Ποια θα είναι η ρωσική ανταπάντηση στην επίθεση με πυραύλους κατά στόχων στη Συρία το Σάββατο τα ξημερώματα; Η Μόσχα θα προχωρήσει, πέρα από τον λεκτικό πόλεμο, και τη ρητορική για αντίποινα ή η αμερικανική, βρετανική και γαλλική επίθεση ήταν χειρουργικά σχεδιασμένη ώστε να τηρήσει τα προσχήματα όσον αφορά την κόκκινη γραμμή περί χρήσης χημικών όπλων, χωρίς όμως να μπει στα χωράφια της Ρωσίας; Αυτά τα ερωτήματα απασχολούν τη Διεθνή Κοινότητα που παρακολουθεί με ανησυχία την κλιμάκωση στην περιοχή, ιδίως ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία.

Οι τρεις στόχοι

Οι στόχοι της επίθεσης ήταν τρεις εγκαταστάσεις χημικών όπλων του Μπασάρ αλ Ασαντ: ένα ερευνητικό κέντρο έξω από τη Δαμασκό που έχει χρησιμοποιηθεί για την παρασκευή χημικών όπλων και δύο εγκαταστάσεις χημικών όπλων δυτικά της πόλης Χομς από τις οποίες η μία έχει χρησιμοποιηθεί για την παρασκευή του νευροτοξικού αερίου σαρίν. Και οι τρεις στόχοι ήταν προσεκτικά επιλεγμένοι ώστε να πλήξουν μόνο τον συριακό στρατό και όχι ρωσικές ή ιρανικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις στη Συρία. Η ρωσική απάντηση ήταν παρ’ όλα αυτά σκληρή. «Εχουμε προειδοποιήσει ότι τέτοιες ενέργειες δεν θα μείνουν χωρίς συνέπειες. Η ευθύνη για αυτές ανήκει αποκλειστικά στην Ουάσιγκτον, στο Λονδίνο και στο Παρίσι» δήλωσε ο ρώσος πρεσβευτής στις ΗΠΑ Ανατόλι Αντόνοφ.

Ο αμερικανός υπουργός Αμυνας Τζιμ Μάτις, ο μόνος πλέον «ενήλικος στο δωμάτιο» γύρω από τον Ντόναλντ Τραμπ, δηλαδή ο μοναδικός μετριοπαθής που έχει απομείνει στο επιτελείο σκληροπυρηνικών πολεμοχαρών του αμερικανού προέδρου, έσπευσε να ξεκαθαρίσει ότι η επίθεση ολοκληρώθηκε και ότι η Δύση δεν επρόκειτο να στείλει άλλους πυραύλους εναντίον της Συρίας ως απάντηση για την επίθεση με χημικά όπλα που πραγματοποίησε ο Ασαντ εναντίον της Ανατολικής Γούτα το περασμένο Σαββατοκύριακο, σκοτώνοντας τουλάχιστον 40 άτομα και τραυματίζοντας 500. «Περιοριστήκαμε σε στόχους χημικών όπλων. Δεν θα τους διευρύνουμε. Ημασταν πολύ ακριβείς. Αλλά την ίδια στιγμή ήταν ένα βαρύ πλήγμα» δήλωσε ο Μάτις.

Το μήνυμα του Τραμπ

Ο Τραμπ, πιο ασυγκράτητος, κάλεσε τους συμμάχους του Ασαντ, τη Ρωσία και το Ιράν, να αναγκάσουν τη Δαμασκό να σταματήσει τη χρήση χημικών όπλων εναντίον των ανταρτών της αντιπολίτευσης και των αμάχων σουνιτών που τους υποστηρίζουν και εναντιώνονται στο συριακό καθεστώς. «Ρωτώ το Ιράν και τη Ρωσία: τι είδους χώρα θέλει να έχει σχέση με τη μαζική δολοφονία αθώων ανδρών, γυναικών και παιδιών;» δήλωσε ο αμερικανός πρόεδρος και κατηγόρησε τον ρώσο ομόλογό του, Βλαντίμιρ Πούτιν, ότι δεν έκανε το καθήκον του ως συνυπογράφοντος τη συμφωνία του 2013 για την καταστροφή των χημικών όπλων της Συρίας και ως εγγυητή για την εφαρμογή της.

«Η προσβολή του προέδρου της Ρωσίας είναι απαράδεκτη» απάντησε ο ρώσος πρεσβευτής Αντόνοφ. Ακριβώς πριν από έναν χρόνο ο Ασαντ είχε πλήξει με χημικά όπλα το Χαν Σεϊχούν, στη Βορειοδυτική Συρία, και ο Τραμπ είχε απαντήσει στέλνοντας πυραύλους εναντίον της συριακής αεροπορικής βάσης Σεϊράτ η οποία ξανάγινε λειτουργική μέσα σε μία ημέρα!

Η επίθεση χθες τα ξημερώματα έγινε μεν με τη συνεργασία της Βρετανίας και της Γαλλίας και οι στόχοι ήταν τριπλάσιοι από εκείνους του 2017, είναι όμως αμφίβολο αν το πλήγμα που κατάφερε στον Ασαντ είναι ικανό να τον αποτρέψει από το να ξαναχρησιμοποιήσει χημικά όπλα εναντίον του λαού του.

«Πριν από έναν χρόνο οι ΗΠΑ είχαν απαντήσει σε μια επίθεση με χημικά που είχε προκαλέσει περισσότερους από 80 νεκρούς στέλνοντας μία φορά πυραύλους εναντίον μιας συριακής αεροπορικής βάσης. Σήμερα πρέπει να πάνε παραπέρα, χωρίς βιασύνη, με τον μεγαλύτερο δυνατό αριθμό συμμάχων, χωρίς να παραβλέψουν τις επιπτώσεις των επιχειρήσεων που θα διεξαχθούν σε ένα περιβάλλον πολύ εκρηκτικό, παρουσία παικτών όπως η Ρωσία και το Ιράν, αλλά και το Ισραήλ και η Τουρκία. Σπανίως η Μέση Ανατολή υπήρξε τόσο επικίνδυνη» έγραψε σε κύριο άρθρο της η γαλλική εφημερίδα «Le Monde».

Ο βασικός κίνδυνος

Ο κυριότερος κίνδυνος μιας βιαστικής αποστολής αμερικανικών πυραύλων εναντίον του Ασαντ, η οποία δεν θα συνοδεύεται από μια γενικότερη στρατηγική για τον συριακό εμφύλιο, είναι να μην έχει άλλο αποτέλεσμα παρά να πυροδοτήσει κλιμάκωση του πολέμου. Οι 2.000 αμερικανοί στρατιώτες που βρίσκονται στη Βορειοανατολική Συρία είναι ιδιαιτέρως ευάλωτοι σε αντίποινα. Το ίδιο και οι αμερικανοί στρατιώτες στο Ιράκ.

Η Συρία μετατρέπεται όλο και περισσότερο σε πεδίο επίλυσης των διαφορών ανάμεσα στις παγκόσμιες και τις περιφερειακές δυνάμεις – όπως δείχνει και η αποστολή ισραηλινών πυραύλων εναντίον ιρανικών στόχων εντός της Συρίας στην αρχή της εβδομάδας και στη σκιά της ρίψης χημικών στην Ανατολική Γούτα. Το Ισραήλ, που δεν παραδέχεται, ούτε διαψεύδει την επίθεση, έχει πραγματοποιήσει και άλλες παρόμοιες επιθέσεις στη Συρία το τελευταίο διάστημα, δηλώνοντας ότι δεν θα ανεχθεί την παρουσία ιρανών στρατιωτών και μελών της λιβανέζικης Χεζμπολάχ κοντά στα συροϊσραηλινά σύνορα.

Μόσχα και Τεχεράνη εξέδωσαν αυστηρές προειδοποιήσεις προς την ισραηλινή κυβέρνηση. Εντός του Ισραήλ πληθαίνουν οι φωνές που ζητούν πιο αποφασιστικές ενέργειες εναντίον του Ιράν, αλλά παράλληλα υπάρχουν σχολιαστές που ερμηνεύουν τη ρωσική προειδοποίηση ως ότι δεν θα μπορεί πλέον το Ισραήλ να πλήττει κατά βούληση τη Συρία.

Παραλληλισμοί

Στη Ρωσία αναλυτές κάνουν παραλληλισμούς με την κρίση των πυραύλων της Κούβας του 1962, ενώ κάνουν λόγο ακόμη και για Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σύμβουλοι του Κρεμλίνου και του ρωσικού υπουργείου Αμυνας μιλούν για τη «γεωπολιτική απομόνωση» της Ρωσίας και για το «τέλος της προσπάθειάς της να ανήκει στη Δύση», το οποίο τοποθετούν στο έτος 2014 και στην κρίση της Ουκρανίας.

Στις ΗΠΑ τα μέσα ενημέρωσης αναφέρουν ότι ο ρωσικός στρατός «μπλοκάρει» αμερικανικά drones στη Συρία, προκαλώντας σοβαρά προβλήματα στις αμερικανικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στη χώρα. Το μπλοκάρισμα αφορά τα σήματα, ακόμη και τα κρυπτογραφημένα, που λαμβάνουν τα αμερικανικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη από δορυφόρο GPS. Οι Ρώσοι άρχισαν να εφαρμόζουν την τακτική αυτή πριν από μερικές εβδομάδες και μέχρι στιγμής επηρεάζει μόνο τα μικρότερα αναγνωριστικά drones και όχι τα μεγαλύτερα Predator και Reaper που μεταφέρουν όπλα.

«Αρμόζουσα» η επίθεση για την Τουρκία

Η Τουρκία χαρακτήρισε «αρμόζουσα» την απάντηση της Δύσης στον Ασαντ. «Χαιρετίζουμε αυτή την επιχείρηση, που ανακουφίζει τη συνείδηση ολόκληρης της ανθρωπότητας» ανέφερε σε ανακοίνωσή του το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών. «Το συριακό καθεστώς, που εδώ και περισσότερο από επτά χρόνια τυραννάει τον ίδιο τον λαό του, τόσο με συμβατικά όσο και με χημικά όπλα, έχει βαρύ παθητικό εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας».
Οι πύραυλοι που έπληξαν χθες τα ξημερώματα τη Συρία ήταν Tomahawk που εκτοξεύτηκαν από τουλάχιστον τρία αμερικανικά πολεμικά πλοία, ενώ βομβαρδιστικά Β-1 έριξαν πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς σε στόχους. Βρετανικά πολεμικά αεροπλάνα, που απογειώθηκαν από τη βρετανική βάση του Ακρωτηρίου στην Κύπρο, αλλά και γαλλικά αεροπλάνα έριξαν πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς ενώ βρετανικό υποβρύχιο έριξε πυραύλους κρουζ.
«Δεν πρόκειται για επέμβαση στον συριακό εμφύλιο» δήλωσε η βρετανή πρωθυπουργός Τερέζα Μέι. «Δεν πρόκειται για αλλαγή καθεστώτος. Ηταν μια περιορισμένη και στοχευμένη επίθεση που δεν κλιμακώνει την ένταση στην περιοχή» δήλωσε σημειώνοντας ότι το χτύπημα ήταν αποτελεσματικό, στοχευμένο, με ξεκάθαρα όρια και σχεδιασμένο να μην κλιμακώσει την ένταση, αλλά να υποβαθμίσει την ικανότητα της συριακής κυβέρνησης να κάνει χρήση χημικών όπλων.

Η δήλωση Πούτιν

Με δήλωσή του ο πρόεδρος Πούτιν τόνισε ότι «η Ρωσία καταδικάζει με τον πιο σοβαρό τρόπο την επίθεση στη Συρία, όπου ρώσοι στρατιώτες βοηθούν τη νόμιμη κυβέρνηση στη μάχη κατά της τρομοκρατίας» και πρόσθεσε ότι «η Ιστορία θα αποσαφηνίσει τα πράγματα, όπως ήδη έχει βρει υπεύθυνη την Ουάσιγκτον για σφαγές στη Γιουγκοσλαβία». Επίσης η Ρωσία ζήτησε την έκτακτη σύγκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για να εξετάσει τις επιθετικές ενέργειες των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους.

Μόσχα και Δαμασκός, παρότι κερδίζουν τον πόλεμο, επιλέγουν την κλιμάκωση

Αν ο Ομπάμα είχε απαντήσει δυναμικά στην πρώτη χρήση χημικών όπλων από τον Ασαντ το 2013, η Ρωσία πιθανότατα δεν θα είχε εμπλακεί στον πόλεμο στη Συρία, λέει στο «Βήμα» ο Θανάσης Καμπάνης, συνεργάτης του The Century Foundation στη Νέα Υόρκη, ειδικός στη Μέση Ανατολή και στην αμερικανική εξωτερική πολιτική.

Ποια θα ήταν η ενδεδειγμένη απάντηση της Ουάσιγκτον και της διεθνούς κοινότητας στα χημικά στην Ανατολική Γούτα;
«Θα σας πω ποια θεωρώ ότι θα ήταν η ενδεδειγμένη απάντηση, αλλά δεν αναμένω ότι η διεθνής κοινότητα θα τη δώσει. Πιστεύω ότι η απάντηση της διεθνούς κοινότητας θα είναι χλιαρή και δεν θα πετύχει τίποτε σημαντικό. Κατά την άποψή μου, στην παρούσα φάση θα έπρεπε να απαντούσαμε με αρκετή στρατιωτική δύναμη ώστε να αυξήσουμε το κόστος της χρήσης χημικών όπλων για τη Συρία, τη Ρωσία και το Ιράν. Δεν αναμένουμε ότι τα στρατιωτικά μέσα θα αναγκάσουν το καθεστώς να μην καταφεύγει σε τέτοιες τακτικές – αυτό θα απαιτούσε τόσο μεγάλη επέμβαση που δεν θα ήταν πρακτικό. Θα έπρεπε όμως να αυξήσουμε το κόστος ορισμένων εγκλημάτων πολέμου. Οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι θα έπρεπε να πλήξουν στρατιωτικές και διοικητικές εγκαταστάσεις του συριακού καθεστώτος καθώς και εγκαταστάσεις συλλογής πληροφοριών, το αρχηγείο του Ασαντ, το αρχηγείο των μυστικών υπηρεσιών του – υπάρχει μεγάλο εύρος στόχων που θα δημιουργούσε προβλήματα στο καθεστώς. Η ίδια απάντηση θα έπρεπε να δίνεται κάθε φορά που το καθεστώς κάνει χρήση χημικών όπλων. Τότε η χρήση τους θα ήταν τόσο στενόχωρη και ακριβή για το καθεστώς που θα κατέφευγε σε αυτήν πολύ λιγότερο ή καθόλου. Δυστυχώς θα συνέχιζε να διαπράττει εγκλήματα πολέμου με συμβατικά όπλα, αλλά αυτό δεν υπάρχει μηχανισμός για να το σταματήσουμε».

Μια δυναμική στρατιωτική απάντηση στον Ασαντ όμως εμπεριέχει το ρίσκο της επικίνδυνης κλιμάκωσης ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ρωσία…
«Βεβαίως. Αλλά την κλιμάκωση την προκαλεί η Ρωσία διότι συντονίζει τη χρήση χημικών από τον Ασαντ, παρότι συνυπέγραψε τη συμφωνία για την καταστροφή των χημικών όπλων της Συρίας το 2013. Η Ρωσία είναι εγγυήτρια δύναμη εκείνης της συμφωνίας. Η Ρωσία και το καθεστώς του Ασαντ κερδίζουν τον πόλεμο στη Συρία, επιτυγχάνουν όλους τους στρατιωτικούς στόχους τους. Ούτως ή άλλως κέρδιζαν τη μάχη στην Ανατολική Γούτα βομβαρδίζοντάς την αδιακρίτως με συμβατικά όπλα. Δεν υπήρχε πρακτικός ή στρατιωτικός λόγος για να χρησιμοποιήσουν χημικά, αλλά επέλεξαν να το κάνουν. Βρισκόμαστε σε μια επικίνδυνη κατάσταση λόγω των ενεργειών της Μόσχας και της Δαμασκού. Στην ίδια επικίνδυνη κατάσταση έχουμε βρεθεί επανειλημμένως αφότου η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Σε ποιο σημείο θα αντιμετωπίσουμε τη φιλοπόλεμη και επεκτατική συμπεριφορά της Ρωσίας;».

Ο Ασαντ έχει κερδίσει τον πόλεμο;
«Ουσιαστικά η πλάστιγγα έγειρε τελειωτικά προς το μέρος του έναν-ενάμιση χρόνο αφότου η Ρωσία επενέβη στο πλευρό του. Κατά την άποψή μου, το καθεστώς κερδίζει εδώ και περισσότερο από δύο χρόνια. Το ότι κερδίζει όμως δεν σημαίνει ότι κέρδισε. Παραμένουν τουλάχιστον δύο εκατομμύρια άτομα στην Ιντλίμπ (επαρχία της Βορειοδυτικής Συρίας), μεταξύ των οποίων πάρα πολλοί σκληροί μαχητές αποφασισμένοι να πολεμήσουν μέχρις εσχάτων. Για να υποτάξει ο Ασαντ την Ιντλίμπ, μπορεί να χρειαστεί έναν χρόνο ή πέντε χρόνια. Το καθεστώς επέζησε και αποκατέστησε την εξουσία του στο μεγαλύτερο μέρος της Κεντρικής Συρίας, όμως οι εχθροπραξίες μπορεί να συνεχιστούν για πολλά χρόνια. Στο Ιράκ, τον εμφύλιο που ακολούθησε την αμερικανική εισβολή τον κέρδισε η σιιτική κυβέρνηση το 2006, όμως το Ιράκ βρίσκεται σε πόλεμο τα 12 χρόνια που έχουν μεσολαβήσει».

Ο Μπαράκ Ομπάμα υπερασπίζεται ακόμη την απόφασή του να μην απαντήσει στη ρίψη χημικών όπλων από τον Ασαντ στη Γούτα τον Αύγουστο του 2013, ενώ αντίθετα ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας, Φρανσουά Ολάντ, δηλώνει πεπεισμένος ότι εκείνη ήταν μια χαμένη ευκαιρία που θα άλλαζε την έκβαση του πολέμου.
«Δεν γνωρίζω αν θα άλλαζε την έκβαση του πολέμου, αλλά γνωρίζω με βεβαιότητα ότι θα είχε κάνει μεγάλη διαφορά στη διατήρηση της αξιοπιστίας της Δύσης. Μην απαντώντας το 2013, η Δύση έχασε κάθε ελπίδα να προστατεύσει τους αμάχους στη Συρία και σε όλον τον κόσμο από τη χρήση χημικών όπλων. Σχεδόν από την αρχή υποστήριζα τη στρατιωτική επέμβαση της Δύσης στη Συρία αλλά ήμουν πάντα πολύ επιφυλακτικός για το τι μπορούσε να πετύχει. Αν ο Μπαράκ Ομπάμα είχε κρατήσει την υπόσχεσή του, όπως όφειλε, δεν ξέρω αν θα είχε αποτρέψει τη χρήση χημικών όπλων στη συνέχεια, αλλά θα είχε δείξει ότι αυτό δεν είναι αποδεκτό. Και είναι πολύ πιθανό η Ρωσία να μην είχε επέμβει στον πόλεμο της Συρίας αν οι ΗΠΑ είχαν απαντήσει δυναμικά το 2013. Η Ρωσία περίμενε πολύ καιρό ώσπου να βεβαιωθεί απολύτως ότι οι ΗΠΑ δεν ενδιαφέρονταν για τη Συρία και μόνον τότε μπήκε στον πόλεμο, το 2015».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ