«Η αλήθεια είναι ότι είχα ένα μόνιμο σύντροφο στο δωμάτιό μου ­ και μάλιστα καθόλου διακριτικό.
Καναδέζικο ουίσκι, μισό μπουκάλι την ημέρα. 1970. Οικονομική κρίση επί Νίξον. (…) Εκανα διάφορες δουλειές του ποδαριού ­ που καμιά τους δεν κράτησε πολύ. Τα βράδια όμως έπαιρνα τον αυτοκινητόδρομο και διέσχιζα τα παλιά πεδία των μαχών και τις φάρμες του Μέριλαντ. Ετρεχα με μια Μάστανγκ του ’65 ­ κι όσο υπήρχε βενζίνη για τ’ αμάξι μου και ουίσκι για μένα, οι νύχτες πέρναγαν. Επαιρνα σαν βολίδα τις στροφές, ξέροντας ότι μία μόνο κίνηση του τιμονιού θα ήταν αρκετή ­ κι όμως κάποια… αντανακλαστικά έμπαιναν σε λειτουργία κάθε φορά. Τα χέρια στο τιμόνι στις ώρες τρεις κι εννιά ­ δεν πήρα ούτε μία κλήση ποτέ. Είχα καλό δάσκαλο».


Το Μικρό έχει φθάσει πια τα 40. Φαίνεται πιο ήρεμη τώρα από ό,τι στα 17 της, τα πρόσωπα όμως που κατοικούν στη μνήμη της τη βασανίζουν ακόμη. Εισβάλλουν στο παρόν της με τρόπο απροσδόκητο, όπως απροσδόκητα είναι και τα πισωγυρίσματα του μυαλού της στο θεατρικό έργο όπου πρωταγωνιστεί ή, σωστότερα, ψυχαναλύεται: το «Πώς έμαθα να οδηγώ» της Αμερικανίδας Πόλα Βόγκελ που ανεβαίνει την Τετάρτη στην Κεντρική Σκηνή του Απλού Θεάτρου σε απόδοση και σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη.


«Πρόκειται για ένα κορίτσι χωρίς όνομα» λέει προς «Το Βήμα» η Γεωργία Αποστόλου που υποδύεται το Μικρό στην παράσταση. «Το παρατσούκλι τής το δίνουν χωρίς να τη ρωτήσουν. Το όνομά της δεν το μαθαίνουμε ποτέ». Μαθαίνουμε όμως το όνομα του θείου της, Πεκ, που είναι ερωτευμένος μαζί της. «Η σχέση τους», συνεχίζει η ηθοποιός, «ξεκίνησε στη διάρκεια ενός μαθήματος οδήγησης από μία πράξη που δεν ήταν ακριβώς βιασμός αλλά που δεν της συνέβη με τη θέλησή της. Ο έρωτας που νιώθει γι’ αυτόν είναι κάτι ανάμεσα στην ενστικτώδη έλξη και στον φόβο». Πάνω από όλα, όμως, πρόκειται για ένα έργο μνήμης: «Το Μικρό επιστρέφει με φοβερή ταχύτητα στην ηλικία των 11, των 13, των 15. Το μυαλό της λειτουργεί συνειρμικά, γεγονός που με γοήτευσε αλλά και με δυσκόλεψε». Πώς κατάφερε να αποκωδικοποιήσει μια 25χρονη ηθοποιός με μικρή πείρα στη σκηνή την πορεία μιας γυναίκας από τα χρόνια της εφηβείας ως τα χρόνια της ωριμότητάς της; «Για να την ακολουθήσω μετά τα 30 της βούτηξα σε εκείνες τις στιγμές της ζωής μου που κουβαλούσαν μια σοφία, μια κούραση και παράλληλα μια αποστασιοποίηση από τα πράγματα» μας απαντά και δίνει τον λόγο στον Γιώργο Κέντρο που ερμηνεύει τον θείο Πεκ στην παράσταση: «Οταν πρωτοδιάβασα το κείμενο, φαινόταν εύκολο. Οσο όμως το ξεφλούδιζες έβλεπες τις ποικίλες διαστάσεις του. Ο Πεκ π.χ. ακροβατεί ανάμεσα στην καθημερινή πραγματικότητα που τον θέλει αγαπητό και ζεστό και στην εσωτερική πραγματικότητα που τον βασανίζει. Η τραγική διάστασή του βρίσκεται στο γεγονός ότι από τα παιδικά του χρόνια φέρνει τη σφραγίδα της μοίρας του».


Εργο γρήγορο, με γραφή κινηματογραφική, το «Πώς έμαθα να οδηγώ» πήρε το βραβείο Πούλιτζερ για το 1998 ενώ προηγουμένως είχε βραβευθεί με τα βραβεία Κριτικών της Νέας Υόρκης, Λουσίλ Λορτέλ, Drama Desk και Obie. Αμεσο και καθημερινό το θέμα της 47χρονης Αμερικανίδας, όπως και τα θέματα όλων των έργων της ­ το «The Oldest Profession» (1981) ασχολείται π.χ. με την πορνεία ενώ το «The Baltimore Waltz» (1992) με το AIDS ­, εστιάζει στο ταμπού των αιμομεικτικών σχέσεων αλλά και της παιδοφιλίας που κρύβονται συχνά στις σκοτεινές σελίδες των οικογενειών. Η Βόγκελ βέβαια δεν μένει μόνο σε αυτό. «Χωρίς να αρνούμαι ή να ξεχνώ τον πραγματικό πόνο», σημειώνει η συγγραφέας, γνωστή στην Ελλάδα από το έργο της «Δυσδεμόνα, έργο για ένα μαντίλι» που ανέβηκε πριν από ένα χρόνο στο Θέατρο της οδού Κεφαλληνίας, «ήθελα να γράψω για τα ξεχωριστά δώρα που μπορεί να δεχθεί κάποιος μέσα από μια δυσάρεστη εμπειρία. Το έργο μου δραματοποιεί τα «κέρδη» που εισπράττουμε από εκείνους που μας πληγώνουν». Ενα ακόμη έργο λοιπόν προκλητικό στη θεματική του; «Οχι. Δεν είναι προκλητικό το έργο. Τολμηρό ναι. Γιατί είναι με το μέρος των ανθρώπινων συναισθημάτων, της ανθρώπινης ευαισθησίας και αδυναμίας. Γι’ αυτό άλλωστε μας αφορά» αντιτείνει η Γεωργία Αποστόλου, που πέρυσι είχε την πρώτη της επαφή με την αμερικανική δραματουργία παίζοντας στα «Αμερικανικά μπλουζ» του Τενεσί Γουίλιαμς. «Υπάρχει μια συνέχεια στην αμερικανική ψυχή. Ο Πεκ και το Μικρό θα μπορούσαν να είναι και ήρωες του Γουίλιαμς. Δύο άνθρωποι που προσπαθούν να έρθουν σε επαφή και ένα κοινωνικό περιβάλλον που τους εμποδίζει. Και στη Βόγκελ υπάρχει ο αλκοολισμός, υπάρχουν οι τάσεις φυγής, υπάρχει η προσπάθεια επικοινωνίας».


Η γραφή βέβαια είναι διαφορετική και στην περίπτωση της Βόγκελ μάς ανάγει στη λογική του κινηματογράφου και του βιντεοκλίπ. «Η σύγχρονη αμερικανική δραματουργία δυσκολεύει τον ηθοποιό» λέει ο Γιώργος Κέντρος που ανίχνευσε τους κώδικές του πριν από έξι χρόνια στο θέατρο «Εμπρός» με τον «Αμερικανικό βούβαλο» του Ντέιβιντ Μάμετ. «Στην αρχή έχεις την εντύπωση ότι διαβάζεις σενάριο τηλεοπτικό. Είναι εύκολο να πέσεις στην παγίδα και να μείνεις σε αυτή την πρώτη εντύπωση. Για να μπορέσει ο ηθοποιός να την αποφύγει πρέπει να δώσει υπόσταση στο σώμα του ελλειπτικού λόγου μέσα από την ενεργοποίηση της φαντασίας και της αυτοσχεδιαστικής ικανότητάς του».


Το «Πώς έμαθα να οδηγώ» ανεβαίνει την Τετάρτη στην Κεντρική Σκηνή του Απλού Θεάτρου, σε απόδοση-σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη. Σκηνικά-κοστούμια: Γιώργος Πάτσας. Παίζουν: Γιώργος Κέντρος, Γεωργία Αποστόλου, Μαρία Κατσανδρή, Φώτης Κέπελης, Φαίδρα Δρούγκα.