Σε μια πρωτοβουλία που εκτιμάται ότι θα προκαλέσει αίσθηση στην αγορά, στις επιχειρήσεις και κυρίως στα πανεπιστήμια, το υπουργείο Ανάπτυξης καταφεύγει στην έκδοση κουπονιών καινοτομίας, σε μια προσπάθεια να ενισχύσει τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Από τον Σεπτέμβριο όπου αναμένεται να εκδοθούν τα νέα κουπόνια, οι εταιρείες θα μπορούν να τα ανταλλάσσουν με υπηρεσίες από τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, είτε πρόκειται για την παροχή υπηρεσιών νέας τεχνολογίας είτε για συμβουλευτικές υπηρεσίες που αφορούν την εσωτερική οργάνωση των επιχειρήσεων. Τα κουπόνια ελπίζεται ότι θα αναγκάσουν την πανεπιστημιακή κοινότητα να ανταποκριθεί περισσότερο στις ανάγκες της αγοράς διαμορφώνοντας προϊόντα προστιθέμενης αξίας για τις επιχειρήσεις και να λειτουργήσει ως φυτώριο που θα προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες, ενισχύοντας τις χαμηλές επιδόσεις που παρουσιάζουν οι περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις στο μέτωπο της καινοτομίας. Στην πρώτη, δοκιμαστική φάση του προγράμματος η Ειδική Γραμματεία για την Ανταγωνιστικότητα προσανατολίζεται στην έκδοση περίπου χιλίων κουπονιών, το καθένα από τα οποία θα αναγράφει έναν κωδικό και θα έχει αξία 7.000 ευρώ. Αυτά θα διανεμηθούν στις επιχειρήσεις μέσω του Εθνικού Δικτύου Ερευνας και Τεχνολογίας. Ο ειδικός γραμματέας για την Ανταγωνιστικότητα κ. Ελ. Σταυρόπουλος εξηγεί ότι η επιλογή αυτή ακολουθεί το παράδειγμα της Δανίας και της Ολλανδίας, οι οποίες προσφέρουν κουπόνια καινοτομίας σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στο πλαίσιο της πολιτικής τους για την ενίσχυση της καινοτομίας, την οποία θεωρούν απαραίτητη ώστε να αντεπεξέλθουν στον διαρκώς αυξανόμενο ανταγωνισμό. Οπως προκύπτει από διεθνείς και εγχώριες μελέτες, η ελληνική επιχειρηματικότητα είναι σε μεγάλο βαθμό «επιχειρηματικότητα ανάγκης», κάτι που το υπουργείο Ανάπτυξης χαρακτηρίζει «ανησυχητικό» καθώς αυτού του είδους η επιχειρηματικότητα κατά κανόνα δεν αντέχει στον διεθνή ανταγωνισμό. Οι χαμηλές επιδόσεις των επιχειρήσεων ως προς την καινοτομία αντικατοπτρίζονται επίσης στους δείκτες επιχειρηματικότητας υψηλών δυνατοτήτων και εταιρικής επιχειρηματικότητας, στους οποίους η χώρα υστερεί σημαντικά έναντι των περισσότερων ευρωπαϊκών κρατών.

Ετσι η Ελλάδα μπορεί να βρίσκεται στην πρώτη θέση στην Ευρωπαϊκή Ενωση ως προς την επιχειρηματική αυτοαπασχόληση αλλά είναι τρίτη από το τέλος στις δαπάνες για έρευνα και τεχνολογία, ενώ είναι τελευταία ως προς το ποσοστό του κύκλου εργασιών που πραγματοποιείται διά του ηλεκτρονικού εμπορίου. Την ίδια στιγμή, βέβαια, η καινοτομία στη χώρα αποθαρρύνεται και για μια σειρά άλλους παράγοντες που έχουν να κάνουν με το γενικότερο επιχειρηματικό περιβάλλον, όπως π.χ. η πρόσβαση σε επιχειρηματικά κεφάλαια, όπου βρίσκεται στην τελευταία θέση, η παροχή δημοσίων υπηρεσιών ηλεκτρονικά, όπου κατατάσσεται 13η, αλλά και ο ολικός συντελεστής εταιρικής φορολόγησης, με βάση τον οποίο είναι τρίτη από το τέλος.

Σε κάθε περίπτωση, το νέο επιχειρησιακό πρόγραμμα για την ανταγωνιστικότητα ως και το 2013 δίνει έμφαση στη βελτίωση της ποιότητας της επιχειρηματικότητας, καθώς η ενίσχυση της καινοτομίας βελτιώνει την παραγωγικότητα των επιχειρήσεων και εντέλει βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας- και άρα (ελπίζει το υπουργείο) την κατάταξη της Ελλάδας στους σχετικούς δείκτες, όπου οι επιδόσεις της παραμένουν απογοητευτικές. Οι προσπάθειες στο μέτωπο της επιχειρηματικότητας αναμένεται μάλιστα να ενταθούν καθώς το έργο του περιορισμού της γραφειοκρατίας και του διοικητικού βάρους καθυστερεί και αποδεικνύεται δύσκολο. Χαρακτηριστικό αυτής της κατεύθυνσης είναι ότι στον τίτλο του νέου επιχειρησιακού προγράμματος δίπλα στην ανταγωνιστικότητα έχει πλέον προστεθεί η λέξη επιχειρηματικότητα.