Ένα hashtag και μια δεκάλεπτη ομιλία αποδοχής ενός βραβείου, μπορούν να αλλάξουν το πολιτικό σκηνικό; Προφανώς εύκολα όταν η ομιλία είναι της Όπρα Γουίνφρεϊ και το hashtag είναι το #TimesUp, μια κίνηση 300 γυναικών σταρ του Χόλλυγουντ.

Ήδη, η πρώτη δημοσκόπηση μετά την ομιλία της Όπρα στην τελετή απονομής των Χρυσών Σφαιρών 2018, παρουσίασε 48% των ερωτωμένων να υποστηρίζουν την (πιθανή) υποψηφιότητά της, έναντι 38% που δηλώνουν ότι θα ψήφιζαν τον σημερινό Πρόεδρο σε μια κούρσα των δύο.

Μπορούν να αλλάξουν οι πολιτικοί συσχετισμοί τόσο ξαφνικά; Τι επιδιώκουν οι μαυροφορεμένες κυρίες του Χόλιγουντ; Τι είναι το #TimesUp; Φεμινιστικό κίνημα ή πουριτανισμός της Αμερικής όπως σχολίασε η Κατρίν Ντενέβ; Και γιατί τώρα;

Κατ’ αρχήν οι πολιτικοί συσχετισμοί δεν αλλάζουν τόσο ξαφνικά, υπάρχει βάθος στην κίνηση πίσω από το #TimesUp. Οι γυναίκες κινητοποιήθηκαν και στήριξαν αποφασιστικά την υποψηφιότητα της Χίλαρυ Κλίντον στις εκλογές του 2016. Στην δημόσια ατζέντα τέθηκε ένα καίριο ερώτημα, μπορούν οι γυναίκες να σπάσουν την γυάλινη οροφή στο αξίωμα του Προέδρου των ΗΠΑ; Αποδείχθηκε δύσκολο.

Όμως, η απογοήτευση της ήττας και ο προκλητικός μισογυνισμός του νέου Προέδρου δημιούργησαν κύμα αντίδρασης. Όταν τον Ιανουάριο 2017 στην Πορεία των Γυναικών (Women’s March) εκατομμύρια άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους όλων των μεγάλων πόλεων της Αμερικής, οι γυναίκες διοργανώτριες υποσχέθηκαν ότι «αυτή είναι μόνο η αρχή». Ίσως στην Ευρώπη να το υποτιμήσαμε, ακόμα μια διαδήλωση χωρίς πολιτικό αντίκτυπο. Όμως, τον Οκτώβριο 2017 ξέσπασε το σκάνδαλο Γουέινσταϊν. Η μαζικότητα της καμπάνιας #MeToo στα social media (σχεδόν κάθε μέρα μια γυναίκα εμφανιζόταν με μια νέα ιστορία σεξουαλικής παρενόχλησης) εξέπληξε. Το Χόλυγουντ με την λάμψη και την ευκολία του να προσελκύει τα φώτα της δημοσιότητας, ταρακούνησε τα παγκόσμια ΜΜΕ.
Τον Ιανουάριο 2018 το hashtag #TimesUp ήρθε να δηλώσει ότι αυτή δεν είναι μια ακόμα επικοινωνιακή καμπάνια ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης εναντίον της σεξουαλικής παρενόχλησης. Δεν αφορά τις στήλες του κουτσομπολιού, ούτε τα ρούχα των λαμπερών ηθοποιών. Είναι ένα κίνημα. Με ξεκάθαρη πολιτική θέση και αιτούμενα. Το κίνημα δεν αφορά τον Γουέινσταϊν. Αφορά την κατάχρηση εξουσίας από δυνατούς άντρες που κυριαρχούν στα κέντρα λήψης αποφάσεων.

Οι συζητήσεις στην Ευρώπη για το αν θα φλερτάρουν οι άντρες τις γυναίκες ή όχι και ποια είναι τα όρια, δεν αφορούν το TimesUp. Οι κυρίες από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού διεκδικούν κάτι άλλο. Διεκδικούν την εξουσία.
Το βράδυ της 7ης Ιανουαρίου, στην τελετή απονομής των Χρυσών Σφαιρών, παρουσιάστηκε και το πρόσωπο που θα μπορούσε να εκφράσει το κίνημα.

«Όλοι μας σε αυτή την αίθουσα είμαστε διάσημοι για τις ιστορίες που διηγούμαστε. Φέτος γίναμε εμείς η ιστορία. Αλλά αυτή δεν είναι μια ιστορία που επηρεάζει μόνο τη βιομηχανία ψυχαγωγίας. Είναι μια ιστορία που ξεπερνά κάθε πολιτισμό, γεωγραφία, φυλή, θρησκεία, πολιτική ή εργασιακό περιβάλλον. Έτσι, θέλω απόψε να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου σε όλες τις γυναίκες που άντεξαν χρόνια κακοποίησης και επιθέσεων επειδή, όπως η μητέρα μου, είχαν παιδιά να θρέψουν, λογαριασμούς να πληρώσουν και όνειρα να κυνηγήσουν».

Δεν νομίζω ότι υπάρχει γυναίκα, στον κόσμο, που να μην έχει βιώσει με τον ένα ή άλλο τρόπο αδικία στο χώρο της δουλειάς της, μόνο και μόνο γιατί είναι γυναίκα. Δεν νομίζω ότι υπάρχει γυναίκα που να μην έχει θυμώσει για τους συμβιβασμούς που χρειάστηκε να κάνει, είτε για να επιβιώσει η ίδια και η οικογένεια της, είτε για να πραγματοποιήσει τα όνειρά της. Και αυτό είναι ένα άλλο σημαντικό σημείο στο γυναικείο κίνημα, το γεγονός ότι διαπερνά κοινωνικο-οικονομικές τάξεις και φυλές.

Ίσως σήμερα θυμόμαστε περισσότερο τη δεκαετία του ’60 και την σεξουαλική απελευθέρωση, ή τη δεκαετία του ’80 και τη διεκδίκηση «καριέρας», όμως το γυναικείο κίνημα, στην αρχή του, συνδέθηκε με τη διεκδίκηση του δικαιώματος της γυναίκας να διαχειριστεί την περιουσία της η ίδια και όχι ο σύζυγος ή ο πατέρας της. Όπως επίσης σχετίζεται με τα δικαιώματά της στην εκπαίδευση και την εργασία. Στον πυρήνα του το φεμινιστικό κίνημα αφορά την ανεξαρτησία και αυτονομία των γυναικών.

Μετά από τόσα χρόνια δικαιωμάτων, κοινωνικών και θεσμικών αλλαγών, οι γυναίκες συνεχίζουν να πληρώνονται λιγότερο, να κινδυνεύουν περισσότερο από τη φτώχεια, να συμμετέχουν λιγότερο στα κέντρα λήψης αποφάσεων και να υπο-αντιπροσωπεύονται στην πολιτική. Η ομιλία της Όπρα στηρίχτηκε σε μια κοινωνική πραγματικότητα και μετά συμπεριέλαβε τη γυναίκα ως πολιτική οντότητα.

«Είναι οι γυναίκες των οποίων τα ονόματα δεν θα μάθουμε ποτέ. Είναι οικιακές βοηθοί και αγρότισσες. Εργάζονται σε εργοστάσια και σε εστιατόρια, βρίσκονται στον ακαδημαϊκό χώρο, είναι μηχανικοί, γιατροί και επιστήμονες. Μετέχουν στον κόσμο της τεχνολογίας, και της πολιτικής, και των επιχειρήσεων. Είναι οι αθλητές μας στους Ολυμπιακούς Αγώνες και είναι οι στρατιώτες μας στο στρατό».

Αυτή δεν είναι ομιλία αποδοχής χολιγουντιανού βραβείου. Είναι μια καλά σχεδιασμένη πολιτική ομιλία.
Ούτε το #TimesUp αφορά στις σχέσεις των γυναικών με τους άντρες. Αφορά στη σχέση των γυναικών με την εξουσία.
Όσο για το σύνθημα «Their time is up» που αρκετές φορές επανέλαβε η Όπρα στην ομιλία της, καταχειροκροτούμενη από ένα ενθουσιασμένο και συγκινημένο ακροατήριο, θυμίζει το «Yes, we can», το σύνθημα της προεκλογικής εκστρατείας του Μπαράκ Ομπάμα.

Και βέβαια ο χρόνος που γίνονται όλα αυτά, είναι ο κατάλληλος χρόνος, δύο χρόνια πριν το 2020 είναι ο σωστός χρόνος για να τεστάρει κάποιος την υποψηφιότητά του, ή της!

Το να αντιμετωπίσει κανείς έναν Πρόεδρο στη δεύτερη του υποψηφιότητα, δεν είναι εύκολο στην Αμερική. Οι πολιτικές υποψηφιότητες του Δημοκρατικού κόμματος που συζητούνται αυτή τη στιγμή, μοιάζουν αδύναμες μπροστά στον Τραμπ. Όσο και να κατηγορείται για τις διασυνδέσεις του με τη Ρωσία ή να αμφισβητείται η κατάσταση της υγείας του, είναι αξίωμα στην επικοινωνία ότι αν δεν υπάρχει αντίπαλο δέος στην πολιτική, αλλαγή δεν γίνεται.
Ποιος μπορεί να αντιμετωπίσει τον Τραμπ το 2020;

Έτσι προκύπτει η πιθανότητα υποψηφιότητας της Όπρα. Είναι διάσημη και αγαπητή, επιτυχημένη και αυτοδημιούργητη. Έχει στενές σχέσεις με το Δημοκρατικό κόμμα, έχει συμμετάσχει ενεργά στην στήριξη του Ομπάμα, έχει την υποστήριξη διάσημων, ισχυρών και οικονομικά δυνατών γυναικών και ανδρών. Έχει πολιτικό λόγο και άνεση στα ΜΜΕ όπου κρίνονται, πλέον, οι προεκλογικές εκστρατείες. Μπορεί να σχετιστεί με τον απλό μέσο αμερικανό πολίτη και με τον λόγο της και με το παρελθόν της. «Το 1964 ήμουν ένα μικρό κορίτσι που καθόταν στο πλαστικό πάτωμα στο σπίτι της μητέρας μου στο Μιλγουόκι» είπε ανοίγοντας την ομιλία της. Η χαρά του επικοινωνιολόγου!

Φυσικά υπάρχουν και θα υπάρξουν στο μέλλον, αν προχωρήσει η υποψηφιότητά της, επιχειρήματα εναντίον της. Θα δούμε πώς θα εξελιχθεί όλο αυτό. Προς το παρόν έχει δύο σημαντικά πολιτικά όπλα. Πρώτον, η αδικία σε βάρος των γυναικών στους χώρους δουλειάς, από όπου ξεκινάει, είναι μια πραγματικότητα και δεύτερον όπως πολύ καλά γνωρίζουμε, εδώ και καιρό, τα πρόσωπα που ασχολούνται με την πολιτική, δεν είναι πλέον ελκυστικά.

Η κυρία Ανδρομάχη Βάνη είναι πολιτικός επιστήμονας