ΕΙΝΑΙ Τρίτη. Ωρα Ιαπωνίας: επτά παρά δέκα το απόγευμα. Εκατοντάδες μάτια μικρών θεατών είναι «καρφωμένα» μπροστά σε τηλεοπτικές οθόνες που φωσφορίζουν από τα λαμπερά και «χαρούμενα» χρώματα μιας ιδιαίτερα δημοφιλούς στα παιδιά εκπομπής κινουμένων σχεδίων. Εχουν ήδη περάσει είκοσι λεπτά από την έναρξη του προγράμματος όταν από τα μάτια του αγαπημένου ήρωα της σειράς «Ποκεμόν», του γνωστού στους μικρούς τηλεθεατές «Πικατσού», αρχίζουν να ξεπηδούν κόκκινες φωτιές. Εκατοντάδες παιδιά, αλλά και ορισμένοι ενήλικοι, δεν μπόρεσαν να παρακολουθήσουν άλλο. Σωριάστηκαν στο πάτωμα με σπασμούς εμφανίζοντας συμπτώματα επιληπτικής κρίσης! Μα είναι δυνατόν; Κι όμως. Περισσότερα από 680 άτομα μεταφέρθηκαν σε διάφορα νοσοκομεία της Ιαπωνίας ­ το εν λόγω πρόγραμμα προβαλλόταν ως την περασμένη Τρίτη σε όλη τη χώρα ­ λιπόθυμα εμφανίζοντας σπασμούς ή προσωρινή απώλεια όρασης! Μάλιστα, περίπου 200 άτομα, κυρίως παιδιά, παρέμειναν στα νοσοκομεία ως και την Πέμπτη.


Το σπάνιο αυτό φαινόμενο, όπως ήταν φυσικό, συγκλόνισε την παγκόσμια κοινή γνώμη. Στην Ιαπωνία η προβολή της επίμαχης παιδικής εκπομπής διεκόπη ενώ προχθές, Παρασκευή, οι κρατικές αρχές διέταξαν τη διενέργεια ελέγχων σε όλους τους τηλεοπτικούς σταθμούς της χώρας. Στην αρχή μίλησαν για μεγάλη ποσότητα ακτινοβολίας που εξέπεμψαν οι τηλεοπτικές συσκευές. Μα είναι δυνατόν μία συσκευή που έχει συγκεκριμένες προδιαγραφές να εκπέμπει ακτινοβολία σε μεγαλύτερο ποσοστό από το επιτρεπτό; Οχι, κατέληξαν οι ειδικοί. Τότε; Αλλοι μίλησαν για «τηλεοπτική επιληψία». Ούτε αυτό είναι ακριβές αφού η συγκεκριμένη μορφή επιληψίας που εμφάνισαν τα παιδιά στην Ιαπωνία μπορεί να προκληθεί και με άλλους τρόπους, όχι μόνο μέσω της τηλεόρασης. Οι νευρολόγοι αλλά και οι παραγωγοί «video games» ήταν αυτοί που έδωσαν την εξήγηση: ένα έντονο οπτικό ερέθισμα μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα επιληπτικής κρίσης.


«ΟΤΑΝ κάνουμε ένα εγκεφαλογράφημα» εξηγεί ο κ. Σωκράτης Παπαγεωργίου, νευρολόγος και επιμελητής στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Αθηνών «χρησιμοποιούμε δύο τρόπους για να φέρουμε στην επιφάνεια τυχόν ανωμαλίες του εγκεφάλου. Ο ένας τρόπος είναι τα διαλείποντα φωτεινά ερεθίσματα, δηλαδή να ανάβουν και να σβήνουν φώτα με μεγάλη ένταση και μεγάλη ταχύτητα. Αυτό σε άτομα που έχουν μικρή προδιάθεση μπορεί να προκαλέσει επιληπτικά φαινόμενα στο εγκεφαλογράφημα, ενώ σε άτομα που έχουν ισχυρότερη προδιάθεση μπορεί να δημιουργήσει επιληπτική κρίση». Πάντως, τα παιδιά εμφανίζουν ειδικές μορφές επιληψίας, συχνά φωτοευαίσθητες, όπως διευκρινίζει ο κ. Παπαγεωργίου. Πιθανολογεί, λοιπόν, ότι η ιαπωνική τηλεόραση εξέπεμψε διαλείποντα φωτεινά ερεθίσματα, με αποτέλεσμα να προσβληθούν τα παιδιά από μια «φωτοευαίσθητη μορφή επιληψίας». Ωστόσο, για να παρουσιασθεί αυτό το σπάνιο φαινόμενο, «πρέπει τα άτομα που θα εμφανίσουν τέτοια συμπτώματα να έχουν κάποια προδιάθεση στην επιληψία» επισημαίνει.


Σπάνιο φαινόμενο χαρακτηρίζει αυτό που συνέβη στην Ιαπωνία και ο κ. Παναγιώτης Κυριακουλάκος, παραγωγός καρτούν. Διευκρινίζει, όμως, ότι έχει ξανασυμβεί και ότι δεν παρουσιάζεται μόνο την ώρα της προβολής καρτούν από την τηλεόραση: «Ισχύει» τόνισε «σε οποιαδήποτε εικόνα πάλλεται πολύ γρήγορα μπροστά στα μάτια του θεατή, ειδικά όταν υπάρχει καθοδικός σωλήνας (τηλεόραση)». Μα δεν το ήξεραν οι υπεύθυνοι παραγωγής της ιαπωνικής εκπομπής, θα αναρωτηθεί ίσως κανείς. «Κάποιος στην παραγωγή πρέπει να ήταν άσχετος με αυτά τα θέματα» δηλώνει κατηγορηματικά ο κ. Κυριακουλάκος «γιατί ο σωστός επαγγελματίας που γνωρίζει καλά τη δουλειά του δεν θα προχωρούσε στην προβολή ενός τέτοιου προγράμματος».


Και προσθέτει: «Δεν είναι μόνο θέμα ασφάλειας, είναι και οικονομικό το ζήτημα, αφού όσο περισσότερες εικόνες προβάλλονται τόσο περισσότερες ώρες εργασίας πάνω στο σκίτσο προϋποτίθενται». Ο κ. Κυριακουλάκος επισημαίνει, μάλιστα, ότι είναι γνωστό στους επαγγελματίες του χώρου ότι οι παλλόμενες με μεγάλη ταχύτητα εικόνες μπορεί να προκαλέσουν πρόβλημα σε άτομα ευαίσθητα ή επιληπτικά. «Γι’ αυτό» υπογραμμίζει «πρέπει να υπάρχει προειδοποίηση πριν από την προβολή μιας τέτοιας εκπομπής από τους υπευθύνους των τηλεοπτικών σταθμών, ότι τα επιληπτικά άτομα ή τα άτομα με προδιάθεση στην επιληψία πρέπει να αποφύγουν την παρακολούθησή της». Στην Ελλάδα, πάντως, δεν αγοράζουν τέτοιες «φθηνές σειρές» λέει ο κ. Κυριακουλάκος. «Φθηνές τις χαρακτηρίζω» μας εξηγεί «όχι γιατί δεν είναι ακριβές, αλλά γιατί στοχεύουν στον «φθηνό» ενυπωσιασμό των τηλεθεατών και δη των παιδιών».


Μια άλλη διάσταση στο θέμα δίδει η επικοινωνιολόγος, ερευνήτρια του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), κυρία Αμαλία Φραγκίσκου. «Σε ένα παιδικό πρόγραμμα» μας λέει «πρέπει να λαμβάνουν υπόψη οι υπεύθυνοι όχι μόνον τα τεχνικά θέματα ­ παλλόμενες εικόνες κλπ. ­ αλλά και την ψυχολογική, πνευματική και κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού. Και αυτό γιατί η τηλεόραση έχει μια δυναμική πρόσληψης του μηνύματος ενώ το παιδί συχνά δεν μπορεί να «φιλτράρει» αυτό το μήνυμα». Και ο ρόλος των γονέων ποιος πρέπει να είναι; «Οι γονείς» επισημαίνει η κυρία Φραγκίσκου «δεν μπορούν να είναι μόνιμοι λογοκριτές».


Και εξηγεί: «Οταν μιλάμε για μια εξ ορισμού παιδική εκπομπή, ο γονέας ­ αυτός που νοιάζεται για το παιδί του, όχι αυτός που το αφήνει να μεγαλώσει μπροστά στην τηλεόραση για να το ξεφορτωθεί ­ είναι άοπλος. Μπορεί να απαιτήσει καλύτερο τηλεοπτικό προϊόν, μπορεί να αξιώσει ένα δραστήριο Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο, αλλά, πέραν αυτών, είναι δύσκολο, ακόμη κι όταν ενοχλείται αισθητικά από ένα τηλεοπτικό παιδικό πρόγραμμα, να κλείσει στο παιδί την τηλεόραση». Οι υπεύθυνοι, λοιπόν, των τηλεοπτικών σταθμών, οι παραγωγοί παιδικών εκπομπών και κυρίως οι αρμόδιες κρατικές αρχές είναι αυτοί που πρέπει να προσέξουν και να συνεκτιμήσουν όλους τους παράγοντες, θετικούς και αρνητικούς, για να προστατεύσουν αυτό το ευαίσθητο τηλεοπτικό κοινό που λέγεται «παιδιά». Οπως τονίζει η κυρία Φραγκίσκου, άλλωστε, «απαιτείται μεγάλη ευαισθησία όταν πρόκειται για ένα παιδικό πρόγραμμα».


Και από το σήμερα στο χθες… Ποιος δεν θυμάται τον γνωστό «παραμυθά»; Τον άνθρωπο που άπλωνε τα χέρια του σαν φτερά και μας ταξίδευε στα παραμύθια όταν ήμασταν παιδιά; Ο κ. Νίκος Πιλάβιος, ο γνωστός παραμυθάς της κρατικής τηλεόρασης και παραγωγός πολλών παιδικών εκπομπών της κρατικής τηλεόρασης, δίδει τη δική του ερμηνεία στο «φαινόμενο της Ιαπωνίας». «Ξέραμε ανέκαθεν ­ κάτι που προσωπικά το πρόσεχα στα προγράμματά μου ­ ότι, όταν λέμε βία στην τηλεόραση, δεν εννοούμε μόνον τα όπλα, τους σκοτωμούς και τα αίματα» μας λέει και διευκρινίζει: «Η πιο άγρια μορφή βίας είναι η βία του ρυθμού. Οταν τα πλάνα εναλλάσσονται με μεγάλη ταχύτητα, είναι αδύνατον να τα παρακολουθήσει ο θεατής. Πέρα από τη βία του περιεχομένου, λοιπόν, υπάρχει και η βία του μοντάζ». Η διαφορά, όμως, μεταξύ των δύο είναι τεράστια. «Η βία στο περιεχόμενο της εικόνας είναι φανερή και μπορεί να αντιμετωπισθεί» υπογραμμίζει ο κ. Πιλάβιος και προσθέτει: «Η βία, όμως, στον ρυθμό εναλλαγής της είναι ύπουλη, δρα βραδυφλεγώς και υπογείως, δημιουργώντας ένα κλίμα άσκησης στη βία για τα παιδιά».


Οσο για τη διαφορά του χθες με το σήμερα, αναφορικά με τις παιδικές εκπομπές που προβάλλονται από την τηλεόραση, ο κ. Πιλάβιος δεν… ονειροβατεί: «Τότε όλα ήταν χειροποίητα ενώ σήμερα είναι μηχανοποιημένα. Αν γινόταν τώρα ο Παραμυθάς, θα έβγαινε μέσα από τα κομπιούτερ ενώ τότε αρκούσε ένας μαρκαδόρος και χαρτί. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι πρέπει να επιστρέψουμε στα παλιά, ότι πρέπει να καταργήσουμε τα κομπιούτερ, για να επαναφέρουμε τον μαρκαδόρο και το χαρτί. Αυτό που χρειάζεται είναι η τρυφερότητα, η καρδιά και η ευαισθησία να μεταφερθούν και στο κομπιούτερ». Και πιστεύει ακράδαντα ότι δεν είναι ακατόρθωτο κάτι τέτοιο. Το επιχείρημά του είναι, άλλωστε, καταλυτικό: «Δεν ευθύνεται για όλα τα κακώς κείμενα της κοινωνίας μας η τεχνολογία. Δεν ευθύνονται οι μηχανές αλλά οι άνθρωποι που τις χρησιμοποιούν με ανορθόδοξο τρόπο. Παλαιότερα ένας συγγραφέας χρησιμοποιούσε μόνο την πένα του για να γράψει ένα μυθιστόρημα. Αργότερα χρησιμοποιούσε τη γραφομηχανή του. Σήμερα όμως γράφει στο κομπιούτερ του. Ωστόσο, η ποιότητα του μυθιστορήματος δεν άλλαξε. Γιατί, λοιπόν, να αλλάξει η ποιότητα της εικόνας;».