Σχεδόν όλοι χρησιμοποιούν την ίδια λέξη: «εμπρηστική». Ετσι περιγράφουν την απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να αναγνωρίσει την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, αψηφώντας τη διεθνή κατακραυγή και τις προειδοποιήσεις ότι ανοίγει την «πύλη της Κολάσεως», παίζοντας με τη φωτιά στην πάντα εύφλεκτη Μέση Ανατολή.
Κάποιοι μίλησαν για «διπλωματικό εμπρησμό» και άλλοι για «διεθνή βανδαλισμό» στην πιο ευαίσθητη γεωπολιτικά περιοχή στον κόσμο. Γιατί το καθεστώς της Ιερουσαλήμ είναι το πιο δύσκολο ζήτημα σε αυτό που συχνά περιγράφεται ως η πιο δισεπίλυτη σύγκρουση στον κόσμο. Είναι το ζήτημα που έχει αποτρέψει πολλές προσπάθειες για την επίτευξη ειρήνης μέσα σε αρκετές δεκαετίες. Τόσο οι Ισραηλινοί όσο και οι Παλαιστίνιοι επιμένουν ότι η Ιερουσαλήμ πρέπει να είναι η πρωτεύουσα των κρατών τους, παρόντων και μελλοντικών, και ότι το καθεστώς αυτό δεν είναι διαπραγματεύσιμο.
Αλλά η Ιερουσαλήμ δεν είναι σημαντική μόνο για Ισραηλινούς και Παλαιστινίους. Η Παλιά Πόλη της περιέχει τον πιο ιερό χώρο στον ιουδαϊσμό και το τρίτο πιο ιερό τέμενος στο Ισλάμ, για να μη μιλήσουμε για την τεράστια σημασία που έχει για τους χριστιανούς, πράγμα που σημαίνει ότι ακόμη και η παραμικρή κίνηση εκεί γίνεται αισθητή σε δισεκατομμύρια ανθρώπους. Είναι ένας τόπος όπου οι διπλωμάτες έχουν μάθει να βαδίζουν με τεράστια προσοχή. Δεν είναι τυχαίο που καμιά αμερικανική κυβέρνηση δεν έχει αλλάξει την πολιτική της για την πόλη στα 70 χρόνια από την ίδρυση του Ισραήλ.
Αλλά να που ο Τραμπ, αγνοώντας κάθε προηγούμενο και μάλιστα ιστορικό –ακόμη και σε ένα μέρος όπου η Ιστορία είναι ζήτημα ζωής και θανάτου –καταπατάει κάθε ευαισθησία για να ικανοποιήσει τη σκληρή βάση των οπαδών του, την ευαγγελική Δεξιά και το εβραϊκό λόμπι στις ΗΠΑ. Ο κίνδυνος είναι προφανής: όλες οι αραβικές κυβερνήσεις –συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είναι πιστές στην Ουάσιγκτον –εκδίδουν τώρα αιχμηρές προειδοποιήσεις.
Οι περισσότεροι υποστηρικτές μιας τελικής λύσης δύο κρατών πιστεύουν ότι ο μόνος τρόπος για να επιλυθεί το ζήτημα της Ιερουσαλήμ είναι να γίνει πρωτεύουσα και των δύο κρατών: η Ανατολική Ιερουσαλήμ πρωτεύουσα της Παλαιστίνης και η Δυτική πρωτεύουσα του Ισραήλ. Στη συνέχεια, και μόνο τότε, θα είναι η κατάλληλη στιγμή για να ξεκινήσει η μετακίνηση των πρεσβειών και η έκδοση δηλώσεων αναγνώρισης. Μέχρι εκείνη την ημέρα, κάθε πράξη που προδικάζει μια συμφωνία μεταξύ των δύο μερών για το μέλλον της πόλης είναι απερίσκεπτη και άσκοπα εμπρηστική.
Πόσο εμπρηστική; Πολύ. Αρκεί να θυμηθούμε ότι η δεύτερη ιντιφάντα –η οποία μετατράπηκε σε δύο χρόνια αιματηρής βίας μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων –ξεκίνησε ύστερα από μια 45λεπτη επίσκεψη, στα τέλη του 2000, του τότε ηγέτη της ισραηλινής αντιπολίτευσης Αριέλ Σαρόν στον τόπο που αντιπροσωπεύει τον πυρήνα αυτής της ραδιενεργής σύγκρουσης, τον ιερό τόπο που οι μουσουλμάνοι αποκαλούν Χαράμ αλ Σαρίφ και οι Εβραίοι Ορος του Ναού. Ας το έχουμε αυτό κατά νου, όπως και τα λόγια του παλαιστίνιου πρεσβευτή στο Λονδίνο που είπε ότι η κίνηση του Τραμπ ισοδυναμεί με «κήρυξη πολέμου σε 1,5 δισεκατομμύριο μουσουλμάνους».
Γιατί το έκανε ο Τραμπ; Ισως γιατί θέλει να δείξει ότι τιμά τις προεκλογικές υποσχέσεις του. Είπε ότι θα το κάνει, και τώρα το κάνει, και στο διάολο οι συνέπειες. Αυτό είναι ένα στυλ πολιτικής που φαίνεται να αρέσει στη βάση του. Ο υπόλοιπος κόσμος αντλεί κάποια ανακούφιση από το γεγονός ότι δεν θα υπάρξει άμεση μετακίνηση της πρεσβείας. Δεν προβλέπεται πριν από το 2021 και τότε μπορεί να έχει λήξει η θητεία του Τραμπ. Ισως να είναι και αυτή μια κίνηση σαν την αποχώρηση του Tραμπ από τη Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή –πιο συμβολική παρά ουσιαστική.
Αλλά στη σύγκρουση Ισραηλινών – Παλαιστινίων τα σύμβολα έχουν τεράστια σημασία. Για αυτό και οι άλλοι ηγέτες του κόσμου και ανώτεροι αμερικανοί πολιτικοί πρέπει να ενώσουν τις φωνές τους λέγοντας ότι αυτή η πράξη είναι λανθασμένη και δεν τους αντιπροσωπεύει. Πρέπει να σηματοδοτήσουν ότι μια άλλη πολιτική θα κυριαρχήσει μόλις φύγει ο Τραμπ. Το πρόβλημα είναι ότι τότε μπορεί να είναι πολύ αργά, δεδομένου του τρόπου με τον οποίο μπορεί να εξαπλωθεί και να κλιμακωθεί η βία στη Μέση Ανατολή.
Σύμφωνα πάντως με ρεπορτάζ των «New York Times», η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του εβραϊκού κράτους εντάσσεται σε ένα ευρύτερο σχέδιο ΗΠΑ – Ισραήλ – Σαουδικής Αραβίας για το μέλλον ολόκληρης της περιοχής.
Οπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, ο παλαιστίνιος ηγέτης Μαχμούντ Αμπάς κλήθηκε ξαφνικά τον περασμένο Νοέμβριο στη Σαουδική Αραβία για έκτακτη συνάντηση κεκλεισμένων των θυρών με τον πρίγκιπα-διάδοχο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, ο οποίος του παρουσίασε εκβιαστικά το πλαίσιο ενός νέου «σχεδίου Τραμπ» για την «επίλυση» του Μεσανατολικού, το οποίο περιγράφεται ως το πιο φιλοϊσραηλινό και αντιπαλαιστινιακό που έχει εκπονηθεί ποτέ από οποιαδήποτε αμερικανική κυβέρνηση.
Το σχέδιο πρoέβλεπε ότι οι Παλαιστίνιοι θα αποκτήσουν μεν το δικό τους «κράτος», αλλά αυτό θα αποτελείται μόνο από διάσπαρτα τμήματα της Δυτικής Οχθης και ακόμη και σε αυτά οι Παλαιστίνιοι δεν θα διαθέτουν πλήρη εθνική, αλλά μόνον «ηθική» κυριαρχία. Η συντριπτική πλειονότητα των παράνομων εποίκων θα παραμείνει στα κατεχόμενα και η Ανατολική Ιερουσαλήμ δεν θα αναγνωριστεί ως πρωτεύουσα του νέου κράτους.

HeliosPlus