Το εφιαλτικό σενάριο του σχηματισμού μιας κυβέρνησης ευρωσκεπτικιστών στην Ιταλία έδειξε να απομακρύνεται τις τελευταίες ημέρες, αλλά όλα τα ενδεχόμενα παραμένουν ανοιχτά καθώς η διαδικασία, την οποία θα ξεκινήσει ο πρόεδρος Σέρτζιο Ματαρέλα αυτή την Τετάρτη, αναμένεται να διαρκέσει εβδομάδες ή μήνες, όπου πολλά μπορούν να συμβούν. Οι ηγέτες των δύο λαϊκιστικών κομμάτων, ο 31χρονος Λουίτζι ντι Μάιο του Κινήματος 5 Αστέρων (M5S) και ο 45χρονος Ματέο Σαλβίνι της Λέγκας (του Βορρά) ήρθαν σε συνεννόηση για την εκλογή των προέδρων της Βουλής και της Γερουσίας το περασμένο Σαββατοκύριακο, αλλά στη συνέχεια συγκρούστηκαν τα «εγώ» και οι προσωπικές τους φιλοδοξίες για το ποιος θα αναλάβει πρωθυπουργός αν σχηματίσουν κυβερνητικό συνασπισμό, απομακρύνοντας προς το παρόν το σενάριο αυτό.
Αυτή την Τετάρτη και την Πέμπτη ο Ματαρέλα θα έχει τις πρώτες συνομιλίες με τα κόμματα για να διερευνήσει τις διαθέσεις τους. Αν δεν προκύψει πιθανή λύση του αδιεξόδου κατά τον πρώτο αυτόν γύρο συνομιλιών, θα συγκαλέσει δεύτερο γύρο. Σύμφωνα με το ιταλικό Σύνταγμα, ο πρόεδρος έχει την εξουσία να αναθέσει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης σε όποιο κόμμα κρίνει και όχι κατ’ ανάγκη σε εκείνο που ήρθε πρώτο σε ψήφους.

Το Δημοκρατικό Κόμμα

Ενα σενάριο θέλει τον Ματαρέλα, που προέρχεται από το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα (PD), το οποίο κατατροπώθηκε στις εκλογές, να στραφεί σε αυτό για να λύσει το αδιέξοδο και να αποφύγει παράλληλα μια κυβέρνηση M5S – Λέγκας, των οποίων οι ηγέτες καταφέρονται εναντίον της Ευρώπης και έχουν τοποθετηθεί στο παρελθόν εναντίον του ευρώ. Το πρόβλημα με αυτό το σενάριο είναι ο έντονος διχασμός ανάμεσα στους βουλευτές του PD, από τους οποίους ορισμένοι προτιμούν το κόμμα να παραμείνει στην αντιπολίτευση, ενώ άλλοι ζητούν να βρεθεί κοινός τόπος με το M5S για να αποκλειστεί από την εξουσία η ακροδεξιά Λέγκα (αδελφό κόμμα της Ενωμένης Ρωσίας του Βλαντίμιρ Πούτιν και του Εθνικού Μετώπου της Μαρίν Λεπέν).
Στις εκλογές της 4ης Μαρτίου ο δεξιός συνασπισμός του Σίλβιο Μπερλουσκόνι ήρθε πρώτος με 37% (εντός όμως του πρώτευσε η Λέγκα με 17,4%, ενώ η Φόρτσα Ιτάλια του Μπερλουσκόνι έλαβε 14% και τα ακροδεξιά Αδέρφια της Ιταλίας 4,35%), αλλά το M5S ήταν το κόμμα που έλαβε το υψηλότερο ποσοστό, 33%. Το PD έλαβε 18,7%.
Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι το M5S και η Λέγκα διαθέτουν αρκετούς βουλευτές για να σχηματίσουν κυβέρνηση. Το πρόβλημα όμως είναι ότι τόσο ο Ντι Μάιο όσο και ο Σαλβίνι θέλουν την πρωθυπουργία –ο πρώτος με το επιχείρημα ότι ηγείται του πρώτου σε ψήφους κόμματος ενώ ο δεύτερος ότι ηγείται του μεγαλύτερου κόμματος εντός του νικητήριου δεξιού συνασπισμού.
Ο Ντι Μάιο είναι πιο αδιάλλακτος: δηλώνει ότι είναι «η βούληση του λαού» να γίνει ο ίδιος πρωθυπουργός. Ο Σαλβίνι είναι πιο διαλλακτικός όσον αφορά το να πάρει ο ίδιος την πρωθυπουργία, αλλά δηλώνει ότι πρέπει οπωσδήποτε να αναλάβει πρωθυπουργός κάποιος από τον δεξιό συνασπισμό.
Πρόβλημα αποτελεί και η τυχόν συμμετοχή της Φόρτσα Ιτάλια στην κυβέρνηση, καθώς το M5S έχει ως «σημαία» του την κάθαρση στην πολιτική και ο Μπερλουσκόνι εκπροσωπεί τη διαφθορά. Ο Σαλβίνι δηλώνει ότι δεν θα εγκαταλείψει τους εταίρους του στον δεξιό συνασπισμό για να σχηματίσει κυβέρνηση με το M5S, αλλά δεν είναι βέβαιο αν θα τηρήσει αυτή τη στάση μέχρι τέλους. Αλλωστε για την εκλογή των προέδρων της Βουλής και της Γερουσίας αυτό ακριβώς έκανε: «πούλησε» τον Μπερλουσκόνι και συνεννοήθηκε με τον Ντι Μάιο.

Αλλο σενάριο

Ενα ακόμη σενάριο το οποίο ανησυχεί τη Φόρτσα Ιτάλια –που είδε σε δημοσκόπηση της περασμένης εβδομάδας τα ποσοστά της να καταβαραθρώνονται καθώς οι ψηφοφόροι της στρέφονται προς τη Λέγκα –είναι ο Σαλβίνι να «πουλήσει» άλλη μια φορά τον Μπερλουσκόνι και να σχηματίσει κυβέρνηση με το M5S με περιορισμένο πρόγραμμα και στόχο να οδηγήσει σύντομα τη χώρα σε νέες εκλογές.
Αν σχηματιστεί κυβέρνηση M5S – Λέγκας, μεγαλύτερο ρίσκο παίρνει, σύμφωνα με τους «Financial Times», ο Ντι Μάιο διότι «αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο έντονης αντίδρασης από τους ψηφοφόρους του M5S που θα προτιμούσαν το κόμμα τους να σχημάτιζε κυβέρνηση με το κεντροαριστερό PD». Αλλά και ο Σαλβίνι θα πάρει μεγάλο ρίσκο αν σχηματίσει κυβέρνηση με το M5S και παραχωρήσει την πρωθυπουργία στον Ντι Μάιο, καθώς αυτό «θα θέσει σε κίνδυνο τα σχέδιά του να εγκαθιδρύσει την πρωτοκαθεδρία του στην ιταλική Δεξιά, προσελκύοντας τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους του Μπερλουσκόνι».

Σε κενό και η συμμαχία του Νότου για το Μεταναστευτικό

Η καθυστέρηση σχηματισμού κυβέρνησης στην Ιταλία έχει επιπτώσεις στη χάραξη της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής, γιατί η Ιταλία μαζί με την Ισπανία ηγούνται της προσπάθειας να συντονιστούν με τις άλλες δύο χώρες που σηκώνουν το βάρος των προσφυγικών ροών, την Ελλάδα και τη Μάλτα, προκειμένου να παρουσιάσουν ενιαίο μέτωπο έναντι των υπόλοιπων εταίρων. Οι τέσσερις χώρες προσπαθούν να συμφωνήσουν σε ορισμένες βασικές πολιτικές με στόχο να τις παρουσιάσουν στην επόμενη Σύνοδο των υπουργών Εσωτερικών και Μεταναστευτικής Πολιτικής της ΕΕ τον Ιούνιο. Αυτό είναι αμφίβολο αν θα γίνει δυνατό αν δεν έχει σχηματιστεί εν τω μεταξύ κυβέρνηση στην Ιταλία.

Σύμφωνα με τον έλληνα υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής Δημήτρη Βίτσα, το σοβαρότερο ζήτημα είναι η κατανομή του βάρους, το οποίο δεν πρέπει να σηκώνουν αποκλειστικά ή στο μεγαλύτερο μέρος του οι χώρες πρώτης υποδοχής ενώ άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ να μη δέχονται κανέναν πρόσφυγα. Αλλο σοβαρό ζήτημα είναι το ενιαίο σύστημα ασύλου που επιχειρείται να εφαρμοστεί στην ΕΕ, για το οποίο υπάρχουν αναπάντητα ερωτήματα, όπως πού θα γίνεται η εξέταση του αιτήματος ασύλου.

Προτού αλλάξει η κυβέρνηση στην Ιταλία, οι τέσσερις χώρες είχαν συντάξει ένα non paper προς προώθηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά μετά τις ιταλικές εκλογές η υπόθεση «πάγωσε» μέχρι να εγκρίνει το non paper η νέα κυβέρνηση. Ο κ. Βίτσας λέει στο «Βήμα» ότι η Αθήνα δεν ανησυχεί από την αλλαγή κυβέρνησης στην Ιταλία διότι, όποια και αν θα είναι η πολιτική της απόχρωση, δεν αλλάζει το γεγονός ότι το συμφέρον της χώρας είναι να συνταχθεί με τους άλλους τρεις εταίρους της πρώτης υποδοχής προσφύγων. Στην ΕΕ, εξηγεί, υπάρχουν δύο σχολές σκέψεις: η πρώτη ζητεί να μετατίθενται οι πόροι στην εκάστοτε χώρα που δέχεται τις μεγαλύτερες ροές – σήμερα η Ιταλία από τη Λιβύη – ενώ η δεύτερη προτάσσει να είναι κατανεμημένοι οι πόροι στις χώρες πρώτης υποδοχής. «Αν μετακινήσουμε τους πόρους στη δίοδο της Κεντρικής Μεσογείου, οι ροές θα στραφούν σε άλλες διόδους, όπως στην Ανατολική Μεσόγειο» είπε στο «Βήμα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ