«Βαρύτατες θα είναι οι συνέπειες για την εθνική οικονομία» αν ο τουρισμός συνεχίσει να αντιμετωπίζεται ως «αυτοτροφοδοτούμενο» είδος, τόνισε χθες ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων κ. Ν. Αγγελόπουλος, ζητώντας να τεθεί ο Πρωθυπουργός επικεφαλής της συντονιστικής προσπάθειας για την εφαρμογή της τουριστικής πολιτικής.

Οπως τόνισε, οι προσπάθειες του υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης δεν μπορούν από μόνες τους να ανατρέψουν θετικά το αποτέλεσμα, αφού οι δραστηριότητές του περιορίζονται σε στενά πλαίσια, καθιστώντας αναγκαία την αύξηση τόσο των αρμοδιοτήτων όσο και των πόρων του.

Για τον σκοπό αυτόν πρότεινε να περάσει στην ευθύνη του υπουργείου ένα πλήθος αρμοδιοτήτων μικρής κλίμακας που εξαρτώνται από διάφορους συναρμόδιους φορείς και υπουργεία, ενώ υπογράμμισε ότι στα μείζονος σημασίας τουριστικά θέματα χρειάζεται να επιβληθεί η πολιτική βούληση του Πρωθυπουργού, αφού παρά τη φραστική προτεραιότητα για το ότι ο τουρισμός είναι «πυλώνας ανάπτυξης της οικονομίας» σημειώνεται σειρά παραλείψεων και καθυστερήσεων από συναρμόδιους υπουργούς και «εκκρεμούν ρυθμίσεις σοβαρών θεμάτων επειδή ένας υπουργός δεν θέλει να υπογράψει», με αποτέλεσμα να απειλείται η ανταγωνιστικότητα της τουριστικής οικονομίας.

Ο κ. Αγγελόπουλος άσκησε κριτική σε όλες τις συναρμοδιότητες που εμπλέκονται στην τουριστική πολιτική, υπογραμμίζοντας θέματα που δεν έχουν επιλυθεί ακόμη, όπως η λειτουργική τακτοποίηση των ξενοδοχείων της χώρας, που εμποδίζει και την κατάταξη των καταλυμάτων σε αστέρια, αλλά και η διαμόρφωση του Ειδικού Χωροταξικού Σχεδίου για τον τουρισμό «χωρίς να λαμβάνονται υπόψη σοβαρές ενστάσεις, τόσο της πολιτικής ηγεσίας του τουρισμού όσο και των εκπροσώπων του ιδιωτικού τομέα». Αναφέρθηκε επίσης στην επιβάρυνση της ανταγωνιστικότητας του τουρισμού σε μια δύσκολη περίοδο με την πρόσθετη επιβολή φόρων «και μάλιστα όχι επί των κερδών», αλλά και τον Αναπτυξιακό Νόμο, ο οποίος διατηρεί την επιδότηση των κορεσμένων τουριστικά περιοχών με νέες κλίνες. Ταυτόχρονα έθιξε και ζητήματα όπως η διατήρηση του μονοπωλίου επίγειας εξυπηρέτησης σε 33 αεροδρόμια που επιβαρύνει το κόστος των τουριστικών πακέτων, η αδυναμία εφαρμογής της ευρωπαϊκής νομοθεσίας στην ακτοπλοΐα, αλλά και η λειτουργία των αρχαιολογικών χώρων και μουσείων «σαν αδιάφορη δημόσια υπηρεσία».

Στασιμότητα

Οι πρόσθετοι φόροι επιβαρύνουν την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού

Η στασιμότητα που παρουσιάζει η τουριστική κίνηση το 2008 σε συνδυασμό με τη συμβολή του τουρισμού κατά 18,2% στο ΑΕΠ και τη συμμετοχή του στο 20% του ενεργού πληθυσμού δηλώνει ότι «ο κύριος αιμοδότης των οικονομικών μεγεθών της χώρας δεν μπορεί να προσφέρει τίποτε παραπάνω» υπογράμμισε ο κ. Αγγελόπουλος, προσθέτοντας ότι οι αρνητικές εξελίξεις στην ευρωζώνη και κυρίως σε χώρες όπως η Αγγλία και η Γερμανία, που αποτελούν τις δύο μεγα λύτερες αγορές προσέλευσης επισκεπτών, προκαλούν «ελαφρά αλλά σταθερή μείωση των αφίξεων», ενώ δημιουργούν επιφυλάξεις για το μέλλον. Από την άλλη, οι αναμενόμενες ποσοστιαίες αυξήσεις από την Ανατολική Ευρώπη, που βασίζονται «σε μικρούς απόλυτους αριθμούς», δεν μπορούν βραχυπρόθεσμα αλλά και μεσοπρόθεσμα να εξισορροπήσουν τις απώλειες από τις παραδοσιακές αγορές. Μάλιστα το «ακριβό ευρώ» δεν είναι απαραιτήτως το κυριότερο πρόβλημα της ύφεσης, αφού με βάση τη γερμανική εφημερίδα «FVW» η Ελλάδα έχει μειώσει το μερίδιο προτίμησης στους γερμανούς επισκέπτες από 16,6% σε 9,1%, τη στιγμή που χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία έχουν αύξηση στα ποσοστά τους. Εξάλλου αν συνυπολογιστεί η μείωση 0,78% στις αεροπορικές αφίξεις για το διάστημα Ιανουαρίου- Αυγούστου 2008, με την αύξηση του οδικού τουρισμού από Βουλγαρία και Ρουμανία και την αντίστοιχη αύξηση του τουριστικού προϊόντος που ανέρχεται σε 2% εφέτος, υπολογίζεται ότι «θα υπάρξει μείωση της τάξεως του 3%-4% στον τζίρο της κάθε ξενοδοχειακής επιχείρησης» συμπλήρωσε με τη σειρά του ο κ. Αν.Ανδρεάδης, α΄ αντιπρόεδρος του ΣΕΤΕ και πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων.