Οταν αποχώρησε από τη θέση του προέδρου του Ευρωκοινοβουλίου για να ανακοινώσει την υποψηφιότητά του για την καγκελαρία στα τέλη του περασμένου Ιανουαρίου, ο Μάρτιν Σουλτς φαινόταν να έχει πολλά υποσχόμενη δυναμική.
Ομως στην πορεία αυτή «ξεφούσκωσε» και ο υποψήφιος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) έχασε 10 μονάδες στις δημοσκοπήσεις από τον Μάρτιο μέχρι σήμερα, αντιμετωπίζοντας το ενδεχόμενο να φέρει στις σημερινές εκλογές το ιστορικά χαμηλό για το κόμμα του ποσοστό 22%-23%.
Ανάμεσα στα λάθη που καταλογίζουν στην προεκλογική εκστρατεία του είναι ότι, βλέποντας τα ποσοστά του να υποχωρούν, πέρασε σε προσωπικές επιθέσεις προς την Ανγκελα Μέρκελ, χαρακτηρίζοντάς την «αποστασιοποιημένη» και «χωρίς επαφή» με τους ψηφοφόρους. Η στρατηγική αυτή δεν φαίνεται να απέδωσε.
Για να είμαστε όμως δίκαιοι με το SPD, η ειρωνεία είναι ότι η Μέρκελ βαίνει προς τέταρτη θητεία επειδή καρπώθηκε τα αποτελέσματα των οικονομικών μεταρρυθμίσεων που είχε εισαγάγει ο Σοσιαλδημοκράτης Γκέρχαρντ Σρέντερ όταν ήταν στην καγκελαρία.
Ο Σουλτς προσπάθησε να επιτεθεί στη Μέρκελ και προσπαθώντας να παρουσιάσει τη γερμανική οικονομία ως «παθούσα». Οι περισσότεροι ψηφοφόροι όμως δεν την εκλαμβάνουν ως τέτοια, κυρίως επειδή η ανεργία κυμαίνεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Παρά το γεγονός ότι πολλοί έχουν δουλειές χαμηλόμισθες ή μερικής απασχόλησης.
Στην αρχή της προεκλογικής εκστρατείας, η έλλειψη εμπειρίας του Σουλτς στην εθνική πολιτική λειτούργησε υπέρ του επειδή το όνομά του δεν συνδεόταν με κανένα από τα προβλήματα της χώρας, όπως τα σκάνδαλα που αφορούν τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία. Ο υποψήφιος του SPD είχε διατελέσει μόνο δήμαρχος (επί 11 χρόνια) της γενέτειράς του, Βουρσέλεν, προτού εκλεγεί ευρωβουλευτής του SPD το 1994. Εκτοτε παρέμεινε στις Βρυξέλλες μέχρι τον περασμένο Ιανουάριο. Δεν κατάφερε όμως να διατηρήσει τον αρχικό ενθουσιασμό που καλλιέργησε για το πρόσωπό του ως φρέσκου στην εθνική πολιτική της Γερμανίας.
Ο Σουλτς περιόδευσε στη Γερμανία σε μια προσπάθεια να πλησιάσει τους απλούς ψηφοφόρους. Εκφώνησε ομιλίες σε συνδικάτα, μπιραρίες και λαϊκές αγορές λέγοντας στον κόσμο «Είμαι ένας από εσάς». Ωστόσο, αν και στη Γερμανία το πλουσιότερο 10% κατέχει το 60% του πλούτου της χώρας και, αν και η ανεργία είναι μόλις 6%, τα πραγματικά εισοδήματα των εργαζομένων είναι κατά 40% χαμηλότερα από τη δεκαετία του ’90, ο Σουλτς δεν κατάφερε να πείσει παρά το γεγονός ότι η ανισότητα αποτελεί προνομιακό πεδίο του SPD.
Για να είμαστε δίκαιοι και με τον Σουλτς, μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων δεν τιμωρεί αυτόν τον ίδιο αλλά το SPD το οποίο, συμμετέχοντας στην κυβέρνηση σε «μεγάλο συνασπισμό» με τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU) στην πρώτη και στην τρίτη θητεία της Μέρκελ, έχει προκαλέσει σύγχυση στους ψηφοφόρους οι οποίοι δεν φαίνεται να αντιλαμβάνονται τις διαφορές ανάμεσα στα δύο κόμματα.
Ο Σουλτς όμως δεν είναι ο μόνος κεντροαριστερός που δεν πείθει στη σημερινή Ευρώπη. Οι γάλλοι Σοσιαλιστές κατατροπώθηκαν στις εκλογές –σε βαθμό που το κόμμα ανακοίνωσε την Τρίτη ότι βγάζει στην πώληση το ιστορικό αρχηγείο του στο Παρίσι επειδή τα αποτελέσματα που έφερε στις προεδρικές και στις βουλευτικές εκλογές της περασμένης άνοιξης του κόστισαν σε χρηματοδότηση φέρνοντάς το στο χείλος της οικονομικής κατάρρευσης –ενώ στην Ιταλία η διαφαινόμενη άνοδος της Κεντροαριστεράς λόγω Ματέο Ρέντσι έχει ανακοπεί εξαιτίας των χειρισμών του και της παραίτησής του μετά το αποτυχημένο δημοψήφισμα του περασμένου Δεκεμβρίου για τη συνταγματική μεταρρύθμιση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ