Κατακτώντας το τελευταίο, χρονικά, μετάλλιο για την Ελλάδα, που ήταν όμως μόλις το τέταρτο συνολικά, ο δις ασημένιος ολυμπιονίκης του τάε κβον ντο Αλέξανδρος Νικολαΐδης συνόψισε με τον πιο μεστό τρόπο τη συνολική παρουσία της ελληνικής ολυμπιακής αποστολής στο Πεκίνο. «Στο Λονδίνο θα πάμε καλύτερα.Πολύ απλά διότι χειρότερα δεν γίνεται να πάμε» δήλωσε με αφοπλιστική ειλικρίνεια ο θεσσαλονικιός πρωταθλητής προτού δώσει απαντήσεις για τις αιτίες της αποτυχίας αλλά και να υποδείξει λύσεις. «Ζήσαμε (σ.σ.: ως ολυμπιακή αποστολή) μια δύσκολη κατάσταση- μέσα σε όλη αυτή τη φασαρία για το ντόπινγκ προσπαθήσαμε να φέρουμε επιτυχίες.Εως το 2004 υπήρχε μεγαλύτερη προβολή και ενδιαφέρον. Χρειάζεται όμως όλοι να δείξουν μεγαλύτερη προσοχή σε αθλήματα όπου πολεμάμε μόνοι μας» έκανε έκκληση ο Νικολαΐδης. Ποιος όμως θα τον ακούσει;

Οπως δεν άκουσαν οι αρμόδιοι παρόμοιες εκκλήσεις στη διάρκεια της τετραετίας για τη φθίνουσα πορεία του ελληνικού αθλητισμού που αποτυπώθηκε με τον πιο εκκωφαντικό τρόπο στην κατάταξη της Ελλάδας στον πίνακα μεταλλίων των 29ων Ολυμπιακών Αγώνων. Με μόλις τέσσερα μετάλλια, χωρίς μάλιστα κανένα χρυσό (δύο ασημένια, δύο χάλκινα), έναντι 16 (6-6-4) στην Αθήνα το 2004 και 13 (4-6-3) στο Σίδνεϊ το 2000 η Ελλάδα έσπασε κάθε ρεκόρ πτώσης μεταξύ των χωρών που έχουν διοργανώσει Ολυμπιακούς Αγώνες όσον αφορά την εμφάνιση στην επόμενη της «δικής» τους ολυμπιακής διοργάνωσης.

Και σαν να μην έφθανε η αγωνιστική καθίζηση ήρθε και η ιστορία του ντόπινγκ για να καταστήσει την όλη υπόθεση αφόρητη και να μετατρέψει σε (ελληνικό) εφιάλτη τη συμμετοχή σε μια (παγκόσμια) γιορτή. Μπορεί βέβαια να μη συνελήφθη ντοπαρισμένος κανένας έλληνας αθλητής σε έλεγχο που έγινε στη διάρκεια των Αγώνων, οι τρεις υποθέσεις όμως- του Τάσου Γκούση και, κυρίως, των Κατερίνας Θάνου και Φανής Χαλκιά – συγκλόνισαν την ελληνική αποστολή, η οποία βρέθηκε έτσι στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος. Στην περίπτωση της Θάνου αποδείχθηκε ότι η Ελλάδα πλήρωσε το γεγονός ότι δεν είχε- και δεν έχει- καθαρίσει την… μπουγάδα του 2004 και έχει γίνει αναξιόπιστη. Η σύλληψη του Γκούση από το Εθνικό Συμβούλιο για την Καταπολέμηση του Ντόπινγκ (ΕΣΚΑΝ) και της Χαλκιά από την Παγκόσμια Υπηρεσία Αντιντόπινγκ (WΑDΑ) με την περιβόητη μεθυλτριενολόνη ενίσχυσαν την υποψία ότι στην Ελλάδα υπάρχει οργανωμένο κύκλωμα διακίνησής της. Στο Πεκίνο ο ελληνικός (πρωτ)αθλητισμός πλήρωσε το γεγονός ότι δεν έχει κλείσει τους λογαριασμούς του με το ντόπινγκ και παρά τους εκτεταμένους ελέγχους που είχε διατάξει η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή βρέθηκε εκτεθειμένος.

Η μεγαλύτερη απογοήτευση ήρθε από τα αθλήματα τα οποία στις προηγούμενες ολυμπιακές διοργανώσεις είχαν δώσει τον τόνο των επιτυχιών: από τον στίβο, την άρση βαρών, τη γυμναστική και τον υγρό στίβο. Χάρη στη διαχρονική αξία που ακούει στο όνομα Πηγή Δεβετζή ο στίβος διέσωσε(;) τα προσχήματα και διεύρυνε το σερί των Αγώνων στους οποίους κατακτά μετάλλιο. Καμία σχέση όμως με τα πέντε μετάλλια (2-2-1) της Αθήνας και τα 4 (1-3-0) του Σίδνεϊ. Φτωχή ήταν και η συγκομιδή σε συμμετοχές στους τελικούς: ο Περικλής Ιακωβάκης στα 400 μ. εμπ., ο Λούης Τσάτουμας στο μήκος και η Στέλλα Παπαδοπούλου στη σφύρα, ενώ η Αθανασία Τσουμελέκα πήρε την 9η θέση στα 20 χλμ. βάδην με νέο πανελλήνιο ρεκόρ. Ελπιδοφόρα ήταν η εμφάνιση του Κώστα Δουβαλίδη που προκρίθηκε στα ημιτελικά των 110 μ. εμπ. με νέο πανελλήνιο ρεκόρ. Από εκεί και πέρα το χάος… Η πιο πολυάριθμη ομάδα στην ελληνική αποστολή, αυτή του υγρού στίβου (κολύμβηση, Εθνική πόλο ανδρών, Εθνική πόλο γυναικών, συγχρονισμένη κολύμβηση, καταδύσεις), έμεινε χωρίς μετάλλιο βουλιάζοντας στον… πάτο της πισίνας. Η έβδομη θέση της Εθνικής πόλο ανδρών, που ξύπνησε πολύ αργά και όταν είχε χάσει το… πλοίο για τα ημιτελικά, ήταν ό,τι καλύτερο είχε να επιδείξει. Η Εθνική πόλο γυναικών δεν μπορούσε να πάει πιο κάτω από την 8η θέση. Για την ελληνική κολύμβηση η βουτιά στην πισίνα του «υδάτινου κύβου» ήταν μια ψυχρολουσία αφού δεν κατάφερε να βάλει αθλητή ούτε στον ημιτελικό. Παρηγοριά(;) η 15η θέση του Σπύρου Γιαννιώτη στα 1.500 μ. ελεύθερο από τα προκριματικά, η παρουσία του ίδιου στα 10 χλμ. ανοιχτής θάλασσας, όπως και της Μαριάνας Λιμπερτά στο ίδιο αγώνισμα. Αδιάφορες ήταν οι συμμετοχές σε συγχρονισμένη κολύμβηση και καταδύσεις.

Στο ίδιο μήκος κύματος και η γυμναστική, όπου η πρόωρη αποτυχία του Βλάση Μάρα σήμανε πολύ νωρίς το τέλος των όποιων ελπίδων αφού σχεδόν τίποτε στην τωρινή ομάδα του ανσάμπλ δεν θυμίζει εκείνη που ανέβηκε στο βάθρο του Σίδνεϊ και σάρωνε τα παγκόσμια και ευρωπαϊκά μετάλλια. Οσο για την άρση βαρών, η παρουσία μετά το σοκ του ντόπινγκ δεν ήταν παρά μια ευκαιρία για κάποια νέα παιδιά να πάρουν γεύση των Ολυμπιακών Αγώνων. Γενικά (με εξαίρεση το ασημένιο του Νικολαΐδη στο τάε κβον ντο) και στα υπόλοιπα από τα λεγόμενα βαριά αθλήματα (πάλη, τζούντο, πυγμαχία) η αποτυχία υπήρξε καθολική.

Η διάσωση από το ναυάγιο του Πεκίνου των λεγόμενων ναυτικών αθλημάτων (της κωπηλασίας και της ιστιοπλοΐας) υποδεικνύει ότι αυτά πρέπει σε μια χώρα της θάλασσας όπως η Ελλάδα να τύχουν ξεχωριστής προσοχής στο πλαίσιο μιας εθνικής πολιτικής για τον αθλητισμό, αν ποτέ εφαρμοσθεί…