Δεν είναι μόνο η Βρετανία που θα πρέπει να πληρώσει ακριβά για την αποχώρηση από την ΕΕ. Μελέτη που μόλις δημοσιοποιήθηκε έχει ταράξει τα νερά στις Βρυξέλλες, δείχνοντας ότι το κόστος του Brexit θα είναι πανάκριβο και για τη Γερμανία: επιπλέον 3,8 δισ. ευρώ τον χρόνο θα πρέπει να πληρώνει το Βερολίνο στον προϋπολογισμό της ΕΕ για να καλυφθεί η τρύπα από την αναχώρηση των Βρετανών.
Εχει γίνει πλέον κλισέ: αν δεν υπάρξει συμφωνία για τον λογαριασμό του «διαζυγίου», η ΕΕ δεν πρόκειται να ανοίξει το επόμενο κεφάλαιο των διαπραγματεύσεων για τη μελλοντική εμπορική σχέση της Βρετανίας με την Ευρώπη. Αυτή η πολύπλοκη ερώτηση έχει σκιάσει πλήρως τις υπόλοιπες συνομιλίες, και καθώς δεν κινείται τίποτε στις διαπραγματεύσεις για τη λύση μιας ένωσης που διαρκεί πάνω από 40 χρόνια, η Βρετανία μπορεί να χάσει την προθεσμία του Δεκεμβρίου για να προχωρήσουν οι συνομιλίες στις μελλοντικές εμπορικές σχέσεις, τις οποίες οι επιχειρήσεις θεωρούν κρίσιμης σημασίας για να λάβουν επενδυτικές αποφάσεις.
Οι δύο πλευρές εκφράζουν απογοήτευση για την έλλειψη προόδου και την περασμένη εβδομάδα ο διαπραγματευτής της ΕΕ Μισέλ Μπαρνιέ δήλωσε πως η Βρετανία έχει στη διάθεσή της δύο εβδομάδες για να γνωστοποιήσει σε ποιον βαθμό «θα τιμήσει τις υποχρεώσεις της» ώστε να αρθεί το αδιέξοδο.
Αλλά εκτός από τις μελλοντικές σχέσεις της ΕΕ με τη Βρετανία, υπάρχει άλλη μία κρίσιμη ερώτηση που φάνηκε από μια νέα μελέτη αυτή την εβδομάδα: Πώς ακριβώς θα πρέπει να καλύψει η Ευρωπαϊκή Ενωση την οικονομική τρύπα που θα αφήσει η αναχώρηση της Βρετανίας;
Μιλάμε για αρκετά χρήματα. Πρώτα είναι το συνεχιζόμενο δίλημμα σχετικά με το λεγόμενο κόστος του διαζυγίου της Βρετανίας.
Οι διαπραγματευτές της ΕΕ δήλωσαν ότι η Βρετανία οφείλει περίπου 60 δισ. ευρώ σε δεσμεύσεις που έχουν ήδη αναληφθεί για διάφορα κοινά έργα. Το Λονδίνο προσφέρθηκε να πληρώσει μόνο 23 δισ. ευρώ, γεγονός που ώθησε τον Μπαρνιέ να καλέσει το Λονδίνο να επιστρέψει στο τραπέζι σε δύο εβδομάδες με μια καλύτερη προσφορά.
Αλλά πέρα από το κόστος του «διαζυγίου» υπάρχει ένα πολύ μεγαλύτερο δημοσιονομικό κενό. Σύμφωνα με νέα μελέτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η αποχώρηση της Βρετανίας θα αφήσει μια τρύπα ύψους 10,2 δισ. ευρώ στον ετήσιο προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ο οποίος ανέρχεται σε περίπου 150 δισ. ευρώ. Το πώς ακριβώς θα καλυφθεί αυτή η τρύπα είναι ένα ζήτημα που έχει τεράστια σημασία για τη Γερμανία, τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης.
Σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες, η μελέτη διαπιστώνει ότι η Γερμανία θα πρέπει να πληρώνει επιπλέον κάθε χρόνο περίπου 3,8 δισ. ευρώ στον προϋπολογισμό της ΕΕ για να τον διατηρήσει στο ίδιο επίπεδο με το σημερινό. Αυτό θα ήταν μια αύξηση περίπου 16% από τα σχεδόν 14 δισ. ευρώ που ξοδεύει σήμερα. Το ποσό είναι περίπου διπλάσιο από ό,τι δίνουν άλλες χώρες: η Γαλλία, ο επόμενος μεγαλύτερος συνεισφέρων, θα μπορούσε να πληρώνει επιπλέον 1,2 δισ. ευρώ, φθάνοντας συνολικά τα 7 δισ. ευρώ.
Η διαφορά αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό το μέγεθος κάθε οικονομίας –η Γερμανία είναι μακράν ο μεγαλύτερος συνεισφέρων και η Βρετανία η δεύτερη –αλλά αυτή η διάκριση μπορεί να μην έχει μεγάλη σημασία για τους γερμανούς φορολογουμένους. Μαζί με τον συνεχιζόμενο σκεπτικισμό για τα δάνεια της ΕΕ στην Ελλάδα, πολλοί Γερμανοί δεν έχουν καμιά διάθεση για περισσότερες πληρωμές στις Βρυξέλλες. Αντ’ αυτού, ξεκίνησε μια αναζωπυρωμένη συζήτηση σχετικά με το εάν η Ευρωπαϊκή Ενωση χρειάζεται πραγματικά τόσα χρήματα.
Πρέπει λοιπόν να μειωθεί ο προϋπολογισμός της ΕΕ; Η μελέτη του Κοινοβουλίου αναφέρει ότι αυτή είναι μια επιλογή που εξετάζεται από τις Βρυξέλλες. Ο αρμόδιος για τον προϋπολογισμό επίτροπος Γκίντερ Φερχόιγκεν δήλωσε ότι η συνεισφορά της Γερμανίας στον προϋπολογισμό της ΕΕ δεν θα πρέπει να υπερβεί το 1 δισ. ευρώ. Αυτό θα μπορούσε να θέσει σε τροχιά σύγκρουσης τη Γαλλία και τη Γερμανία, τους παραδοσιακούς κινητήριους μοχλούς της ΕΕ.
Ο γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ δήλωσε στην εφημερίδα «Handelsblatt» ότι χρειάζεται περισσότερη κοινή χρηματοδότηση, για παράδειγμα για την υποστήριξη έργων τεχνολογίας μεγάλης κλίμακας σε ολόκληρη την ήπειρο, είτε τυπικά μέσω ενός προϋπολογισμού της ζώνης του ευρώ είτε μέσω υφιστάμενων προγραμμάτων.
Πολλοί διαφωνούν, ιδίως στους συντηρητικούς κύκλους της Γερμανίας. Οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP), ένα κόμμα που τάσσεται υπέρ των επιχειρήσεων και βρίσκεται σε συνομιλίες για τη δημιουργία κυβέρνησης συνασπισμού με τους Χριστιανοδημοκράτες της Ανγκελα Μέρκελ, αντέδρασε σθεναρά κατά της πρότασης της Γαλλίας για έναν κοινό προϋπολογισμό στη ζώνη του ευρώ. Ακόμα και οι Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ είχαν ζητήσει μικρότερο προϋπολογισμό πριν από τις εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου.
Αλλά υπάρχουν και μειονεκτήματα. Περίπου το ένα τρίτο του προϋπολογισμού της ΕΕ διοχετεύεται πίσω στα πιο αδύναμα μέρη της ηπείρου. Αυτό περιλαμβάνει περίπου 18 δισ. ευρώ για τη Γερμανία τα επόμενα τέσσερα χρόνια, ιδιαίτερα στα ανατολικά γερμανικά κρατίδια που τιμώρησαν ήδη τα κεντρώα πολιτικά κόμματα στις εκλογές του Σεπτεμβρίου.

HeliosPlus