ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑ

Μ ία από τις πιο κοινές μορφές καρκίνου του δέρματος μπορεί να διαγνωσθεί εγκαίρως από την ιδιαίτερη χημική «οσμή» που αναδίδει, αναφέρουν αμερικανοί ερευνητές. Ειδικοί του Κέντρου Μονέλ στη Φιλαδέλφεια μελέτησαν τη σύσταση του αέρα γύρω από βασικοκυτταρικά καρκινώματα και ανακάλυψαν ότι αυτή είναι διαφορετική σε σύγκριση με εκείνη του αέρα που περιβάλλει δείγματα υγιούς δέρματος. Οι επιστήμονες ανέφεραν κατά τη διάρκεια του ετήσιου συνεδρίου της Αμερικανικής Εταιρείας Χημικών στη Φιλαδέλφεια ότι τα νέα ευρήματα προσφέρουν ελπίδα για την ανάπτυξη ενός φθηνού και ανώδυνου εργαλείου για τη διάγνωση του καρκίνου του δέρματος.

Είναι γνωστό ότι το ανθρώπινο δέρμα εκλύει χημικά που ονομάζονται πτητικές οργανικές ενώσεις (VΟC), ορισμένα εκ των οποίων έχουν μια ιδιαίτερη οσμή. Οι ερευνητές από το Κέντρο Μονέλ χρησιμοποίησαν μια τεχνολογία που ονομάζεται χρωματογραφία αερίων- φασματομετρία μάζας ώστε να εντοπίσουν τη συγκεκριμένη χημική σύσταση του αέρα που βρισκόταν κοντά σε βασικοκυτταρικά καρκινώματα. Μελέτησαν συνολικά 22 άτομα- 11 με βασικοκυτταρικό καρκίνωμα και 11 χωρίς τον συγκεκριμένο καρκίνο του δέρματος. Αν και όλα τα δείγματα αέρα περιελάμβαναν τα ίδια συστατικά, ο ειδικός εξοπλισμός των επιστημόνων αποκάλυψε ότι τα άτομα με καρκίνο εμφάνιζαν σημαντικά διαφορετικές συγκεντρώσεις ορισμένων χημικών.

Η δόκτωρ Μισέλ Γκάλαχερ που παρουσίασε τα αποτελέσματα στο συνέδριο ανέφερε ότι μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για τη δημιουργία του «προφίλ» του συγκεκριμένου καρκίνου. «Τα ευρήματά μας είναι πιθανόν κάποια ημέρα να επιτρέψουν στους γιατρούς να ελέγχουν τους ασθενείς και να διαγιγνώσκουν τους καρκίνους του δέρματος σε πολύ πρώιμο στάδιο».

Οι ερευνητές σχεδιάζουν τώρα να «χτίσουν» το προφίλ άλλων τύπων καρκίνων του δέρματος, συμπεριλαμβανομένου του πιο θανατηφόρου, που δεν είναι άλλος από το μελάνωμα.

Παρόμοια μέθοδο με αυτή των αμερικανών ειδικών ακολουθούν και βρετανοί συνάδελφοί τους προκειμένου να «οσμιστούν» τον καρκίνο. Ωστόσο οι βρετανοί ερευνητές από το Νοσοκομείο Αμερσαμ χρησιμοποιούν για τη διάγνωση… ζωντανούς αισθητήρες. Για την ακρίβεια εκμεταλλεύονται την καταπληκτική όσφρηση σκύλων οι οποίοι έχουν εκπαιδευθεί να μυρίζουν τις λεπτές αλλαγές στην οσμή των ούρων που μπορούν να εμφανίσουν άτομα με καρκίνο της ουροδόχου κύστεως. Η συγκεκριμένη ομάδα πιστεύει ότι με τον ίδιο τρόπο θα μπορεί να ανιχνεύσει επίσης τον καρκίνο του προστάτη αλλά και καρκίνους του δέρματος. Οπως αναφέρει η δόκτωρ Κάρολιν Γουίλις που συμμετέχει στις μελέτες στο Αμερσαμ, η μύτη του σκύλου αποτελεί ένα από τα πιο ευαίσθητα διαθέσιμα όργανα, το οποίο έχει συγχρόνως το πλεονέκτημα να είναι συνδεδεμένο με έναν εγκέφαλο προγραμματισμένο να αναγνωρίζει διαφορετικά μοτίβα οσμών. Και άλλες ερευνητικές ομάδες πάντως χρησιμοποιούν την οσμή του καρκίνου για να τον διαγνώσουν. Προγράμματα τέτοιου είδους «τρέχουν» και σε ό,τι αφορά τον καρκίνο του πνεύμονος καθώς μελετάται η ανάλυση χημικών που εντοπίζονται στην αναπνοή των ασθενών και μαρτυρούν όγκους στους πνεύμονες.