Μια τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με θείο του πριν από λίγες ημέρες «πρόδωσε» τον 36χρονο καθηγητή μουσικής σε ιδιωτικό σχολείο των βορείων προαστίων της Αθήνας ο οποίος σκότωσε τη συνομήλικη σύζυγό του και στη συνέχεια έθαψε το πτώμα της σε απόσταση αναπνοής από την παιδική χαρά όπου έπαιζαν σχεδόν καθημερινά τα παιδιά του. Σύμφωνα με πληροφορίες ο 36χρονος, γιος γνωστού πανεπιστημιακού καθηγητή της Ιατρικής, παραδέχθηκε τη δολοφονία μιλώντας στο τηλέφωνο σε παραληρηματική κατάσταση.

Προχθές ο θείος και ο πατέρας του μαζί με έναν δικηγόρο πήγαν στην Ασφάλεια Αττικής, ανέφεραν το περιεχόμενο της τηλεφωνικής επικοινωνίας και λίγες ώρες αργότερα ο 36χρονος κατά την κατάθεσή του «έσπασε» και αποκάλυψε στους αστυνομικούς τι είχε συμβεί με κάθε λεπτομέρεια, σοκάροντας ακόμη και τους έμπειρους σε τέτοιες υποθέσεις αστυνομικούς.

Το τελευταίο χρονικό διάστημα το ζευγάρι καβγάδιζε συχνά. Εκείνη του είχε πει να χωρίσουν επειδή τη ζήλευε παράφορα, ωστόσο εκείνος, ο οποίος αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα, διαφωνούσε. Επίσης τσακώνονταν και για το σπίτι στο οποίο διέμεναν στη Φιλοθέη, καθώς η μητέρα του είχε την επικαρπία. Το μεσημέρι της 16ης Σεπτεμβρίου, όπως κατέθεσε ο 36χρονος, άρχισε ένας νέος καβγάς. Τότε ειδοποίησε τη μητέρα του να πάρει τα παιδιά, ηλικίας τεσσεράμισι ετών και 15 μηνών, για να μη γίνουν μάρτυρες του επεισοδίου. Ο καθηγητής μουσικής ισχυρίστηκε ότι η γυναίκα του τού επιτέθηκε αρκετές φορές με μαχαίρι, ωστόσο εκείνος αντιστάθηκε χτυπώντας τη με ηλεκτρικό σίδερο στο στήθος και με γροθιά στον λαιμό της. «Ακολούθως την πήγα στο μπάνιο για να της ρίξω νερό και να τη συνεφέρω,αλλά ήταν ήδη νεκρή» υποστήριξε. Σύμφωνα με πληροφορίες εκτιμάται ότι ο δράστης έπνιξε τη σύζυγό του βάζοντας το κεφάλι της μέσα στο νερό της μπανιέρας, καθώς, όπως ανέφερε ο ιατροδικαστής, τα τραύματα που είχε στο σώμα της δεν την οδήγησαν στον θάνατο.

Εξεταζόμενος από τους αστυνομικούς ο 36χρονος είπε ότι μάζεψε τα ματωμένα ρούχα και τα έβαλε σε σακούλες. Ακολούθως πήρε το σώμα της συζύγου του, το τύλιξε σε σεντόνι και αρχικά επιχείρησε να το βάλει στο φρεάτιο του ασανσέρ της πολυκατοικίας όπου διέμεναν. Ωστόσο άλλαξε γνώμη και κατευθύνθηκε στον κήπο προκειμένου να σκάψει κάτω από το σπίτι του σκύλου. Τελικά έβαλε το πτώμα σε δύο σακούλες και το τοποθέτησε στο πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου του. Τη στιγμή εκείνη έφθασαν στο σπίτι η μητέρα του και τα δύο παιδιά.

Λίγο αργότερα πήγε με το αυτοκίνητο στην περιοχή της πλατείας Κένεντι στο Χαλάνδρι, όπου πέταξε τις σακούλες με τα ρούχα, ενώ τη σύζυγό του την έριξε σε έναν κάδο απορριμμάτων στην Παιανία. Ακολούθως κατευθύνθηκε στο σπίτι των πεθερικών του και τους είπε ότι τσακώθηκαν με τη σύζυγό του και ότι εκείνη είχε εξαφανιστεί. Μετά επέστρεψε στην Παιανία, πήρε το άψυχο σώμα της γυναίκας του και πήγε στο πάρκο «Πουλάκη» απέναντι από το σπίτι τους.

Βρήκε ένα σημείο με πυκνή βλάστηση και χρησιμοποιώντας μια τσάπα και ένα φτυάρι έσκαψε. Μάλιστα είχε μαζί του και έναν παιδικό φακό για να βλέπει επειδή είχε πέσει το σκοτάδι. Αφού έσκαψε έναν λάκκο, έβαλε μέσα το πτώμα και το σκέπασε με χώμα και πέτρες, ενώ την επόμενη ημέρα με ένα καρότσι οικοδομής μετέφερε τσιμέντο το οποίο έριξε για να αποφύγει τον εντοπισμό του πτώματος από διερχόμενα σκυλιά που έβγαζαν βόλτα οι ιδιοκτήτες τους στο σημείο. Στις 18 Σεπτεμβρίου δηλώθηκε η εξαφάνιση της 36χρονης στην ΕΛ.ΑΣ. και άρχισαν έρευνες για τον εντοπισμό της. Τελικά μετά το τηλεφώνημα που έκανε στον θείο του άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για την εξιχνίαση της υπόθεσης.