Παραδόξως οι εκδοτικοί οίκοι εκδίδουν βιβλία για τη δημοκρατία. «Παραδόξως» γιατί η δημοκρατία έχει εξαπλωθεί στις περισσότερες χώρες του κόσμου και στην εποχή μας αμφισβητείται λιγότερο από οποτεδήποτε άλλοτε. Τι σημαίνει η συνεχιζόμενη έκδοση βιβλίων για τη δημοκρατία; Ενώ η συνολική κριτική για τη δυτική δημοκρατία έσβησε σε δύο χρόνους, κατ’ αρχάς με την ήττα του φασισμού το 1945 και ύστερα με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού στα τέλη της δεκαετίας του 1980, η κριτική για τις επί μέρους αδυναμίες του δημοκρατικού πολιτεύματος συνεχίζεται αμείωτη. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η τελευταία μονογραφία του Π.-Α. Ταγκιέφ, διευθυντή Ερευνών στο γαλλικό Εθνικό Ιδρυμα Επιστημονικών Ερευνών (CNRS) και συγγραφέα πολλών βιβλίων και άρθρων για τη Δεξιά και τον ρατσισμό.


Κύρια θέση του συγγραφέα είναι ότι η παγκοσμιοποίηση αποδομεί το κράτος-έθνος και βλάπτει τη δημοκρατία, το μόνο ασφαλές κέλυφος της οποίας είναι η εθνική κοινότητα. Αυτή η πολιτική θέση είναι κοινότοπη. Ο Ταγκιέφ συντάσσεται με εκείνους τους διανοητές που έχουν επισείσει παρόμοιους κινδύνους (π.χ., τον Μπ. Μπάρμπερ στο Ο κόσμος των Mac κόντρα στους Τζιχάντ: Η παγκοσμιοποίηση και ο φονταμενταλισμός εχθροί της δημοκρατίας και της ελευθερίας, εκδόσεις Καστανιώτη, 2001). Σε τι συνίσταται λοιπόν η πρωτοτυπία του Ταγκιέφ; Η συμβολή του έγκειται στην ανίχνευση δύο ρευμάτων που κατά τη γνώμη του υποσκάπτουν τη δημοκρατία. Το πρώτο ρεύμα είναι η ταυτόχρονη και ομοιόμορφη σε όλες τις χώρες ανάδυση του οικονομικού και του τεχνολογικού εκσυγχρονισμού. Το δεύτερο είναι ο κατακερματισμός των κοινωνιών σε επί μέρους συλλογικότητες (κοινωνικές κατηγορίες, μειονότητες κ.ά.), η καθεμιά από τις οποίες συγκροτεί τη δική της ιδιαίτερη ταυτότητα και ιεραρχεί τις αξιώσεις της πάνω από το γενικό συμφέρον. Ο Ταγκιέφ δυστυχώς χρησιμοποιεί πολλούς νεολογισμούς. Π.χ., θεωρεί ότι η παγκοσμιοποίηση προκαλεί «τροχαδισμό» ή «κινησισμό» («bougisme»), δηλαδή την «αέναη κίνηση προς τα εμπρός με διαρκώς μεγαλύτερη επιτάχυνση» (σ. 17), και ότι η δημοκρατία έχει αλλοτριωθεί από τον λόγο του «δημοκρατισμού». Αυτός συνίσταται στην «απατηλή ρητορεία που συνεπάγεται μια ιδεολογική απόκρυψη της εισόδου στη μεταδημοκρατική κοινωνία, η οποία χαρακτηρίζεται από την εξάλειψη της φυσιογνωμίας του πολίτη προς όφελος εκείνης του καταναλωτή και του μετόχου» (σ. 18).


Το πρώτο μέρος του βιβλίου αφορά κυρίως την παγκοσμιοποίηση. Σε αυτό το μέρος ο συγγραφέας περισσότερο δηλώνει με ρητορικό και δηκτικό ύφος παρά πείθει με επιχειρήματα ότι η παγκοσμιοποίηση είναι καταστροφική για τη δημοκρατία και το κράτος-έθνος. Επιτίθεται κατά της «παγκοσμιωτικής («globalitaire», δηλαδή «global» και «totalitaire») νέας τάξης», η οποία σχεδιάζει έναν «αποστειρωμένο μετα-εθνικό κόσμο, χωρίς κυριαρχίες και χωρίς εδάφη» (σ. 87). Η κριτική του Ταγκιέφ συμπαρασύρει γνωστούς γάλλους διανοουμένους όπως οι Α. Μινκ, Ο. Ντιαμέλ, Α. Τουρέν και Ζ.-Μ. Κολομπανί, πολιτικούς ηγέτες όπως οι Μ. Ροκάρ και Λ. Ζοσπέν, φιλοσόφους όπως ο Τ. Τέιλορ και Ζ. Χάμπερμας, αλλά και το Διαδίκτυο, το οποίο «καθιστά εφικτή την εμφάνιση μιας μεγα-κοινωνίας ελέγχου και επιτήρησης» (σ. 89). Τέτοια προκατειλημμένα σχόλια εναντίον των νέων τεχνολογιών είναι διάσπαρτα στο βιβλίο.


Το δεύτερο μέρος περιστρέφεται γύρω από το κλασικό ερώτημα της σύγχρονης πολιτικής επιστήμης: Είναι άραγε η δημοκρατία μια μέθοδος επιλογής της ηγεσίας μιας κοινωνίας ή είναι μια κοινότητα πολιτών; Στην πρώτη περίπτωση πρόκειται απλώς για μια διαδικασία εναλλαγής κυβερνήσεων στην εξουσία. Στη δεύτερη, για κάτι το ευρύτερο, δηλαδή για μια συλλογικότητα τα μέλη της οποίας συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεων μέσα από μια δημόσια δραστηριότητα. Ο Ταγκιέφ υιοθετεί τη δεύτερη άποψη αλλά εννοεί τη συλλογικότητα αποκλειστικά ως έθνος: «Το πεπρωμένο της ενεργού δημοκρατίας μού φαίνεται συνδεδεμένο για πολύ καιρό (…) με αυτό του πολιτειακού έθνους». Απεύχεται, δηλαδή, την εμπέδωση της δημοκρατίας σε ευρύτερα σύνολα, όπως στην Ευρωπαϊκή Ενωση, στην οποία άλλωστε αφιερώνει λίγα, και μάλιστα ιδιαιτέρως επιφυλακτικά, σχόλια. Το όραμά του είναι ένα περισσότερο συμμετοχικό δημοκρατικό πολίτευμα, το οποίο δεν θα περιορίζεται στην απλή εναλλαγή των ελίτ στην εξουσία ούτε όμως θα επιτρέπει την άνοδο των «ταυτοτικών και/ή κοινοτικών διεκδικήσεων» (σ. 19). Σκοπός του είναι «μια συμμαχία ανάμεσα στην παράδοση του πολιτειακού ρεπουμπλικανισμού και στο οικολογικό σχέδιο» (σ. 38).


Από τα παραπάνω παραθέματα γίνεται φανερό ότι το έργο του μεταφραστή ήταν πολύ δύσκολο. Παρά κάποιους γαλλισμούς, το ολοκλήρωσε με επιτυχία. Στις υποσημειώσεις προσέθεσε σχεδόν όλες τις ελληνικές εκδόσεις των ξένων βιβλίων στα οποία παραπέμπει ο συγγραφέας και στο τέλος παρέθεσε «Σημείωμα του μεταφραστή», στο οποίο εξηγεί τις μεταφραστικές επιλογές του. Αστόχησε, νομίζω, μόνο σε λίγες περιπτώσεις. Ο όρος «societe civile» δεν αποδίδεται καλά ως «ιδιωτιακή κοινωνία» ούτε το επίθετο «plurier» ως «πλουραλικός». Ο όρος «citoyennete» έχει επικρατήσει να μεταφράζεται «ιδιότητα του πολίτη» και όχι «πολιτιότητα» (παρά τις αντιρρήσεις του μεταφραστή) και ο όρος «sustainaible development» «βιώσιμη» και όχι «ανθεκτική» ανάπτυξη. Συνολικά η ελληνική έκδοση είναι προσεγμένη, με ενδιαφέρον εξώφυλλο και λίγα τυπογραφικά λάθη.


Το βιβλίο αυτό θα μπορούσε να γίνει το ευαγγέλιο των αντι-εκσυγχρονιστών και των οπαδών της διατήρησης του κράτους-έθνους όπως το ξέραμε στον 20ό αιώνα. Θα μπορούσε να θεωρηθεί το ένα, πολύ παραδοσιακό, αριστερό άκρο του βιβλιογραφικού φάσματος για την παγκοσμιοποίηση. Το άλλο άκρο είναι Το Lexus και η ελιά του Θ. Λ. Φρίντμαν (εκδόσεις Ωκεανίδα, 2001), ένα κοινωνικά αναίσθητο έργο υπέρ της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Ωστόσο το βιβλίο του Ταγκιέφ αποτελεί παράδειγμα του πώς η ενδιαφέρουσα διατύπωση ενός αιτήματος μπορεί να συνοδεύεται από μια αδιάφορη και συντηρητική λύση. Γι’ αυτό συγκρατώ μόνον το αίτημά του «να μην παραιτηθούμε από την αναζήτηση μιας δημοκρατίας χωρίς καπιταλιστική εκμετάλλευση, τον ουτοπικό ορίζοντα που δίνει το έσχατο νόημά της στη ρεπουμπλικανική στράτευση» (σ. 147).


Ο κ. Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.