Η υπέρμετρη ζήτηση – αχρείαστων- προϊόντων φέρνει αύξηση των τιμών
Κυρίαρχο ρόλο στα υποκειμενικά κίνητρα, που ωθούν τον πληθωρισμό στα ύψη, έχει αναμφίβολα ο νεοπλουτισμός. Και δεν μας απασχολεί στο παρόν σημείωμα η αντιαισθητική πλευρά του (το κιτς), αλλά η οικονομική του διάσταση.
Ο εύκολος και αιφνίδιος πλουτισμός δεν είναι πάντα ο καλύτερος σύμβουλος ούτε για την ψυχική υγεία του πλουτήσαντος ούτε για την ορθή διαχείριση των χρημάτων του. Πολλοί από τους τυχερούς του πρώτου αριθμού του λαχείου δυστυχούν, διότι οι «επιτήδειοι» που τους πλησιάζουν για να τους συμβουλεύσουν φροντίζουν να γεμίσουν τις δικές τους τσέπες αδειάζοντας αυτές του «τυχερού».
Αυτές οι περιπτώσεις βέβαια είναι λίγες. Οι πολλές βρίσκονται ανάμεσά μας, στους καθημερινούς ανθρώπους όπως λέμε, που δεν είναι απαραίτητο να απέκτησαν αιφνίδια περιουσία, αλλά που διακατέχονται από νεοπλουτική νοοτροπία.
Κατά τον Μεσοπόλεμο, ο τότε καθηγητής Κοινωνιολογίας του ΑΠΘ Αμβροτέλης Ελευθερόπουλος ενέταξε σε κατηγορίες τα κίνητρα που ωθούν τον άνθρωπο σε δράση. Πολύ απλά να πούμε ότι τα διαχώρισε σε δύο μεγάλες κατηγορίες: στο κίνητρο ευζωίας και στο κίνητρο επίδειξης που έγινε υπερτροφικό στους Ελληνες.
Αυτή η συμπεριφορά έχει την εξήγησή της. Ευνοείται από την υπέρμετρη προβολή ανθρώπων του χρήματος ανεξάρτητα από ενδεχόμενη απουσία ήθους ή αναξιοκρατική αναρρίχηση. Το ποιόν αντικαταστάθηκε από το ποσόν. Δεν εκπλήσσει επομένως ο άκρατος ανταγωνισμός των μητέρων για το ποιο παιδί θα φορέσει τα ακριβότερα ρούχα στο σχολείο.
Δεν πέρασε πολύς καιρός από τότε που ο πρώην πρωθυπουργός Ξενοφών Ζολώτας μίλησε για την «οικονομία των μπουτίκ». Ρετάλια εξ Ιταλίας των 10.000 δρχ. (τότε) πωλούνταν στα επώνυμα καταστήματα αντί 100.000 δρχ. ως φορέματα της τελευταίας μόδας.
Η περίπτωση δεν είναι μεμονωμένη. Τη συναντούμε καθημερινά στα πολυκαταστήματα τροφίμων. Αντιμετωπίζουμε με ειρωνεία τους Βορειοευρωπαίους που αγοράζουν τρεις ντομάτες, γιατί τόσες χρειάζονται για τα γεύματα της ημέρας, και αγοράζουμε περισσότερες από τις αναγκαίες. Εχει υπολογισθεί ότι από τα 1,3 κιλά απορριμμάτων που αναλογούν ημερησίως σε κάθε κάτοικο τα 500 γραμμάρια είναι τρόφιμα. Κατά τη δεκαετία του ΄60 η ποσότητα αυτή ήταν μηδενική. Τότε όμως δεν είχαμε κυριευθεί από τον νεοπλουτισμό. Φυσικά η υπέρμετρη ζήτηση- αχρείαστων- προϊόντων τροφοδοτεί τον πληθωρισμό.
Είναι χαρακτηριστικό αυτό που έγραψε ο Ουμπέρτο Εκο: ότι από τότε που έγινε αποδεκτή η πλαστική γούνα- όταν δηλαδή βαπτίστηκε «οικολογική»- δεν αυξήθηκε δυσανάλογα μόνο η τιμή της, αλλά και… τα εισιτήρια των θεάτρων και ο αριθμός των επισκεπτών εκθέσεων ζωγραφικής. Διότι τη γούνα δεν την αγοράσαμε τόσο για να μας ζεστάνει αλλά για να την επιδείξουμε. Και αυτό δεν θα συμβεί στο ταβερνάκι της γειτονιάς. Θέλει «εξευγενισμένους» χώρους.
Ο κ. Π. Κοκκόρης είναι οικονομολόγος.