Ησυγγραφέας Αμάντα Φόρμαν ήταν μόλις 27 χρόνων όταν αποφάσισε να γράψει για την Τζορτζιάνα Σπένσερ (1757-1806), τη δούκισσα του Ντέβονσαϊρ, γνωστή στην εποχή της ως Αυτοκράτειρα της Μόδας αλλά και πρέσβειρα του προοδευτικού πολιτικού κόμματος των Whigs. Ως τότε οι πληροφορίες που η κατοπινή συγγραφέας είχε συλλέξει για την πρόγονο της λαίδης Νταϊάνας ήταν ασήμαντες, περιορισμένες στις ελάχιστες γραμμές που αφιέρωναν για τη Σπένσερ τα βιβλία της Ιστορίας: η Τζορτζιάνα αντάλλαζε φιλιά για να κερδίσει ψήφους και αρκετά χρόνια πριν από την πρωθυπουργική εκλογή του ο Ερλ Γκρέι, αρχηγός των Whigs, είχε υπάρξει εραστής της. Ως εκεί. Ολες αυτές οι πληροφορίες ήταν μάλλον αποκαρδιωτικές και ένα βιβλίο για τη Σπένσερ άπιαστο όνειρο. Το βιβλίο ίσως να μην είχε γραφτεί ποτέ, παραδέχθηκε αργότερα η Φόρμαν, αν δεν είχε υπάρξει αρκετά τυχερή και διαβάσει μια βιογραφία του Ερλ Γκρέι στην οποία δημοσιεύονταν γράμματα της Τζορτζιάνα προς τον εραστή της. Μόλις τα διάβασε η Φόρμαν πήρε την απόφασή της. Πέντε χρόνια αργότερα το «Τhe duchess» θα γινόταν μπεστ σέλερ στην Αγγλία. Θα ακολουθούσαν ένα δραματοποιημένο ντοκυμαντέρ για το Channel 4, ένα ραδιοφωνικό θεατρικό έργο για το Radio 4 και εφέτος μια κινηματογραφική ταινία του Σολ Ντιμπ με πρωταγωνίστρια την Κίρα Νάιτλι στον ρόλο της Σπένσερ. Ρόλος κομμένος και ραμμένος για να οδηγήσει την 24χρονη βρετανίδα ηθοποιό για μία ακόμη φορά στις υποψηφιότητες των Οσκαρ.
Ηταν η αμεσότητα των γραμμάτων της Τζορτζιάνα που έδωσε στη Φόρμαν το έδαφος να γράψει για τη Σπένσερ. «Η Τζορτζιάνα έγραφε όπως μιλούσε» ανέφερε πρόσφατα η συγγραφέας στους κυριακάτικους «Τimes» του Λονδίνου. «Οταν την ανακάλυψα ήταν όλα όσα δεν ήμουν εγώ:σύζυγος,μητέρα,ηγέτις και δημόσιο πρόσωπο.Ακόμη και τα προβλήματά της είχαν περισσότερο ενδιαφέρον από τα δικά μου…». Οπως ειπώθηκε παραπάνω, η Φόρμαν ήταν 27 χρόνων όταν αποφάσισε να γράψει για τη Σπένσερ. Τόσο ήταν και η ίδια η Σπένσερ κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου στην Αγγλία του 1784. Ηταν ήδη παντρεμένη επί 10 χρόνια και είχε σχηματίσει πλήρη προσωπικότητα.
Εμφυτο χάρισμα
Ωστόσο, όταν η Τζορτζιάνα παντρεύτηκε τον δούκα του Ντέβονσαϊρ, η μόνη επιθυμία της ήταν να τον ικανοποιήσει. Αυτή την ανατροφή είχε πάρει: να γίνει το τέλειο ταίρι ενός εύπορου συζύγου και να κρατά το στόμα της κλειστό. Σε καμία περίπτωση η «εκπαίδευσή» της δεν την είχε προετοιμάσει για την ξαφνική φήμη που η Σπένσερ επρόκειτο να αποκτήσει. Η οικονομική και η πολιτική δύναμη του δούκα τη βοήθησαν να ανεβεί σύντομα τη σκάλα της δημοσιότητας. Εναν χρόνο μετά τον γάμο της η Τζορτζιάνα είχε γίνει το αγαπημένο παιδί της αγγλικής κοινωνίας του 18ου αιώνα. Το μυστικό της; Το έμφυτο χάρισμα που είχε στο να κάνει τον περίγυρό της να αισθάνεται ξεχωριστός την ώρα που η ίδια κατάφερνε να βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο της προσοχής. Στην αρχή τα νιάτα της Τζορτζιάνας την εμπόδισαν. Σύντομα, όμως, όταν άρχισε να αναπτύσσει ενδιαφέροντα για τον ρουχισμό, το νεαρόν της ηλικίας της αποδείχθηκε χρήσιμο εργαλείο. Κάθε κοινωνία αρέσκεται στην ανακάλυψη νέων ταλέντων με φρέσκιες ιδέες. Η Σπένσερ όχι απλώς δεν φοβήθηκε να κρατήσει προκλητική στάση απέναντι στους «κανόνες» της μόδας της εποχής αλλά ευχαριστιόταν να χρησιμοποιεί την εξουσία της. Αποτέλεσμα; Μετέτρεπε κάθε δημόσια εμφάνισή της σε κοινωνικό γεγονός στολίζοντάς την με στοιχεία δράματος. «Οταν εμφανιζόταν,τα μάτια όλων ήταν στραμμένα επάνω της» είχαν πει για αυτήν. «Και όταν απουσίαζε,όλοι για αυτήν μιλούσαν».
Η ανεξάντλητη κοινωνική επιτυχία της Τζορτζιάνας Σπένσερ όμως συνοδευόταν από μια προσωπική ζωή βυθισμένη στην υπερβολή. Εθισμένη στα τυχερά παιχνίδια, ήταν διαρκώς καταχρεωμένη, ενώ το πάθος της για τα ναρκωτικά ήταν πρωτόγνωρο για τα στάνταρντ της εποχής. Οι καταχρήσεις της είχαν επιπτώσεις: η Σπένσερ πέρασε τη δοκιμασία πολλών αποβολών, παρ΄ ότι έγινε μητέρα τριών παιδιών.
Αν ο σύζυγός της δούκας του Ντέβονσαϊρ την είχε στηρίξει, η Σπένσερ πιθανόν να μην είχε εθιστεί στις καταχρήσεις, αναφέρει η Φόρμαν. Ωστόσο ο δούκας- όπως φαίνεται και στην ταινία, όπου τον υποδύεται ο Ρέιφ Φάινς – ήταν ο μοναδικός άνθρωπος στην Αγγλία που έμενε ασυγκίνητος από την εικόνα της γυναίκας του. Ντροπαλός, κλειστός και ανίκανος να χειριστεί τον συναισθηματικό κόσμο του, ο δούκας χρειαζόταν μια διαφορετική γυναίκα στο πλευρό του. Τη βρήκε στο πρόσωπο της λαίδης ΕλίζαμπεθΜπες-Φόστερ ( Χέιλι Ατγουελ ), η οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πιο διάσημη περίοδο του ζεύγους. Από καλύτερη φίλη της Τζορτζιάνας η Φόστερ έγινε ερωμένη του δούκα. Συμβίωσαν και οι τρεις ως τον θάνατο της Σπένσερ, ένα trio infernal που έγινε αντικείμενο ατέλειωτων κουτσομπολιών.
Η γοητεία της μοναξιάς
«Ηταν η απέραντη μοναξιά της που με μαγνήτισε» μας απάντησε ευθύς αμέσως η Κίρα Νάιτλι όταν τη ρωτήσαμε τι ήταν αυτό που της προκάλεσε το ενδιαφέρον για τον ρόλο της Σπένσερ. «Ως ηθοποιό δεν με ενδιαφέρουν ιδιαίτερα οι βιογραφίες αλλά η πραγματικότητα που κρύβεται πίσω από τη μυθοπλασία. Και αυτό που είδα ήταν ότι η Τζορτζιάνα Σπένσερ κατάφερε να δημιουργήσει μιαν απίστευτη μυθοπλασία γύρω από τον εαυτό της κρύβοντας μιαν απέραντη μοναξιά πίσω από τη δημόσια εικόνα της».
Λίγο πριν από την προβολή στις αίθουσες της «Δούκισσας» περιμένουμε την Κίρα Νάιτλι σε μία ακόμη ταινία εποχής, την «Αγάπη στα άκρα» («Εdge of love») του Τζον Μέιμπερι, η ιστορία της οποίας είναι εμπνευσμένη από την παθιασμένη ζωή του ουαλλού ποιητή Ντίλαν Τόμας (το σενάριο φέρει την υπογραφή της Σάρμαν Μακ Ντόναλντ, μητέρας της Νάιτλι). Εδώ βρίσκουμε τον Τόμας ( Μάθιου Ράις ) παντρεμένο με την Κέιτλιν ( Σιένα Μίλερ ), μια ιδιαίτερη γυναίκα με ελεύθερη σκέψη. Τα πράγματα αλλάζουν όταν συναντά ξανά τη Βέρα (Νάιτλι), έναν παιδικό έρωτά του. Η Βέρα γίνεται φίλη της Κέιτλιν αλλά η έλξη των δύο παλιών φίλων προμηνύει ακραίες καταστάσεις και οι ισορροπίες διαταράσσονται περισσότερο όταν η Βέρα παντρεύεται.
Μια ερώτηση στη Νάιτλι για την επιμονή της σε ταινίες εποχής είναι δικαιολογημένη. «Μου αρέσει το γεγονός ότι αυτές οι ταινίες δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με την πραγματικότητα που ζω καθημερινά» απάντησε η πρωταγωνίστρια της «Υπερηφάνειας και προκατάληψης» και της περυσινής «Εξιλέωσης». «Είναι πέρα για πέρα μια φαντασία μέσα στην οποία χάνομαι. Περπατάς σε έναν κόσμο που απλώς δεν υπάρχει πια.Και είναι υπέροχο.Πηγαίνοντας πίσω 100,200, 300 χρόνια συμπάσχεις με τον άνθρωπο για τον οποίο έχεις διαβάσει σε μια βιογραφία».