Ο Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι συνήθιζε να λέει ότι «την οροφή τη φτιάχνεις όταν ο ήλιος λάμπει». Η φράση τούτη ίσως να περιγράφει πολύ καλά την αναγκαιότητα η ευρωζώνη να προχωρήσει άμεσα, σε μια περίοδο που τα οικονομικά δεδομένα περί της ανάπτυξης και της ανεργίας δείχνουν ότι η κρίση έχει ξεπεραστεί, στις αλλαγές που είναι απαραίτητες, ώστε να θωρακιστεί εν όψει νέων προβλημάτων, να γίνει δημοκρατικότερη και να τονώσει τα αναπτυξιακά και μεταρρυθμιστικά της χαρακτηριστικά. Πρόκειται όμως για μια άσκηση που θα είναι πολύ δυσκολότερη από όσο ορισμένοι ελπίζουν.
Την εβδομάδα που πέρασε, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε τον Χάρτη Πορείας για την εμβάθυνση της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης (ΟΝΕ). Σε λίγες ημέρες, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 14 και 15 Δεκεμβρίου στις Βρυξέλλες, θα διεξαχθεί για πρώτη φορά μετά τον αλησμόνητο Ιούλιο του 2015 μια σύνοδος κορυφής της ζώνης του ευρώ. Στο τραπέζι των 19 ηγετών της ευρωζώνης θα βρεθούν οι ιδιαίτερα φιλόδοξες εισηγήσεις της Κομισιόν, οι οποίες περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου (EMF) αλλά και τη θέσπιση του αξιώματος ενός ευρωπαίου υπουργού Οικονομικών. Ωστόσο δεν είναι βέβαιο ότι θα μπορέσουν να ληφθούν ριζικές αποφάσεις. Και οι λόγοι για αυτό είναι πολλοί.

Το «αγκάθι» της Γερμανίας

Το βασικότερο πρόβλημα φαίνεται ότι είναι η εσωτερική πολιτική κατάσταση στη Γερμανία. Η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ, η αναμφισβήτητη ηγέτιδα της ΕΕ την τελευταία δεκαετία, βρίσκεται σε αδύναμη θέση. Εχοντας αποτύχει στον σχηματισμό κυβέρνησης, ξεκινά πλέον έναν νέο γύρο συνομιλιών για τη διαμόρφωση ενός τρίτου «μεγάλου συνασπισμού» με τους Σοσιαλδημοκράτες. Ο ηγέτης του SPD Μάρτιν Σουλτς έχει αρχίσει τις αναφορές στην ανάγκη δημιουργίας των «Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης» μετά το 2025 –ένα σύνθημα που σίγουρα ηχεί όμορφα στα αφτιά του προέδρου της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν αλλά και σε εκείνα του προέδρου της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Δεν είναι σαφές όμως ότι αυτή η στάση απηχεί τις απόψεις άλλων κρίσιμων παικτών του ευρωπαϊκού συστήματος, όπως της Ολλανδίας, η οποία ασκεί μεγάλη επιρροή και τάσσεται εναντίον μιας βιαστικής βαθύτερης ολοκλήρωσης.

Η μάχη του Τουσκ

Ευρωπαίοι διπλωμάτες τόσο στις Βρυξέλλες όσο και σε πρωτεύουσες κρατών-μελών αναγνωρίζουν ότι εδώ και αρκετό καιρό «έχει ανάψει» η μάχη μεταξύ της Κομισιόν και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Εγκατεστημένος στο φουτουριστικό Berlaymont, ο κ. Γιούνκερ είναι ένας παραδοσιακός πεπεισμένος ευρωπαϊστής που θεωρεί ότι η Κομισιόν πρέπει να έχει πολιτικό χαρακτήρα και να δρα ως ο πραγματικός «φύλακας των Συνθηκών». Από την άλλη πλευρά της Rue de la Loi, στο απρόσωπο Justus Lipsius, βρίσκεται ο Πολωνός Ντόναλντ Τουσκ. Ο πρώην πρωθυπουργός της Πολωνίας είναι ένας άνθρωπος πολύ πιο συγκρατημένος, ο οποίος έχει ως βασικό του μέλημα να κρατήσει ενωμένο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Τούτο έχει ως αποτέλεσμα να θέτει στόχους πολύ πιο χαμηλούς και να δίνει έμφαση στην αντιμετώπιση ζητημάτων που θεωρεί ότι απασχολούν την καθημερινότητα των ευρωπαίων πολιτών παρά σε οραματικά σχέδια. Αυτή η προσέγγιση τον έφερε τα προηγούμενα χρόνια πολύ κοντά στην καγκελάριο Μέρκελ.
α σχέδια και οι προτάσεις της Κομισιόν για την ευρωζώνη έχουν για τον κ. Γιούνκερ μια έννοια κληρονομιάς. Ο πολύπειρος λουξεμβούργιος πολιτικός εκτιμά ότι πρέπει, προτού ενδεχομένως αποχωρήσει από την κεντρική σκηνή, να αφήσει το στίγμα του. Δεν πρέπει να θεωρείται όμως ότι και άλλοι σκέπτονται με τον ίδιο τρόπο. Για τον κ. Γιούνκερ, η εμφάνιση του κ. Μακρόν στο προσκήνιο προσφέρει μια ευκαιρία για την αναζωογόνηση του ευρωπαϊκού σχεδίου, αν και δεν λείπουν όσοι στις Βρυξέλλες σημειώνουν ότι «προς το παρόν το Παρίσι δεν έχει καταθέσει κάτι συγκεκριμένο». Με δεδομένο όμως το γεγονός ότι στην παρούσα φάση ο γαλλογερμανικός άξονας δεν μπορεί να παρουσιάσει ιδέες, ο πρόεδρος της Επιτροπής αποφάσισε να αδράξει την ευκαιρία και να διαμορφώσει το πλαίσιο ώστε να υπάρξει απάντηση και στην κατήφεια που προκάλεσε το Brexit. Και σε αυτό το σχέδιο έχει στο πλευρό του τον υπερδραστήριο (και για πολλούς μισητό) προσωπάρχη του, τον Γερμανό Μάρτιν Σελμάγερ.

Εντυπωσιακό σχέδιο

Το Σχέδιο για την νέα ΟΝΕ που εμφάνισε η Κομισιόν είναι εντυπωσιακό. Στηρίζεται σε τέσσερις βασικούς πυλώνες και θέτει ένα φιλόδοξο χρονοδιάγραμμα 18 μηνών για την υλοποίησή τους. Κατ’ αρχήν, υπάρχει η πρόταση για τη δημιουργία του EMF που θα βασίζεται στη σημερινή αρχιτεκτονική του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), αλλά θα μπορεί παράλληλα να παρέχει έναν κοινό μηχανισμό ασφαλείας (backstop) ως εγγύηση για το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (SRF) στο πλαίσιο της Τραπεζικής Ενωσης, καθώς και ως δανειστής έσχατης ανάγκης (lender of last resort). Παράλληλα όμως προτείνεται να μπορεί να υποστηρίξει και μια σταθεροποιητική λειτουργία (stabilization function) σε περιπτώσεις οικονομικών σοκ.
Αυτός ο μηχανισμός σταθεροποίησης είναι ένα από τα εργαλεία που θα μπορούσαν να συνδράμουν σε μια πιο βιώσιμη ευρωζώνη. Σε αυτά εντάσσεται και η συνδρομή του EMF στο SRF. Η Επιτροπή προτείνει επίσης να αξιοποιούνται κονδύλια από τον προϋπολογισμό της ΕΕ ώστε να υποστηρίζεται η εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στα κράτη-μέλη (πρόκειται για μια μάλλον «καμουφλαρισμένη μορφή» προϋπολογισμού της ευρωζώνης).

Βαρόμετρο η Τραπεζική Ενωση

Η Κομισιόν προτείνει την ενσωμάτωση του Δημοσιονομικού Συμφώνου (Fiscal Compact) που είχε υιοθετηθεί στην κορύφωση της κρίσης του ευρώ, το 2012, στις Συνθήκες από την 1η Ιανουαρίου 2018 (όπως άλλωστε προβλέπεται). Τέλος, υπάρχει η ιδέα για έναν ευρωπαίο υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών. Αυτός θα είναι παράλληλα αντιπρόεδρος της Κομισιόν και πρόεδρος του Eurogroup.

Οι διαφορές που πρέπει να γεφυρωθούν είναι όμως τόσο ουσιαστικές όσο και φιλοσοφικές. Στα θέματα Τραπεζικής Ενωσης π.χ., όπου η Κομισιόν θεωρεί κρίσιμη τη δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού συστήματος εγγύησης καταθέσεων (EDIS), το Βερολίνο βάζει τη μείωση κινδύνου (risk reduction) πριν από την αμοιβαιοποίηση του κινδύνου (risk mutualization). Διαφωνίες υπάρχουν και για τον ρόλο του ESM, καθώς η πρόταση Σόιμπλε για την ανάληψη από τον ESM και ρόλου επιτήρησης των οικονομιών των κρατών-μελών της ευρωζώνης εξακολουθεί να πλανάται στο παρασκήνιο και αναμφίβολα δεν αρέσει στο Παρίσι. Επίσης, η σύνδεση της υλοποίησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με τη λήψη κονδυλίων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό είναι περίπλοκη.
Η ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ενωσης είναι για πολλούς το βασικό κριτήριο που θα καταδείξει αν μπορεί να υπάρξει πρόοδος στα επόμενα βήματα. Ισως γι’ αυτό ο κ. Τουσκ, σε σημείωμά του προς τις πρωτεύουσες, να έδωσε έμφαση στην εκκαθάριση του τραπεζικού τομέα από τις αμαρτίες του παρελθόντος προτού γίνει προσπάθεια για «πιο φιλόδοξες ιδέες».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ