Λάδια, ρητίνες, μύρα και καρυκεύματα για να αρωματίσουν το σώμα. Αλλά και χρυσοκεντημένα λεπτά υφάσματα για να το περιβάλλουν με φροντίδα και να το παραδώσουν στη μεταθάνατον ζωή. Τη μούμια μιας γυναίκας από τη Μακεδονία του 300 μ.Χ. η οποία είχε διατηρηθεί σε μολύβδινο φέρετρο και είχε ταφεί σε μαρμάρινη σαρκοφάγο εξέτασαν στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης ελβετοί επιστήμονες αλλά και μία Ελληνίδα, η κυρία Χριστίνα Παπαγεωργοπούλου, φέροντας στο φως για πρώτη φορά τις ουσίες που χρησιμοποιούσαν οι ταριχευτές την εποχή εκείνη.
«Ως τώρα γνωρίζαμε για την ταρίχευση στη Ρωμαϊκή εποχή στην Ελλάδα μόνο μέσα από γραπτές ιστορικές πηγές» ανέφερε χαρακτηριστικά η κυρία Παπαγεωργοπούλου, η οποία πραγματοποίησε τις περισσότερες αναλύσεις, μελετώντας τη μούμια από τη στιγμή που βγήκε από τη σαρκοφάγο, πριν από δύο χρόνια. «Μοναδικό για την εποχή και τον χώρο όπου βρέθηκε» χαρακτηρίζει εξάλλου το εύρημα ο επικεφαλής της ομάδας ερεύνης Φρανκ Ρούλι.
Το 1962 αποκαλύφθηκε η σαρκοφάγος στο λεγόμενο δυτικό νεκροταφείο της Θεσσαλονίκης το οποίο χρησιμοποιούνταν από την Ελληνιστική ως τη Βυζαντινή εποχή για καύσεις νεκρών και άλλες ταφές, ωστόσο μόλις πρόσφατα εξετάστηκε από ειδικούς επιστήμονες. Υποβλήθηκε σε εξονυχιστικές αναλύσεις, μακροσκοπικές και ανθρωπολογικές, τέθηκε κάτω από το μικροσκόπιο ενώ εξετάστηκε επίσης χρωματογραφικά και φασματομετρικά. Τα αποτελέσματα έδειξαν την παρουσία ποικιλίας ταριχευτικών ουσιών συμπεριλαμβανομένων του μύρου, των λιπαρών και των ρητινών. Οσο για το μολύβδινο φέρετρο στο οποίο βρέθηκαν εγκιβωτισμένα τα κατάλοιπα, θα πρέπει επίσης να συντελούσε στη διατήρησή τους- μολονότι οι ερευνητές δεν είναι βέβαιοι αν αυτό ήταν εσκεμμένο ή τυχαίο.
Τα καστανά φρύδια, ένας μυς χεριού, μαλλιά αλλά και κύτταρα αίματος εντοπίστηκαν στη μούμια η οποία, όπως δήλωσε ο κ. Ρούλι, «επρόκειτο για μεσήλικη γυναίκα,50-60 ετών το σώμα της οποίας ήταν καλυμμένο από χρυσοκεντημένο μοβ μεταξωτό ρούχο,ενδεικτικό της υψηλής τάξης στην οποία ανήκε». Επισημαίνεται πάντως ότι τα εξαιρετικά κεντημένα υφάσματα διατηρούνται μόνο μερικώς, αφού τα περισσότερα κομμάτια τους είναι σήμερα εύθρυπτα, λεπτά και εξαιρετικά αφυδατωμένα. Το φέρετρο είχε κατασκευαστεί ειδικά για τη συγκεκριμένη νεκρή, η οποία είχε ύψος 63 ίντσες, ήταν ξαπλωμένη σε ξύλο μέσα στο φέρετρο και ήταν τυλιγμένη με ταινίες βαμβακερού και λινού υφάσματος. Σήμερα η μούμια φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Στα κείμενα του Ομήρου, του Ηροδότου, του Πλινίου του πρεσβύτερου κ.ά. αναφέρεται ότι οι αρχαίοι Ελληνες τύλιγαν τους νεκρούς τους σε ρούχο μακρύ ως τους αστραγάλους, αφού προηγουμένως τους είχαν πλύνει με νερό και κρασί και τους είχαν αλείψει με λάδι, υπενθυμίζει η κυρία Παπαγεωργοπούλου, προσθέτοντας και την περίπτωση του Μεγάλου Αλεξάνδρου το σώμα του οποίου, κατά την παράδοση, διατηρήθηκε μέσα σε κερί μέλισσας.
Η εργασία ολοκληρώθηκε από το Εθνικό Ελβετικό Ιδρυμα Επιστημών και το Ερευνητικό Κέντρο του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης.
Η μούμια «μίλησε»
Λάδια, ρητίνες, μύρα και καρυκεύματα για να αρωματίσουν το σώμα. Αλλά και χρυσοκεντημένα λεπτά υφάσματα για να το περιβάλλουν με φροντίδα και να το παραδώσουν στη μεταθάνατον ζωή. Τη μούμια μιας γυναίκας από τη Μακεδονία του 300 μ.Χ. η οποία είχε διατηρηθεί σε μολύβδινο φέρετρο και είχε ταφεί σε μαρμάρινη σαρκοφάγο εξέτασαν στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης ελβετοί επιστήμονες αλλά και μία Ελληνίδα, η κυρία Χριστίνα Παπαγεωργοπούλου, φέροντας στο φως για πρώτη φορά τις ουσίες που χρησιμοποιούσαν οι ταριχευτές την εποχή εκείνη.
Λάδια, ρητίνες, μύρα και καρυκεύματα για να αρωματίσουν το σώμα. Αλλά και χρυσοκεντημένα λεπτά υφάσματα για να το περιβάλλουν με φροντίδα και να το παραδώσουν στη μεταθάνατον ζωή. Τη μούμια μιας γυναίκας από τη Μακεδονία του 300 μ.Χ. η οποία είχε διατηρηθεί σε μολύβδινο φέρετρο και είχε ταφεί σε μαρμάρινη σαρκοφάγο εξέτασαν στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης ελβετοί επιστήμονες αλλά και μία Ελληνίδα, η κυρία Χριστίνα Παπαγεωργοπούλου, φέροντας στο φως για πρώτη φορά τις ουσίες που χρησιμοποιούσαν οι ταριχευτές την εποχή εκείνη.
Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.