» Ζητούμενο η επιχειρηματική γαλήνη «



Το 1924 ο Πάνος Αθανασιάδης, πρόσφυγας από τις Κυδωνιές της Ιωνίας, εκδίδει το «Ναυτικόν και Εμπορικό Δελτίον Πειραιώς». Το 1948 ο συγγενής του Τζώρτζης Αθανασιάδης θα συμβάλει καθοριστικά ώστε το φύλλο να μετεξελιχθεί στην ημερήσια, οικονομική, κατ’ εξοχήν συνδρομητική εφημερίδα – 17.000 συνδρομές στις 20.000 πωλήσεις ημερησίως – «Ναυτεμπορική». Με αφορμή τη συμπλήρωση 80 ετών από την ίδρυσή της και την έκδοση ενός ιδιαίτερα καλαίσθητου λευκώματος για την πολυκύμαντη πορεία της, «Το Βήμα» συνομίλησε με την κυρία Μαριέττα Αθανασιάδη, συνιδιοκτήτρια, εκδότρια και διευθύνουσα σύμβουλο της «Ναυτεμπορικής».


– Από το «Ναυτικόν και Εμπορικόν Δελτίον Πειραιώς» του 1924 στη «Ναυτεμπορική» του 2005, του Διαδικτύου και των διεθνών συνεργασιών. Πού οφείλεται η φρεσκάδα ενός 80χρονου φύλλου;


«Κατ’ αρχάς έχουν ανανεωθεί τα πρόσωπα μέσα στην εφημερίδα. Δεν είμαστε πλέον μόνο η Ειρήνη, η Αγγέλα και εγώ. Εχουν πάρει το βάπτισμα στη «Ναυτεμπορική» και τα παιδιά μας, η τρίτη γενιά, όπως συνηθίζω να λέω. H κόρη μου, η Ελένη Φαλκονάκη, ο γιος της Ειρήνης, Πάνος Ράπτης, και ο γιος της Αγγέλας, Τζώρτζης Κοντογούρης. Ολα αυτά τα χρόνια εξάλλου δεν έχουμε ποτέ επαναπαυθεί. Το 1994 συνεργαστήκαμε με τους «Financial Times» ενώ έναν χρόνο αργότερα δημιουργήσαμε δική μας ιστοσελίδα στο Internet. Το 2000 η «Ναυτεμπορική» ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που εισήχθη στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών και το 2001 εξασφαλίσαμε τη συνεργασία της «Wall Street Journal»».


– Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, με τόσο χαμηλούς δείκτες επιχειρηματικότητας, πώς βλέπετε τον ρόλο του οικονομικού Τύπου;


«H Ελλάδα δεν διαθέτει πολλές, παρά μόνο τέσσερις οικονομικές, ημερήσιες εφημερίδες, όλες τους όμως είναι εύρωστες. H επιχειρηματικότητα – όποιου μεγέθους – δεν παύει να απαιτεί την αξιόπιστη καταγραφή της, την έγκυρη αποτύπωσή της. Από την άλλη πλευρά, θέλω να πιστεύω ότι μας διέπει ανήσυχο πνεύμα. Μας ενδιαφέρει η έκδοση ενός ολοκληρωμένου οικονομικού φύλλου. H «Ναυτεμπορική» έχει ένθετα για τον πολιτισμό – και ο πολιτισμός οικονομία δεν είναι; – για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, έχει αυξήσει τις σελίδες της για τον αθλητισμό. Την ίδια στιγμή η εφημερίδα προσφέρει περισσότερες από 50 ειδικές εκδόσεις τον χρόνο, ενώ με τη θυγατρική της εταιρεία Αίμος AE – Σύμβουλοι Επενδύσεων εκδίδει οδηγούς για ξένες χώρες».


– Εχετε ζήσει τη δολοφονία του πατέρα σας, του Τζώρτζη Αθανασιάδη, τον Μάρτιο του 1983. Λειτούργησε ανασταλτικά το γεγονός αυτό για τη δική σας επαγγελματική, επιχειρηματική ανάπτυξη;


«Κοιτάξτε, εγώ μεγάλωσα με έναν πατέρα πολιτικοποιημένο 100%, που είχε ως «ήρωά» του τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Επρόκειτο για μια πραγματικά καταλυτική σχέση, με την οποία είναι αλληλένδετη και η αγορά της «Βραδυνής» από τον πατέρα μου, το 1962. Είδα πρώτη φορά τον Τζώρτζη συντετριμμένο όταν ο Καραμανλής έφυγε στο Παρίσι. Και αντιστοίχως είδα πρώτη φορά τον Καραμανλή να δακρύζει όταν ήλθε στο πατρικό μου να συλλυπηθεί την οικογένεια την επομένη της δολοφονίας – ξέρετε, ποτέ του δεν παρακολουθούσε κηδείες. Οι νεότεροι δεν αντιλαμβάνονται σήμερα τα πάθη εκείνης της εποχής. Σας πληροφορώ ότι προσωπικά άρχισα να αισθάνομαι έντονη αλλαγή στο πολιτικό κλίμα – η οικογένεια Αθανασιάδη έχει ταυτιστεί με έναν συγκεκριμένο πολιτικό χώρο, δεν μπορώ να το αρνηθώ – μετά την αποχώρηση του Ανδρέα Παπανδρέου και τον ερχομό του Κώστα Σημίτη. Εχοντας λοιπόν βιώσει όλη αυτή την ιστορία σε πρώτο πρόσωπο, η αλήθεια είναι ότι αποτραβήχτηκα εσκεμμένα από την πολιτική ζωή. Νομίζω ότι το αντίθετο κρύβει μεγάλη προσωπική φθορά. Προτίμησα να διοχετεύσω όλη μου την ενέργεια στην επιχειρηματικότητα και όχι στις σχέσεις με τους πολιτικούς».


– Είστε άρα από τους ανθρώπους των οποίων η άποψη για την περιβόητη έννοια της «διαπλοκής» παρουσιάζει ενδιαφέρον. Πώς είδατε το νομοσχέδιο για τον «βασικό μέτοχο»;


«Δεν το πιστεύω αυτό το νομοσχέδιο. Θεωρώ δηλαδή ότι δεν μπορεί να καταπολεμήσει αυτό που ονομάζουμε διαπλοκή σήμερα. Κατ’ αρχάς, εμπεριέχει στοιχεία ικανά να πλήξουν την επιχειρηματικότητα. Είναι εξαιρετικά άδικη η διάταξη περί αμάχητου τεκμηρίου οικονομικής αυτοτέλειας, ακόμη και για συγγενείς τρίτου βαθμού. Θα καταλήξουμε σε «παράθυρα» που κανείς δεν μπορεί να κλείσει, σε αχυρανθρώπους και offshore εταιρείες… Ας μην μπαίνουμε όμως σε λεπτομέρειες. Διαφωνώ ως προς τη φιλοσοφία αυτής της νομοθετικής κίνησης. Δεν έχω πειστεί, με άλλα λόγια, ότι ο «βασικός μέτοχος» βαδίζει στη σωστή κατεύθυνση προκειμένου να βελτιωθεί το επιχειρηματικό κλίμα στη χώρα. Γιατί όλη αυτή η γκρίνια; Οσο επικρατεί μιζέρια, δεν θα είμαστε σε θέση να μιλάμε για επενδύσεις από έλληνες ή και ξένους επιχειρηματίες. Πολύ φοβούμαι ότι θα γίνει μπούμερανγκ. Το ζητούμενο είναι πρωτίστως η επιχειρηματική γαλήνη».


– Εσείς, από όσο ξέρω πάντως, δεν διατηρούσατε ούτε και διατηρείτε δοσοληψίες με το Δημόσιο.


«Το απέφυγα πολύ συνειδητά. Γι’ αυτό και θεωρώ ότι μπορώ να μιλώ απολύτως ελεύθερα».


– Υπάρχει μια θεωρία που λέει ότι οι παραδοσιακοί εκδότες – στους οποίους και συγκαταλέγεστε – αποτελούν σαφώς υγιέστερη περίπτωση από εκείνους που οι συγκυρίες τούς ωθούν στην αναζήτηση «μεριδίου» στα Μέσα. Πώς βλέπετε την ενδεχόμενη είσοδο νέων προσώπων στον χώρο;


«Δεν με ενοχλούν τα νέα πρόσωπα. Παραδοσιακές εφημερίδες υπάρχουν πλέον μόνο δυο-τρεις. Σαφέστατα κάποια στιγμή θα μπει νέο αίμα. Και αυτοί παραδοσιακοί θα χαρακτηρίζονται σε 80 χρόνια. Αρκεί να μη χρησιμοποιεί κανείς τα Μέσα για να διοχετεύει τα προσωπικά και κοινωνικά του απωθημένα. Ή για να αποκτά μέσω αυτών τίτλους κοινωνικότητας και κοσμικότητας».