«ΟΑλφρεντ Χίτσκοκ απείλησε ότι θα καταστρέψει την καριέρα μου αυτό ακριβώς έκανε» εξομολογήθηκε προσφάτως στους «Τimes» του Λονδίνου η Τίπι Χέντρεν, η πρωταγωνίστρια των «Πουλιών», ταινίας που σηματοδοτεί την έναρξη της νέας προσφοράς του «Βήματος» (περιλαμβάνει επτά ταινίες του σκηνοθέτη). Κρίνοντας από τις αναμνήσεις της 78χρονης σήμερα ηθοποιού- μητέρας τής Μέλανι Γκρίφιθ – η Χέντρεν και ο Χίτσκοκ υπήρξαν πρωταγωνιστές μιας από τις πιο ιδιόμορφες σχέσεις σκηνοθέτη- ηθοποιού στην ιστορία του κινηματογράφου.

Ολα ξεκίνησαν από ένα τηλεοπτικό διαφημιστικό του διαιτητικού αναψυκτικού Sego στο οποίο η Χέντρεν είχε δουλέψει. Ενας βοηθός του Χίτσκοκ ζήτησε φωτογραφίες της, ακολούθησαν τηλεφωνήματα από στελέχη των στούντιο της Universal και κάποια στιγμή ο ατζέντης της τής είπε ότι ο Αλφρεντ Χίτσκοκ ήθελε να τη γνωρίσει προκειμένου να υπογράψει συμβόλαιο με το εν λόγω στούντιο.

Κανείς ωστόσο δεν της έλεγε τον λόγο. Πρώτη σκέψη της Χέντρεν ήταν ότι ο Χίτσκοκ την ήθελε για κάποιο επεισόδιο της τηλεοπτικής σειράς «Αlfred Ηitchcock Ρresents» την οποία επιμελούνταν ο ίδιος. Οπως και να ΄χει η ζωή της άλλαξε ριζικά. Ηταν φυσικό. Η γεννημένη στη Μινεσότα ανύπαντρη μητέρα (η Μέλανι Γκρίφιθ ήταν μόλις τεσσάρων χρόνων) ζούσε ως τότε από το μόντελινγκ και δεν είχε καμία προηγούμενη κινηματογραφική εμπειρία. Επρόκειτο να μπει στο κλαμπ των «ξανθών μουσών του Χίτσκοκ». Δεν ήταν και μικρό πράγμα!

Η πρώτη συνάντηση της Χέντρεν με τον Χίτσκοκ έγινε κατά τη διάρκεια ενός δείπνου. Ολα πήγαν θαυμάσια. «Μιλήσαμε για τα πάντα εκτός από κινηματογράφο» θυμάται η Χέντρεν. «Για φαγητό,για κρασί,για ταξίδια».

Ακολούθησε ένα σκληρό, λεπτομερές και πολυήμερο δοκιμαστικό, χωρίς ακόμη να έχει ειπωθεί ο λόγος για τον οποίο ο Χίτσκοκ την ήθελε. Στο επόμενο ραντεβού τους, παρουσία της συζύγου του Χίτσκοκ, Αλμα, και του παραγωγού Λιου Γουόσερμαν , ο σκηνοθέτης ανακοίνωσε ότι την ήθελε για τον ρόλο της Μέλανι Ντάνιελς στην επόμενη κινηματογραφική ταινία του, μετά το «Ψυχώ», δηλαδή τα «Πουλιά». Και της χάρισε μια χρυσή καρφίτσα με τρία πουλιά. Σύμφωνα με τη Χέντρεν η συνάντηση αυτή ήταν πολύ δραματική, με όλους τους παρευρισκομένους να δακρύζουν, εκτός από τον Χίτσκοκ βέβαια. Η Χέντρεν δεν είχε πάρει ποτέ μαθήματα υποκριτικής αλλά αυτό δεν απασχόλησε τον Χίτσκοκ που είχε ήδη όλη την ταινία στο μυαλό του, όπως άλλωστε συνήθιζε να κάνει. Αντιθέτως, του άρεσε που «εκτός από σκηνοθέτης υπήρξε και δάσκαλος υποκριτικής για μένα» παραδέχεται η Χέντρεν. Στο έλεος των πουλιών
Η ταινία αρχίζει με τη Μέλανι Ντάνιελς, νεαρή κοπέλα της καλής κοινωνίας του Σαν Φρανσίσκο, να φτάνει στο Μοντέγκα Μπέι μεταφέροντας ένα κλουβί με παπαγάλους, δώρο για ένα κορίτσι. Εκεί γνωρίζεται με τον μεγαλύτερο αδερφό του κοριτσιού, έναν δικηγόρο ( Ροντ Τέιλορ ) ο οποίος ζει με την αυταρχική μητέρα του ( Τζέσικα Τάντι ), υπεύθυνη για τη διάλυση του αρραβώνα του με τη δασκάλα της περιοχής ( Σούζαν Πλεσέτ ). Με το που αφικνείται η Μέλανι στο Μοντέγκα Μπέι ένας γλάρος της επιτίθεται και την πληγώνει στο πρόσωπο. Το επεισόδιο δεν θα είναι παρά η αφετηρία μιας τρομακτικής επίθεσης πουλιών στους κατοίκους της περιοχής… Τα γυρίσματα κύλησαν ομαλά και είναι ειρωνικό που η Χέντρεν είχε αγαπήσει τα ζωντανά πουλιά της ταινίας που ως τότε την άφηναν αδιάφορη. Μάλιστα ένα από τα πουλιά που επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν στην ταινία την επισκεπτόταν καθημερινά στο καμαρίνι της (σημειωτέον ότι ο Χίτσκοκ δεν θεωρούσε το συγκεκριμένο πουλί αρκετά επιθετικό με αποτέλεσμα να μην το χρησιμοποιήσει).

Τα πράγματα άλλαξαν δραματικά προς το τέλος των γυρισμάτων, συγκεκριμένα κατά την τελευταία επίθεση των πουλιών στη Μέλανι Ντάνιελς μέσα στο σπίτι. Τότε η Χέντρεν αντιλήφθηκε τον πραγματικό λόγο για τον οποίο ο Χίτσκοκ την είχε επιλέξει για την ταινία. Λέει στους «Τimes»: «Ενας βοηθός της παραγωγής ήρθε στον χώρο και παρατήρησα ότι απέφευγε να με κοιτάξει στα μάτια όταν μου είπε ότι για τη συγκεκριμένη σκηνή θα χρησιμοποιούσαν αληθινά και όχι μηχανικά πουλιά.Αυτά τα πουλιά τσιμπούσαν πολύ άγρια.Ηταν επικίνδυνα.Είχα δει τι έκαναν στους εκπαιδευτές τους. Εδεσαν τα πουλιά με λάστιχα στα χέρια μου.Με τσιμπούσαν άσχημα,πολύ επιθετικά.Ενα από αυτά,που βρισκόταν στον ώμο μου,παραλίγο να μου βγάλει το μάτι.Στο τέλος ένιωθα τόσο εξουθενωμένη που κρύωνα.Δεν θυμάμαι κανέναν να με πήγε στο σπίτι μου.Και τότε κατάλαβα ότι ο Χίτσκοκ με ήθελε για αυτή την ταινία επειδή καμία διάσημη ηθοποιός με σώας τας φρένας δεν θα δεχόταν να περάσει τη δοκιμασία που πέρασα εγώ!».

Οι «άλλες» απαιτήσεις
Ο Χίτσκοκ δεν αναφέρθηκε ποτέ στο συγκεκριμένο περιστατικό, λέει σήμερα η Χέντρεν, αποκαλώντας τον «μισογύνη,πέρα από κάθε αμφιβολία» . Ενώ παραδέχεται την έφεσή του στο να λέει μια ιστορία και να σε παρασύρει και τη δεινότητά του ως εκπαιδευτή ηθοποιών, επισημαίνει επίσης τη ματαιοδοξία του (ήθελε να βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο) αλλά και την παράξενη εμμονή που είχε απέναντί της. «Τα “Πουλιά” ήταν η αφετηρία ενός πάθους.Οι γυναίκες δεν είναι ηλίθιες. Καταλαβαίνουν κάποια πράγματα. Αρχισα να αισθάνομαι πολύ αμήχανα απέναντί του.Δεν με ενδιέφερε έτσι όπως εκείνος ήθελε να με ενδιαφέρει.Ανοιγε σαμπάνια μόλις τελείωνε κάποιο γύρισμα.Και με παρακολουθούσε διαρκώς».

Η Χέντρεν αντιστάθηκε. Στα γυρίσματα της «Μάρνι», έναν χρόνο αργότερα, του είπε ότι ήθελε να σπάσει το συμβόλαιό τους. «Δεν μπορείς» ήταν η απάντηση του Χίτσκοκ, ο οποίος ανέφερε ως αιτία την κόρη της, που η ίδια μεγάλωνε μόνη της, και το γεγονός ότι οι δικοί της γονείς δεν θα μπορούσαν να τη συντηρούν διά παντός γιατί ήταν πια μεγάλοι.

Το ποτήρι ξεχείλισε όταν οι απαιτήσεις του Χίτσκοκ από τη Χέντρεν στη «Μάρνι» ήταν «πολλές», όπως λέει η ίδια η ηθοποιός χωρίς όμως να μπει σε λεπτομέρειες. Του είπε ότι δεν μπορούσε να συνεχίσει.

«Θα σε καταστρέψω» λέει η Χέντρεν ότι της απάντησε ο Χίτσκοκ. Το είπε και το έκανε. Η Χέντρεν παρέμεινε λόγω συμβολαίου στη Universal λαμβάνοντας 600 δολάρια εβδομαδιαίως χωρίς να της επιτρέπεται να παίξει σε άλλες ταινίες. Αργότερα έμαθε ότι την ήθελαν πολλοί σκηνοθέτες.

Οταν η Χέντρεν αποδεσμεύθηκε από το συμβόλαιό της, ο Τσάρλι Τσάπλιν τής πρότεινε έναν ρόλο στην «Κόμισσα από το Χονγκ Κονγκ». «Μαθαίνοντάς το ο Χίτσκοκ παραλίγο να πάθει συγκοπή» αναφέρει στους «Τimes» η ηθοποιός, που από την πλευρά της του ζήτησε να συναντηθούν για δείπνο με τον Τσάπλιν και να φωτογραφηθούν όλοι μαζί. «Σκέφτηκα ότι θα ήταν όμορφο να φωτογραφηθώ ανάμεσα σε δύο μεγάλους σκηνοθέτες, που ήταν και οι δύο Βρετανοί, που μεγάλωσαν και οι δύο στη φτώχεια και που και οι δύο διέπρεψαν στο Χόλιγουντ». Ο Χίτσκοκ της απάντησε: «Για ποιον λόγο θα μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο;».

Η σχέση τους δεν αποκαταστάθηκε ποτέ.