Το σώμα του άτυχου Παύλου Μπακογιάννη κειτόταν ήδη στο έδαφος όταν ο 30χρονος αδύνατος άνδρας που τον είχε πυροβολήσει τέσσερις φορές τον πλησίασε και του έριξε τη χαριστική βολή με το «καλό» του χέρι. Το «καλό» χέρι του Δημήτρη Κουφοντίνα είναι εκείνο που κινεί πιο δύσκολα, εκείνο που έχει καεί και αυτό το χέρι θα γίνει η… κινητήρια δύναμη των δαιμόνων του: το δεξί του χέρι. Η περιγραφή της δολοφονίας του Παύλου Μπακογιάννη έγινε στην κυρία Ντόρα Μπακογιάννη από τον εισαγγελέα κ. Γιάννη Διώτη πριν από μερικές ημέρες, με βάση τα στοιχεία των καταθέσεων των μελών της 17Ν και τα ευρήματα των εργαστηρίων. Η περιγραφή δημιούργησε στην κυρία Μπακογιάννη και στα παιδιά της ένα τεράστιο «γιατί;». Το «γιατί» απευθύνεται σε όλους τους δράστες της δολοφονίας (τον Σάββα Ξηρό και τον Ηρακλή Κωστάρη) αλλά ειδικότερα στον άνθρωπο της «χαριστικής βολής». Γιατί ο Δημήτρης Κουφοντίνας πυροβολεί έναν άνθρωπο που είναι ήδη νεκρός; Ποιος είναι ο Δημήτρης Κουφοντίνας;


Το παιδί από την Τερπνή Σερρών θα έχει μια φυσιολογική ζωή ως την εφηβεία του που συμπίπτει με την ταραγμένη μεταπολίτευση. Τότε θα ενταχθεί στη μαθητική οργάνωση του ΠαΣοΚ, ΠΑΜΚ, της περιοχής Γκύζη αλλά δεν θα πάψει, σε κάθε φάση της ζωής του, να θεωρεί τον εαυτό του μαρξιστή-λενινιστή. Ο Ανδρέας Παπανδρέου θεωρείται από τον έφηβο μαθητή «δεξιός» και ο «ένοπλος αγώνας» απαραίτητη προϋπόθεση για τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Παίρνει μέρος στις πρώτες γεμάτες ένταση πορείες του Πολυτεχνείου και δεν μένει αδιάφορος στα συνθήματα των οργανώσεων της άκρας Αριστεράς, όχι τόσο των τροτσκιστών όσο των μαοϊκών ΕΚΚΕ και ΚΚΕ (μ-λ).


«Πίσω από το ήσυχο πρόσωπο και τους χαμηλούς τόνους υπήρχε μια μόνιμη οργή που ορισμένες φορές έμοιαζε με μίσος» λέει ένα μέλος του ΠαΣοΚ στην οργάνωση του Γκύζη που γνώριζε τον Κουφοντίνα και θέλει να παραμείνει ανώνυμο.


Οι γονείς του αντιμετωπίζουν προβλήματα με ένα παιδί που περνά δύσκολη εφηβεία. Ο νεαρός Κουφοντίνας αισθάνεται μειονεκτικά εξαιτίας μιας κινητικής δυσκολίας που έχει στο «καλό» του χέρι. «Αυτό θα διαμορφώσει και τη συμπεριφορά του, θα προσπαθήσει να αποδείξει όχι μόνο ότι είναι σαν τους άλλους αλλά και λίγο παραπάνω από αυτούς» λέει ένας συγγενής του που θέλει επίσης να παραμείνει ανώνυμος.


Ο Κουφοντίνας εγκαταλείπει το ΠαΣοΚ το 1977, στις διαγραφές των ομάδων των «μαρξιστών-λενινιστών» (χαρακτηρισμός που περιελάμβανε και τους τροτσκιστές), η πολιτική συμπεριφορά των οποίων «εμπόδιζε» το Κίνημα να πάρει τα χαρακτηριστικά του «κόμματος εξουσίας».


Η «προδοσία της ηγεσίας» για τον Κουφοντίνα, αλλά και για άλλους, είναι πλέον αποδεδειγμένη.


Ο Στέφανος Τζουμάκας, ένας από τους καθοδηγητές τότε της νεολαίας του ΠαΣοΚ, θυμάται ότι «γινόταν τότε ιδεολογικός πόλεμος μέσα στις οργανώσεις» με ανθρώπους που χαρακτηρίζει «σταλινικούς και εισοδιστές».


Αλλά οι επιλογές του Κουφοντίνα δεν έχουν σχέση μόνο με το πώς βιώνει τον μετασχηματισμό του ΠαΣοΚ σε κόμμα εξουσίας. Ισως από όλα τα μέλη της 17Ν να αποτελεί την πιο τυπική ενσάρκωση της σχιζοειδούς προσωπικότητας στη μεγαλούπολη. Ενα χρόνο μετά την αποχώρησή του από την ΠΑΜΚ είναι πια φοιτητής στη Νομική Σχολή (Οικονομικό Τμήμα) και μέλος της σπουδαστικής παράταξης του ΚΚΕ (μ-λ), της ΠΠΣΠ. Στον νέο του «πολιτικό χώρο» αισθάνεται πιο άνετα καθώς η αποδοχή της βίας «ως εργαλείου ενός επαναστατικού μαζικού κινήματος» βρίσκεται μέσα στις θεωρητικές επιλογές της καινούργιας πολιτικής του οικογένειας. Αλλά και σε αυτό το σχήμα ο Κουφοντίνας θα βιώσει την πολιτική ως προδοσία. Η αντιπαράθεση με την κυβέρνηση Καραμανλή για τον φοιτητικό νόμο 815 θα ριζοσπαστικοποιήσει όσους ακολουθούν τις οργανώσεις της άκρας Αριστεράς. Τον Νοέμβριο του 1979 στην επέτειο του Πολυτεχνείου γίνονται άγριες συγκρούσεις των οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς με τους φοιτητές της ΚΝΕ βασικά αλλά και της νεολαίας ΠαΣοΚ. Στις 4 Δεκεμβρίου αρχίζει η κατάληψη του Χημείου εναντίον του νόμου 815.


* Η ώρα της ένοπλης δράσης


Στις 11 Δεκεμβρίου καταλαμβάνεται η Νομική. Ο Κουφοντίνας διαδηλώνει με άλλα 2.000 άτομα στη Φυσικομαθηματική με συνθήματα: «Λευτεριά στους πολιτικούς κρατούμενους», «ΚΝΕ-ΠαΣοΚ πουλάνε τους αγώνες», «Εμπρός για καταλήψεις στα εργοστάσια».


Με την έλευση των Χριστουγέννων του ’79 οι καταλήψεις «σβήνουν».


Η επόμενη μεγάλη σύγκρουση για τον Κουφοντίνα έρχεται τον Νοέμβριο του 1980. Πρωθυπουργός είναι ο Γεώργιος Ράλλης και οι οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς βρίσκονται «επί ποδός πολέμου». Το ΚΚΕ (μ-λ) γράφει καλώντας σε πορεία στην αμερικανική πρεσβεία: «Η κυβέρνηση ξεπουλά τη χώρα και απαγορεύει το δικαίωμα της πορείας στην αμερικάνικη πρεσβεία. Η αντιπολίτευση υποχωρεί – εν ονόματι του ήπιου κλίματος – γιατί η λύση για κάθε πρόβλημα είναι οι… εκλογές, όπου επιδιώκει να εξαργυρώσει τη «μετρημένη στάση» της με περισσότερους ψήφους, στο όνομα μιας αλλαγής μέσα από τις κάλπες… Ομως η λύση είναι ο κάθε δημοκράτης να αντισταθεί έμπρακτα στην κρατική τρομοκρατία, όχι διπλώνοντας τις σημαίες του Νοέμβρη και μετατρέποντάς τον σε ανώδυνο μνημόσυνο, αλλά εκφράζοντας αγωνιστικά την αντίθεσή του με το κράτος της Δεξιάς – το κράτος του ξεπουλήματος της χώρας, της λιτότητας και της τρομοκρατίας – με τη συμμετοχή του στην πορεία».


Η προσπάθεια του μπλοκ της άκρας Αριστεράς να διασπάσει τις αλυσίδες της Αστυνομίας για να φθάσει στην αμερικανική πρεσβεία οδηγεί σε σύγκρουση με τα ΜΑΤ. Οι αριστεριστές βιώνουν εκείνη τη σύγκρουση σαν ολοκληρωτική ήττα. Οι αλυσίδες στην κεφαλή της διαδήλωσης στην αρχή αντέχουν στην πίεση της σύγκρουσης αλλά το πλήθος πίσω από αυτές τρέπεται σε φυγή. Γίνονται μάχες σώμα με σώμα και γρήγορα και οι πρώτες σειρές διαλύονται από τις επιθέσεις της Αστυνομίας.


Στις 10 το βράδυ της ίδιας ημέρας ο Ανδρέας Παπανδρέου κάνει την εξής δήλωση: «Μικρές ομάδες ανευθύνων στοιχείων και προβοκατόρων άγνωστης και ύποπτης προέλευσης δημιούργησαν θλιβερά έκτροπα με προφανή σκοπό να αμαυρώσουν και να δυσφημήσουν τη μεγάλη λαϊκή επέτειο του Πολυτεχνείου». Στις συγκρούσεις σκοτώνονται δύο άτομα (Κουμής, Κανελλοπούλου) και δύο μέρες αργότερα οι οργανώσεις της άκρας Αριστεράς κατηγορούν τον Ανδρέα Παπανδρέου ότι βοήθησε την κυβέρνηση της ΝΔ «σαν να έχει αναλάβει από τώρα το υπουργείο Δημόσιας Τάξης» (Προκήρυξη ομάδα Πρωτοβουλίας Πολυτεχνείου ’80).


Ο Κουφοντίνας εισπράττει την περίοδο αυτή σαν μια νέα «προδοσία» ενός συντεταγμένου κομματικού μηχανισμού που δεν είναι σε θέση να «αμυνθεί» στις επιθέσεις του κράτους. Είναι η ώρα του ένοπλου αγώνα.


Πώς έγινε ο ηγέτης της δεύτερης γενιάς


Για τους αξιωματικούς της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας είναι ακόμη ασαφές αν ο Κουφοντίνας στρατολογήθηκε κατευθείαν στη 17Ν ή «πέρασε» πρώτα από την «Αντικρατική Πάλη» του Χρήστου Τσουτσουβή, αδιαμφισβήτητου ηγέτη του χώρου του ένοπλου αγώνα στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ή από τον ΕΛΑ.


Στις 16 Ιανουαρίου του 1980 η 17Ν σκοτώνει τον τότε υποδιοικητή των ΜΑΤ Παντελή Πέτρου και τον αστυφύλακα σωματοφύλακά του Σταμούλη. Είναι η χρονιά που σημαδεύεται από μια «έκρηξη» εμπρησμών με δράστες μέλη ακροαριστερών οργανώσεων – ο ΕΛΑ φθάνει στο σημείο να πυρπολήσει ένα βοθρατζίδικο στον Βοτανικό τον Αύγουστο του 1980 – και ταυτόχρονα η χρονιά εμφάνισης πολλών νέων οργανώσεων ενός ή δύο ατόμων. Η Αντιτρομοκρατική δεν αποκλείει ο Δημήτρης Κουφοντίνας να προσχωρεί στην αρχή σε κάποια από αυτές.


* Η στρατολόγηση στη 17Ν


Σε κάθε περίπτωση διατηρεί στενές σχέσεις με τον Πάτροκλο Τσελέντη, ο οποίος σπουδάζει επίσης στη Νομική και συζητεί το ενδεχόμενο σύμπραξής του στον «ένοπλο αγώνα». Εν όψει της ανόδου του ΠαΣοΚ στην εξουσία η 17Ν σταματάει για δύο χρόνια τα «χτυπήματά» της αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο στρατολόγησης σε άλλες οργανώσεις, όπως ο ΕΛΑ και η «Αντικρατική Πάλη».


Το βέβαιο είναι ότι το 1983 ο Κουφοντίνας στρατολογείται στη 17Ν. Ποιος τον στρατολόγησε παραμένει άγνωστο, αν και η Αστυνομία έχει κάποιες ενδείξεις ότι τον έφερε σε επαφή με την οργάνωση ηγετική φυσιογνωμία των «παππούδων» που εκινείτο στον χώρο του ΕΛΑ.


Η Αστυνομία πάντως είναι βέβαιη ότι όταν ο Χριστόδουλος Ξηρός μπήκε στη 17Ν ο Κουφοντίνας ήταν ήδη μέλος της. Αν αυτό ισχύει, είναι εξαιρετικά δύσκολο να δεχθεί κανείς ότι ο Δημήτρης Κουφοντίνας τοποθέτησε, χρησιμοποιώντας το αυτοκίνητο του πατέρα του, βόμβα στη Citibank της οδού Πανόρμου, τρία χρόνια αργότερα. Απλούστατα το 1986 «καταγράφεται» για πρώτη φορά το όνομα «Κουφοντίνας» στα αρχεία της Ελληνικής Αστυνομίας αλλά ο νεαρός «έχει βουτήξει στα βαθιά νερά της παρανομίας» τρία χρόνια νωρίτερα.


Η Αστυνομία ταυτίζει την είσοδό του στην παρανομία με την εγκατάλειψη της πατρικής στέγης και την απόφασή του να μην παρουσιασθεί για να υπηρετήσει τη στρατιωτική θητεία. Αλλά αυτή η απόφαση είναι απλά ένα προπέτασμα καπνού για τους γονείς του, προκειμένου να δικαιολογήσει τη ζωή του στην παρανομία την οποία όμως έχει επιλέξει για πολύ πιο σοβαρούς λόγους.


Ο Κουφοντίνας στρατολογεί στην οργάνωση τους Χριστόδουλο Ξηρό και Πάτροκλο Τσελέντη. Σκοτώνει για πρώτη φορά, σύμφωνα με την προανακριτική απολογία του Πάτροκλου Τσελέντη, τον φρουρό της Εθνικής Τράπεζας στα Πετράλωνα Χρ. Μάτη και είναι «πολύ ταραγμένος» στο βάπτισμα πυρός. Το πιστόλι που βρέθηκε στον Πειραιά στις 29 Ιουνίου «είναι το πιστόλι που αποτυπώνει την πορεία του Κουφοντίνα στην οργάνωση και όχι εκείνη του Σάββα Ξηρού» είπε στο «Βήμα» αστυνομική πηγή. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, ο Χριστόδουλος Ξηρός παίρνει για πρώτη φορά μέρος σε βομβιστική ενέργεια το 1987. Από εκεί και πέρα ο «Λουκάς» σκοτώνει ευκολότερα. Το 1985 είναι ήδη «επιμελητής» της οργάνωσης, φέρνει τα όπλα για τις επιθέσεις και τα παίρνει μετά από αυτές.


* Η δολοφονία Μπακογιάννη


Πριν από την εκλογή από τη Βουλή του Προέδρου της Δημοκρατίας την άνοιξη του 1985 ο Κουφοντίνας, που ζει σε καθεστώς ημιπαρανομίας, συναντάει στο κέντρο της Αθήνας ένα βουλευτή του ΠαΣοΚ από την Πελοπόννησο και του λέει ότι «ξέρει (σ.σ.: ο Κουφοντίνας) τι θέλουν οι κουφάλες που έχουν ξεπουλήσει τα πάντα στη Δεξιά».


Οταν έρχεται η στιγμή της απόφασης για τη δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη το 1989, ο Κουφοντίνας έχει εκλάβει την απόφαση για συγκυβέρνηση Αριστεράς – Δεξιάς σαν μια βαθιά αναίρεση όλης της πολιτικής (;;;) του αντίληψης για τον κάθετο διαχωρισμό των δύο πόλων της πολιτικής. «Και γιατί να μην πυροβολήσει έναν εκπρόσωπο της Αριστεράς;» αναρωτιέται ένας παράγων που έχει γνώση των ερευνών. Το ερώτημα είναι μάλλον ρητορικό καθώς ο Γιωτόπουλος και ο Κουφοντίνας γνωρίζουν ότι ο Παύλος Μπακογιάννης είναι ο «στρατηγικός νους» πίσω από τη συγκυβέρνηση όταν σχεδιάζουν την ελληνική εκδοχή της υπόθεσης Μόρο.


Η απόφαση αυτή δημιουργεί ένα «τείχος» απομόνωσης γύρω από τη 17Ν από τις άλλες οργανώσεις του «ένοπλου αγώνα» και την οριστική έναρξη της ιδεολογικής παρακμής της οργάνωσης, ακριβώς την εποχή που διαθέτει τις πληρέστερες επιχειρησιακές δυνατότητες.


Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 χρονολογείται και η έναρξη της σχέσης του με την Αγγελική Σωτηροπούλου. Στα μέσα της δεκαετίας συζεί πλέον με τη Σωτηροπούλου και τον γιο της στα Βριλήσια. Ο Κουφοντίνας εμφανίζεται σαν καθηγητής Μαθηματικών και «λείπει για δουλειές όλη την ημέρα». «Ηταν χαμηλών τόνων και όταν κάποια φορά του είπα μετά από μια επίθεση της 17Ν «άλλο ένα αθώο θύμα» δεν είπε τίποτε» σχολιάζει ένας γείτονάς του.


Το ότι ζει και μεγαλώνει ένα παιδί δεν φαίνεται να τον σταματάει από την τρελή του πορεία, σε αντίθεση με τη διεθνή και ελληνική πρακτική. Το βράδυ της 29ης Ιουνίου 2002 ο Σάββας Ξηρός τον καλεί να φύγει μετά την έκρηξη στον Πειραιά, όταν καταλαβαίνει ότι «όλα τελειώνουν». Ο Κουφοντίνας κινείται γρήγορα και… χάνεται. Ισως να πιστεύει ακόμη ότι δεν έχουν τελειώσει όλα.