Για περισσότερα από 70 χρόνια το Σέστο Σαν Τζιοβάνι, στα προάστια του Μιλάνου, ήταν ένα από τα προπύργια της Αριστεράς καθώς προσέλκυε χιλιάδες μετανάστες που έφθαναν από τον φτωχό Νότο για να δουλέψουν στα εργοστάσια του Βορρά.
Πρόσφατα, όμως, άλλαξαν πολλά. Τα εργοστάσια έκλεισαν και οι περισσότεροι μετανάστες που καταφθάνουν στην πόλη δεν προέρχονται από τη Νότια Ιταλία αλλά από άλλες χώρες. Και όχι μόνο. Η Κεντροδεξιά έσπασε την αλλοτινή αριστερή παράδοση καθώς επικράτησε στις δημοτικές εκλογές του περασμένου Ιουνίου.
Σήμερα, εάν υπάρχει ένα μέρος στη χώρα όπου η οικονομική και μεταναστευτική κρίση έρχονται σε σύγκρουση, αυτό είναι το Σέστο. Και αν υπάρχει ένα μέρος όπου μπορεί κανείς να νιώσει τον παλμό μιας υφέρπουσας αντιμεταναστευτικής επιρροής της Δεξιάς στο πολιτικό γίγνεσθαι, πάλι το Σέστο είναι αυτό.
Δεδομένης της αβεβαιότητας που προέκυψε μετά τις βουλευτικές εκλογές του περασμένου μήνα (ακόμη δεν έχει σχηματιστεί κυβέρνηση), υπάρχει μεγάλη πιθανότητα το Κίνημα των Πέντε Αστέρων και η αντιμεταναστευτική Λέγκα να συμμετάσχουν σε κάποιο κυβερνητικό σχήμα.
Ηδη εδώ και εννέα μήνες οι μετανάστες στο Σέστο, που αποτελούν περίπου το 19% των κατοίκων της πόλης, έχουν πάρει μια γεύση του τι σημαίνει δεξιά διακυβέρνηση. Ο 40χρονος νέος δήμαρχος Ρομπέρτο Ντι Στέφανο ταυτίζεται τόσο με την κεντροδεξιά Forza Italia του πρώην πρωθυπουργού Μπερλουσκόνι όσο και με την ακροδεξιά Λέγκα. Σε συνέντευξή του καυχήθηκε για το γεγονός πως όταν ανέλαβε καθήκοντα απέλασε 230 παράτυπους μετανάστες, ενώ ζήτησε από την κυβέρνηση να στείλει στρατό για να περιπολεί στους δρόμους.
Ανάμεσα στις πρωτοβουλίες του ήταν να πάρει τον έλεγχο των δημόσιων κτιρίων στέγασης, να κάνει έξωση στους μετανάστες που πλήρωναν για ένα κρεβάτι στους γεμάτους κοιτώνες και να δώσει προτεραιότητα στα προβλήματα των Ιταλών. Την ίδια ώρα, μπλόκαρε το σχέδιο ανέγερσης τεμένους που είχε εγκρίνει η προηγούμενη διοίκηση.
Ο Ντι Στέφανο θέλει να περάσει ένα διαφορετικό μήνυμα σε ό,τι αφορά την οικονομική κρίση που αντιμετωπίζουν οι δήμαρχοι σε όλη την Ιταλία. Ο ίδιος λέει ότι βρίσκεται σε επικοινωνία με τις ξένες πρεσβείες, οι πολίτες των οποίων επιβαρύνουν τις κοινωνικές υπηρεσίες του Σέστο: «Εμείς τους λέμε, κύριοι, δεν είναι δουλειά της Ιταλίας ή του δημαρχείου να φροντίσει τους πολίτες σας που έχουν ανάγκη, γι’ αυτό φροντίστε εσείς να τους περιθάλψετε».
Οι επικριτές του λένε ότι οι πιο πρόσφατοι μετανάστες είναι αυτοί που έχουν πληγεί περισσότερο από τα μέτρα που υιοθετεί, όπως περικοπές σε κοινωνικές υπηρεσίες, λουκέτα σε κέντρα ημερήσιας φροντίδας και άλλες δομές. Ομως, ακόμη και μετανάστες που ζουν πολύ καιρό στο Σέστο αναφέρουν ότι επί των ημερών του το μήνυμα είναι σαφές: είναι όλοι τους ανεπιθύμητοι.
Οι «New York Times» συνάντησαν τον 31χρονο Αντι Νγκάνσο από το Καμερούν που ήρθε στην Ιταλία πριν από 12 χρόνια για να σπουδάσει Οικονομικά και Ιατρική. Μια μέρα, μια ασθενής επισκέφθηκε την κλινική όπου εργάζεται, στην πόλη Καντού, λίγα χιλιόμετρα βόρεια του Σέστο, και αρνήθηκε να την εξετάσει. «Δεν πρόκειται ποτέ να με αγγίξει μαύρος γιατρός» του είπε φεύγοντας επί τόπου. Ο Νγκάνσο αναφέρει ότι ο ρατσισμός και αυτά τα περιστατικά αναπόφευκτα θα υφίστανται εάν νομιμοποιούνται στον δημόσιο λόγο.
Μολονότι ο δήμαρχος του Σέστο συνάντησε τον γιατρό για να του εκφράσει την αλληλεγγύη του, ο Νγκάνσο, που εκτίμησε τη χειρονομία, θεωρεί ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά καθώς ο Ντι Στέφανο σταματάει τις παροχές στους μετανάστες ή δηλώνει ανένδοτος στο να κατασκευαστεί τζαμί.
Ως προς το τελευταίο, θεωρεί ότι σε περίπτωση που χτιστεί θα δημιουργηθεί ένα γκέτο που θα προσελκύσει χιλιάδες μουσουλμάνους και θα απειλήσει την ιταλική ταυτότητα, τις ιταλικές παραδόσεις. «Εάν γίνει η αρχή, αύριο, μεθαύριο θα ζητήσουν και μια μουσουλμανική ομάδα ποδοσφαίρου, ένα μουσουλμανικό σχολείο, μια πισίνα για μουσουλμάνους» αναφέρει χαρακτηριστικά ο δήμαρχος.
Από την πλευρά της, η κοινότητα των περίπου 5.000 μουσουλμάνων της πόλης συνεχίζει την προσφυγή της στα δικαστήρια με στόχο να επιτύχει την ανέγερση ενός τόπου λατρείας. Ο διευθυντής του ισλαμικού κέντρου του Μιλάνου – Σέστο και υπεύθυνος για την κατασκευή του τζαμιού, Αμπντουλάχ Τσίνα, αναφέρει ότι πολλοί από τους μουσουλμάνους που ζουν στο Σέστο βρίσκονται στην πόλη εδώ και δεκαετίες. «Η κοινότητα έχει τις ρίζες της εδώ και αξίζει να έχει ένα αξιοπρεπές μέρος όπου θα μπορεί να ασκεί τα θρησκευτικά της καθήκοντα» επισημαίνει.
«Είμαστε αναπόσπαστο τμήμα της πόλης» λέει μια νεαρή μουσουλμάνα, η Ασμα Γουεντούντα. Η 31χρονη κοπέλα γεννήθηκε στην Ιταλία από αλγερινούς γονείς και όταν έγινε 18 ετών πήρε την ιταλική υπηκοότητα: «Εμείς αποτελούμε τη δεύτερη γενιά μεταναστών και συνεχώς ακούμε ότι το Ισλάμ που σχετίζεται με τη μετανάστευση είναι επιθετικό. Αυτό υποδηλώνει ότι είμαστε ξένο σώμα, όμως δεν αισθανόμαστε σαν ξένο σώμα» δηλώνει.
Στη δημόσια διαβούλευση, παρ’ όλα αυτά, ο ισλαμικός φονταμενταλισμός είναι η μόνιμη επωδός της Δεξιάς. Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ο ηγέτης της Λέγκας Ματέο Σαλβίνι έλεγε ότι θα κλείσει όλα τα παράνομα τεμένη. Στην πραγματικότητα, στην Ιταλία τα τζαμιά, που είναι αυτόνομα κτίρια, μετρώνται στα δάχτυλα του ενός χεριού, πράγμα που σημαίνει ότι οι περισσότεροι μουσουλμάνοι προσεύχονται σε αυτοσχέδιες αίθουσες.
Στο Σέστο, μάλιστα, ο 40χρονος δήμαρχος απαγόρευσε προσφάτως στους μουσουλμάνους να γιορτάσουν το θρησκευτικό τους φεστιβάλ, το Εϊντ αλ Αντχα, όπως έκαναν εδώ και μια δεκαετία, και αυτό τους στερεί ένα από τα βασικά τους δικαιώματα. Κάπως έτσι αρχίζουν τα προβλήματα.

HeliosPlus