Η δαμόκλειος σπάθη του πυρηνικού ολοκαυτώματος δεν επικρέμαται πλέον επί των κεφαλών μας, αλλά η ανθρωπότητα συνεχίζει να αντιμετωπίζει σημαντικές δυσκολίες στη διαχείριση του εκρηκτικού μείγματος τεχνολογικών εξελίξεων και πολιτικοκοινωνικής ανωριμότητας
Συμπληρώνονται εξήντα τρία χρόνια από τις δύο πρώτες, και ευτυχώς μοναδικές μέχρι σήμερα, χρήσεις του πιο «αποτελεσματικού»- με κριτήριο τις προκληθείσες ανθρώπινες απώλειες- όπλου: τη θλιβερή επέτειο του πυρηνικού βομβαρδισμού των δύο ιαπωνικών πόλεων, με 220.000 νεκρούς από τις άμεσες συνέπειες της έκρηξης και πολλές χιλιάδες ακόμη από τη ραδιενέργεια μέσα στους επόμενους μήνες και χρόνια. Οι δύο άτυχες πόλεις προστέθηκαν στον μακροσκελή κατάλογο μαύρων σελίδων στην ιστορία της ανθρωπότητας, δίπλα στη Δρέσδη, στο Αουσβιτς, στη μάχη του Σομ, στη Ρουάντα, στη μαοϊκή «Πολιτιστική Επανάσταση», στη Σρεμπρένιτσα, και άλλα «επιτεύγματα» του 20ού αιώνα. Οι ιστορικοί διαφωνούν ακόμη και σήμερα για την αναγκαιότητα της χρήσης της ατομικής βόμβας, ιδιαίτερα της δεύτερης κατά του Ναγκασάκι. Σε κάθε περίπτωση, εκείνο τον μοιραίο Αύγουστο του 1945 η ανθρωπότητα εισήλθε στην πυρηνική εποχή. Από το 1947 εμφανίζεται στο εξώφυλλο της έγκυρης επιστημονικής επιθεώρησης «Βulletin of the Αtomic Scientists» το «ρολόι του ολοκαυτώματος» (Doomsday Clock), οι δείκτες του οποίου δείχνουν την εκτιμώμενη απόσταση από μια πλανητική (πυρηνική ή άλλου τύπου) καταστροφή. Οι δείκτες έχουν κινηθεί 17 φορές, από τα 16 λεπτά από τα μεσάνυχτα (1991) ως τα 2 λεπτά (1953) και σήμερα βρίσκονται στα πέντε λεπτά. Η ανησυχία επικεντρώνεται, όχι υποχρεωτικά ισομερώς, στα πυρηνικά όπλα, στην κλιματική αλλαγή και στις συνέπειες των νέων τεχνολογιών: γενετική, βιολογία και νανοτεχνολογία. Οσον αφορά τη διασπορά των πυρηνικών όπλων, ένα από τα σενάρια που απασχολούν τους ειδικούς σε περίπτωση ανοιχτής πυρηνικοποίησης του Ιράν είναι ένα αποτέλεσμα «ντόμινο», με μια αλληλουχία γεγονότων που θα οδηγούσαν στην πυρηνικοποίηση, μεταξύ άλλων, της Σ. Αραβίας, της Αιγύπτου και της Τουρκίας. Πρόκειται, βεβαίως, για καθαρά υποθετικά σενάρια με μεγάλο αριθμό μεταβλητών και προϋποθέσεων. Επίσης, ανησυχία προκαλεί η πιθανότητα απόκτησης όπλων μαζικής καταστροφής από μη κρατικές οντότητες (κυρίως τρομοκρατικές οργανώσεις). Μια πρώτη γεύση έδωσε η χρήση χημικών όπλων στο Τόκιο από την ιαπωνική παραθρησκευτική οργάνωση Αούμ Σινρίκιο το 1995.
Παρ΄ ότι έχει σημειωθεί πρόοδος στις προσπάθειες μείωσης των πυρηνικών όπλων ΗΠΑ και Ρωσίας, οι αριθμοί παραμένουν πολύ υψηλοί. Οι ΗΠΑ διαθέτουν επισήμως 5.914 κεφαλές (10.563 το 1990), η Ρωσία 5.189 (10.271 το 1990), η Γαλλία 350, η Βρετανία 185, η Κίνα 410, το Ισραήλ 200, η Ινδία και το Πακιστάν από 60-70 κεφαλές. Η κατάσταση περιπλέκεται από την ανάπτυξη αντιπυραυλικών συστημάτων από τις ΗΠΑ και αντιδορυφορικών ικανοτήτων από την Κίνα, ενώ όσον αφορά τις αμυντικές δαπάνες, σύμφωνα με το Σουηδικό Ινστιτούτο Ερευνας για την Ειρήνη (SΙΡRΙ), το 2007 ανήλθαν σε 1.339 δισ. δολάρια (με τις ΗΠΑ να ξοδεύουν το 45%). Η αύξηση μεταξύ 1998-2007 φθάνει το 45%, ενώ από το προηγούμενο έτος ανέρχεται σε 6%.
Η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών σε μια εποχή όπου δεν υπήρξαν νέες σημαντικές διακρατικές συγκρούσεις προκαλεί ερωτηματικά και ανησυχία. Τα στοιχεία του SΙΡRΙ δείχνουν ότι ελάχιστα από τα «μικρά» κράτη έχουν μειώσει σε σημαντικό ποσοστό τις στρατιωτικές δαπάνες τους, αλλά η γενικότερη αύξηση οφείλεται κυρίως στις ΗΠΑ (44% του συνόλου), στην Κίνα (με συνεχή αυξητική τάση) και στην Ινδία. Εξάλλου, ανησυχητική είναι και η αύξηση (σχεδόν κατά 50%) των εξαγωγών οπλικών συστημάτων από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία προς την Κίνα, την Ινδία και άλλες χώρες.
Στις θετικές εξελίξεις περιλαμβάνεται η συμφωνία (του Σεπτεμβρίου 2007) μεταξύ ΗΠΑ, Κίνας, Ρωσίας, Ιαπωνίας και Ν. Κορέας με τη Β. Κορέα γιαελπίζεται οριστική- κατάργηση του πυρηνικού προγράμματος της Πιονγιάνγκ καθώς και η πρόοδος που σημειώθηκε στις προσπάθειες απαγόρευσης των βομβών διασποράς (cluster munitions), ενώ στις αρνητικές, η ισραηλινή αεροπορική επιδρομή και καταστροφή υποτιθέμενου πυρηνικού στόχου στη Συρία (που είχε κατασκευαστεί με βορειοκορεατική βοήθεια;).
Αναφορά θα πρέπει να γίνει και στις αποπυρηνικοποιημένες- ως αποτέλεσμα διεθνών συμφωνιών- περιοχές του πλανήτη: Λατινική Αμερική, Νότιος Ειρηνικός, Νοτιοανατολική Ασία, Κεντρική Ασία και Αφρική (αν και οι δύο τελευταίες συνθήκες δεν έχουν τεθεί σε εφαρμογή), καθώς επίσης και Ανταρκτική, Μογγολία, βυθός των θαλασσών και εξωτερικό διάστημα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, πάντως, οι σχετικές δεσμεύσεις των «επίσημων» πυρηνικών δυνάμεων είναι αρκετά περιορισμένες.
Λόγω της ανάγκης μείωσης των εκπομπών ρύπων στην ατμόσφαιρα και της αναμενομένης σημαντικής αύξησης της ζήτησης και της κατανάλωσης ενέργειας στις αναπτυσσόμενες χώρες (με κύρια παραδείγματα την Ινδία και την Κίνα), αυξάνεται εσχάτως η «δημοτικότητα» της πυρηνικής ενέργειας ως συμπληρωματικής λύσης για την κάλυψη των παγκόσμιων ενεργειακών αναγκών. Αν και η χρήση ειρηνικών πυρηνικών εγκαταστάσεων δεν είναι η καλύτερη (από απόψεως χρόνου και οικονομικού κόστους) μέθοδος για την κατασκευή πυρηνικών όπλων, ωστόσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τον σκοπό αυτό.
Δεκαεπτά χρόνια μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης η δαμόκλειος σπάθη του πυρηνικού ολοκαυτώματος δεν επικρέμαται πλέον επί των κεφαλών μας, αλλά η ανθρωπότητα συνεχίζει να αντιμετωπίζει σημαντικές δυσκολίες στη διαχείριση του εκρηκτικού μείγματος τεχνολογικών εξελίξεων και πολιτικοκοινωνικής ανωριμότητας.
Ο κ. Θ. Π. Ντόκος είναι γενικός διευθυντής στο Ελληνικό Ιδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ).