Θα ξεκινήσω με τα κοινότοπα. Οταν επιστρέφεις από το εξωτερικό στην Ελλάδα, διαπιστώνεις δύο πράγματα: Πρώτον, ότι η Ελλάδα είναι η πιο ακριβή χώρα της Ευρώπης. Πλέον είναι ακριβότερη και από τη Βρετανία.

Δεύτερον, ότι η Ελλάδα είναι η πιο επαρχιωτική χώρα της Ευρώπης. Ολος ο πλανήτης συγκλονίζεται από την κρίση των διεθνών αγορών, όλοι αντιλαμβάνονται (ακόμη και ο Μπους!) ότι ζούμε μια κρίσιμη καμπή της παγκόσμιας οικονομίας, και στην Ελλάδα έφυγα με το Βατοπαίδι, γύρισα με το Βατοπαίδι, έφυγα με το αν θα γίνει ανασχηματισμός και γύρισα με το αν θα γίνει ανασχηματισμός.

Αυτά είναι τα αυτονόητα της σύγκρισης. Διότι υπάρχουν και τα λιγότερο αυτονόητα.

Βρέθηκα στην Αγγλία όταν μίλησε ο Γκόρντον Μπράουν στο ετήσιο συνέδριο του Εργατικού Κόμματος. Και έτυχε να έχω επιστρέψει όταν ο Καραμανλής μίλησε στην ΚΕ της ΝΔ. Δύο πρωθυπουργοί σε δύσκολη πολιτική θέση, οι οποίοι απευθύνονται στα κλονισμένα στελέχη τους για να αποκαταστήσουν μια σχέση εμπιστοσύνης μαζί τους. Ως εδώ, οι περιπτώσεις είναι (περίπου) συγκρίσιμες.

Και οι δύο κάνουν μια καλή ομιλία. Μια ομιλία από την οποία βγαίνουν περισσότερο κερδισμένοι, παρά χαμένοι. Στην περίπτωση του Μπράουν, τα οφέλη καταγράφηκαν ήδη και στις δημοσκοπήσεις.

Εκεί, νομίζω, εξαντλούνται οι ομοιότητες. Διότι ο Μπράουν, μέσα από την ομιλία του, ξεδίπλωσε ένα σχέδιο για τη βρετανική κοινωνία. Ζήτησε από τα στελέχη και τα μέλη του κόμματός του να τον εμπιστευτούν για να κάνει συγκεκριμένα πράγματα ή, έστω, μέσα από μια συγκεκριμένη αντίληψη για τα πράγματα. Η σκηνική παρουσία του Καραμανλή ήταν ενδεχομένως καλύτερη. Αλλά τι είπε; Ζήτησε από τους άλλους να τον εμπιστευτούν, πρώτον, διότι προ έτους τον εμπιστεύτηκαν οι πολίτες και, δεύτερον, διότι έχει καταλάβει τι συμβαίνει και ξέρει τι θα κάνει.

Το πρώτο είναι όντως πολιτικό επιχείρημα: Ποιος μπορεί με ελαφριά καρδιά να αμφισβητήσει έναν εκλεγμένο Πρωθυπουργό; Το δεύτερο όμως σηκώνει πολλή συζήτηση. Τι ακριβώς έχει καταλάβει και τι περίπου θα κάνει; Ελα ντε! Διότι με όσα είπε χθες ο Καραμανλής είναι βέβαιο ότι έστειλε ένα μήνυμα. Αλλά αμέσως μετά την ομιλία του κανείς δεν είχε αντιληφθεί τι μήνυμα έστειλε.

Εκτός και αν το μήνυμα ήταν απλώς ότι «είμαι εδώ!». Αυτό ήταν όντως σαφές, ίσως και χρήσιμο. Διότι, όπως είχαν γίνει τα πράγματα, κανείς δεν ήξερε τον τελευταίο καιρό πού βρισκόταν ο Καραμανλής.

jpretenteris@dolnet.gr