Την αισιοδοξία από τη διάσωση του προβληματικού γίγαντα της Wall Street, τη Lehman Βrothers, επισκίασαν τα απρόσμενα αρνητικότερα των προβλεπομένων στοιχεία για την αμερικανική οικονομία. Οι βάσιμες ελπίδες διάσωσης της 158χρονης τράπεζας επενδύσεων, οι οποίες είχαν πυροδοτήσει το ράλι της Wall Street κατά 1,46% αργά το βράδυ της Πέμπτης, και οι προσδοκίες συνένωσης του τραπεζικού τομέα της Γερμανίας μετά τη συμφωνία της Deutsche Βank να αγοράσει την αντίπαλο Deutsche Ρostbank αντί του ποσού των 13 δισ. δολαρίων είχαν προκαλέσει τον αγοραστικό πυρετό των μετοχών του τραπεζικού τομέα και είχαν κινήσει ανοδικά τα χρηματιστήρια της Ευρώπης και της Ασίας. Ωστόσο τα κέρδη των ευρωπαϊκών μετοχών άρχισαν να μειώνονται όταν η Wall Street ξεκίνησε με αρνητική διάθεση.
Την ήδη ευάλωτη διάθεση των επενδυτών χάλασε η απροσδόκητη πτώση των λιανικών πωλήσεων τον Αύγουστο στις ΗΠΑ. Οι λιανικές πωλήσεις σημείωσαν πτώση 0,3%, τον περασμένο μήνα, αλλά και τον Ιούλιο είχαν πέσει 0,5%. Εξαιρουμένων μάλιστα των πωλήσεων αυτοκινήτων, η πτώση των πωλήσεων ήταν 0,7%, δηλαδή η μεγαλύτερη του έτους. Λέγεται ότι τη συρρίκνωση των πωλήσεων προκάλεσε το ξόδεμα ήδη των τσεκ που είχαν λάβει τα αμερικανικά νοικοκυριά μετά τις φορολογικές απαλλαγές που αποφάσισε η κυβέρνηση Μπους και ενέκρινε το Κογκρέσο ως αντίβαρο της κατάρρευσης στις τιμές των κατοικιών και στην πιστωτική κρίση. Τα στοιχεία αυτά μέτρησαν καθώς συνδυάστηκαν με το άλμα της ανεργίας στα υψηλότερα επίπεδα των πέντε ετών, στο 6,1% τον ίδιο μήνα (Αύγουστο), και προκάλεσαν τις ανησυχίες για τις προοπτικές της αμερικανικής και της παγκόσμιας οικονομίας.
Αλλωστε οι αυξανόμενες ανησυχίες για οικονομική ύφεση στον κόσμο έχουν πυροδοτήσει τεράστιες εκροές από τα αμοιβαία κεφάλαια μετοχών και ομολόγων στις αναδυόμενες αγορές. Οι εκροές έφθασαν τα 21 δισ. ευρώ τους τελευταίους τρεις μήνες, επίπεδα που είναι τα υψηλότερα τουλάχιστον από το 1995, ενώ επιταχύνθηκαν οι ρυθμοί απόσυρσης των κεφαλαίων την εβδομάδα που πέρασε. Ηδη η κατακόρυφη πτώση των τιμών των εμπορευμάτων, οι πληθωριστικές πιέσεις και τα γεωπολιτικά προβλήματα είχαν προκαλέσει πλήγμα στις αγορές. Και το χειρότερο είναι ότι τα στοιχεία αυτά αποδεικνύουν ότι ήταν μύθος το επιχείρημα ότι οι αναδυόμενες αγορές είναι απρόσβλητες στα προβλήματα του ανεπτυγμένου κόσμου. Να θυμίσουμε ότι η πλειονότητα των στρατηγικών αναλυτών για μετοχές υποστήριζε το σενάριο της «αποσύνδεσης» της παγκόσμιας οικονομίας από την οικονομία των ΗΠΑ. Με άλλα λόγια, οι διάφοροι γκουρού ισχυρίζονταν ότι η οικονομία των ΗΠΑ μπορεί να πέσει σε ύφεση, αλλά ο υπόλοιπος κόσμος θα αναπτύσσεται. Γι΄ αυτό άλλωστε προέβλεπαν ότι οι αναδυόμενες αγορές θα συνεχίσουν να είναι οι αγαπημένες των επενδυτών και το 2008.
Διαψεύστηκαν όμως παταγωδώς
Συμφωνία της Deutsche Βank για εξαγορά της Deutsche Ρostbank αντί 13 δισ. δολαρίων
όλοι αυτοί οι ειδικοί. Καταρρέει το χρηματιστήριο της Σανγκάης. Ο δείκτης-«βαρόμετρο» για τις κινεζικές μετοχές, ο Shanghai Composite, έχει χάσει το 37,8% της αξίας του από 1ης Ιουνίου και το 60,47% της αξίας του από τις αρχές του έτους. Οι φήμες ότι θα υπάρξει κυβερνητική στήριξη όταν ο δείκτης θα διασπάσει προς τα κάτω τα κρίσιμα ψυχολογικά επίπεδα των 2.000 μονάδων ήταν έντονες χθες. Πάντως δεν έγινε κάτι τέτοιο, ενώ ο δείκτης έκλεισε στις 2.079,67 μονάδες την Παρασκευή. Λέγεται ότι η κάθετη πτώση των κινεζικών μετοχών ασκεί έντονες πιέσεις στις κινεζικές αρχές προκειμένου να βρουν τι πρέπει να κάνουν ώστε να στηρίξουν τις τιμές των μετοχών και έτσι να αποφευχθεί μια κοινωνική αναταραχή παρόμοια με αυτήν που παρατηρήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Οι Αρχές του χρηματιστηρίου (CSRC) εκτιμάται ότι θα εξετάσουν τη δημιουργία ενός κεφαλαίου το οποίο θα αγοράζει μετοχές ώστε να στηρίξει την κινεζική αγορά. Ωστόσο οι αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι ένα τέτοιο μέτρο δεν είναι επί του παρόντος εφικτό και ότι θα είναι το έσχατο που θα ληφθεί.
Καταρρέει και το χρηματιστήριο της Μόσχας. Ο δείκτης-«βαρόμετρο» για τις ρωσικές μετοχές, ο RΤS, ο οποίος αποτιμάται σε δολάρια, χάνει 45,6% από 1ης Ιουνίου. Τα κεφάλαια εγκαταλείπουν τις ρωσικές αξίες από τις αυξανόμενες ανησυχίες για τις προοπτικές της ρωσικής οικονομίας τώρα που κατρακυλά η ζήτηση για τις πρώτες ύλες, πολύ ζωτικές για τον εξαγωγικό τομέα της Ρωσίας. Τη φυγή των κεφαλαίων έχει επιδεινώσει και η ενίσχυση της έντασης μεταξύ Μόσχας και Δύσης μετά τον πόλεμο με τη Γεωργία. Πάντως ο ρώσος πρωθυπουργούς Βλαντίμιρ Πούτιν παραδέχθηκε ότι θα υπάρξει πτώση κατά 45% στην εισροή επενδυτικών κεφαλαίων το τρέχον έτος, αλλά την απέδωσε στην πιστωτική κρίση που πλήττει και τον υπόλοιπο κόσμο και όχι στη σύγκρουση με τη Γεωργία.