχή τους σε μια πλουραλιστική δημοκρατία από την άλλη.


Ο κ. Δημήτρης A. Σωτηρόπουλος είναι επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.