Η μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή στην Ελλάδα, η οποία σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών ανέρχεται σε 21 δισ. ευρώ (πρόκειται για συντηρητική εκτίμηση) δεν αφορά μόνο τους έλληνες πολίτες αλλά εμμέσως και τους πολίτες των άλλων χωρών-μελών της ΕΕ, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις εισπράξεις μέσω του ΦΠΑ.

Γιατί; Διότι η ΕΕ καταρτίζει τον ετήσιο προϋπολογισμό της (ο οποίος στη συνέχεια μοιράζεται μέσω πολιτικών στα κράτη-μέλη της ΕΕ) με βάση κάποια έσοδα που συγκεντρώνονται μέσω εισπράξεων από τους «27» ανάλογα με το ύψος του ΑΕΠ, των δασμών και των εισφορών, του ΦΠΑ κτλ. Ετσι, όταν ένα κράτος-μέλος δεν είναι σε θέση να συγκεντρώσει τα έσοδα από τον φόρο αυτόν, δεν αποστερεί μόνο τους πολίτες της από πολύτιμους οικονομικούς πόρους αλλά και τους πολίτες των άλλων κρατώνμελών που επωφελούνται από τις ενισχύσεις μέσω των χρηματοδοτήσεων του κοινοτικού προϋπολογισμού. Η έκταση της φοροδιαφυγής από τον ΦΠΑ στην Ελλάδα δεν είναι γνωστή. Ορισμένοι αναφέρουν ότι μόνο στα πετρελαιοειδή η φοροδιαφυγή φθάνει τα 3 δισ. ευρώ, ενώ άλλοι την υπολογίζουν σε 1,5 δισ. ευρώ. Σημασία έχει ότι η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί, αφού δεν βρισκόμαστε στο «παρά πέντε» αλλά στο «και πέντε». Η ΕΕ καλεί όλα τα κράτη-μέλη όχι μόνο να καταπολεμήσουν τη φοροδιαφυγή αλλά και να συνεργαστούν μεταξύ τους ώστε να συγκεντρώνονται τα απαραίτητα ποσά για την επίτευξη των στόχων που προβλέπουν οι πολιτικές των «27». Σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΕΕ η φοροδιαφυγή στους «27» φθάνει τα 100 δισ. ευρώ, ποσό τεράστιο αν λάβει κανείς υπόψη του ότι ο κοινοτικός προϋπολογισμός ανέρχεται σε περίπου 120 δισ. ευρώ. Στο πλαίσιο αυτό η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής από τις κυβερνήσεις δεν αποτελεί μόνο υποχρέωσή τους έναντι των πολιτών της χώρας που κυβερνούν αλλά και υποχρέωση έναντι του συνόλου των πολιτών της ΕΕ.

Ισχύει η Οδηγία
Η Οδηγία 2008/55/ΕΚ του Συμβουλίου Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, που ισχύει από τον Ιούνιο του 2008, προβλέπει ότι τα κράτη-μέλη της ΕΕ καλούνται να θεσπίσουν κοινούς κανόνες αμοιβαίας συνδρομής για την είσπραξη απαιτήσεων του ΦΠΑ, των ειδικών εναρμονισμένων φόρων κατανάλωσης (βιομηχανοποιημένα καπνά, αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά, πετρελαιοειδή), καθώς επίσης των φόρων επί των ασφαλίστρων. Τα κράτημέλη θα πρέπει επίσης να εφαρμόζουν κοινά μέτρα και για την είσπραξη τόκων, διοικητικών κυρώσεων και προστίμων αλλά και δαπανών σχετικά με τις απαιτήσεις επί των φόρων. Η Οδηγία αυτή δεν μπορεί να εφαρμοστεί άμεσα και ολοκληρωμένα στην Ελλάδα (και σε άλλες χώρες-μέλη της ΕΕ) διότι οι μηχανισμοί στα τελωνεία δεν λειτουργούν στον απαραίτητο ικανοποιητικό βαθμό. Ας ελπίσουμε ότι θα συμπληρωθούν τα υπάρχοντα κενά, διότι οι πιέσεις της ΕΕ για την καταπολέμηση της απάτης στον ΦΠΑ, τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή είναι ιδιαίτερα έντονες και ισχυρές και ενδεχομένως να κληθούμε να καταβάλουμε συμμετοχή στον κοινοτικό προϋπολογισμό με βάση το ποσό του πραγματικού ύψους του ΦΠΑ και όχι του ποσού που εισπράττεται από τις φορολογικές αρχές. Το ενδεχόμενο αυτό συζητείται.

2,9 δισ. ευρώ λιγότεροι φόροι στις επιχειρήσεις

Στα 2,9 δισ. ευρώ φθάνουν τα φορολογικά έσοδα που έχασε η κυβέρνηση από τη μείωση των φορολογικών συντελεστών σε περίπου 200 επιχειρήσεις την τριετία 2005-2007 και πλέον προσπαθεί να καλύψει τα κενά αυτά διευρύνοντας τη φορολογική βάση και επιβαρύνοντας χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες και μισθωτούς.

Σύμφωνα με τα έγγραφα που κατέθεσε στη Βουλή κατά τη διάρκεια της συζήτησης του φορολογικού νομοσχεδίου ο βουλευτής Σερρών του ΠαΣοΚ κ. Στ.Κουτμερίδης , φαίνεται από τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων (ΓΓΠΣ) ότι μέσα στην παραπάνω τριετία το υπουργείο Οικονομικών θα μπορούσε να έχει εισπράξει 2,9 δισ. ευρώ από τις επιχειρήσεις αν δεν είχε μειώσει τους φορολογικούς συντελεστές τους. Μάλιστα ο βουλευτής επισημαίνει ότι το ποσό αυτό είναι όσο χρειάζεται η κυβέρνηση για να καλύψει τα ελλείμματα του προϋπολογισμού. Η απώλεια εσόδων από τις ΑΕ ανέρχεται για την περίοδο 2005-2007 σε 1,34 δισ. ευρώ, από τις ΕΠΕ σε 101 εκατ. ευρώ και τις ΟΕ και άλλες επιχειρήσεις σε 126 εκατ. ευρώ.