Ηταν τόσο σκληρή η στάση του Τραμπ απέναντι στην Ισλαμική Δημοκρατία της Τεχεράνης στην πρώτη ομιλία του στην πρεμιέρα της διεθνούς περιοδείας του, επί σαουδαραβικού μάλιστα άκρως σουνιτικού εδάφους, που πολλά ΜΜΕ στις ΗΠΑ και στον κόσμο μιλάνε για ορκισμένο «εχθρό του Ιράν».
Στην πρώτη του έξοδο στην πάντα ταραγμένη Μέση Ανατολή, ο σκανδαλόπληκτος στις ΗΠΑ Τραμπ ξεκαθάρισε ένα πράγμα: η αντιπάθειά του προς το Ιράν, που μόλις εξέλεξε για δεύτερη θητεία έναν μετριοπαθή πρόεδρο ο οποίος υπέγραψε πυρηνική συμφωνία ύφεσης με την Δύση, είναι δεδομένη και στα όρια της ανοιχτής εχθρότητας.
Και ίσως είναι το μοναδικό πράγμα στο οποίο συμφωνούν οι μεγάλοι, παραδοσιακοί σύμμαχοι της Ουάσιγκτον στην περιοχή, Σαουδική Αραβία και Ισραήλ. Ετσι ο Τραμπ χτύπησε το σιιτικό Ιράν τόσο από την σουνιτική καταπιεστική μοναρχία του οίκου των Σαούντ, όσο και από το εβραϊκό Ισραήλ, επειδή η εχθρότητα για τους σιίτες μουλάδες του Ιράν είναι η συγκολλητική ουσία που συνδέει μια αναδυόμενη, κατά πολλούς, συμμαχία ανάμεσα στο αυταρχικό βασίλειο, μικρότερα κράτη-δορυφόρους του Περσικού Κόλπου, και Ισραήλ.
Η κοινή στόχευση για την αναχαίτιση του λεγόμενου «σιιτικού τόξου» ή «τριπλέτας» (Ιράν, Δαμασκός του Μπασάρ αλ-Ασαντ και φιλο-ιρανική Χεζμπολάχ στον νότιο Λίβανο που κάνει πόλεμο κατά του Ισραήλ) θεωρείται δεδομένη, αλλά μπορεί πραγματικά να επεκταθεί για να γίνει κυρίαρχη αρχή της αμερικανικής πολιτικής στην περιοχή, και να φέρει νέα, στοχευμένη πραγματικά προς αυτό, διπλωματική πρωτοβουλία από την κυβέρνηση Τραμπ;
Οι δηλώσεις του ίδιου του προέδρου δεν το αποκλείουν καθόλου. Ο Τραμπ είπε ότι «το Ιράν πρέπει να σταματήσει αμέσως την οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη που παρέχει σε «τρομοκράτες και μαχητές», και επανέλαβε ότι «δεν πρέπει ποτέ να επιτραπεί στη χώρα αυτή να αποκτήσει ατομικά όπλα».
«Το πιο σημαντικό είναι ότι οι ΗΠΑ και το Ισραήλ μπορούν να πουν με μια φωνή ότι δεν πρέπει ποτέ να επιτραπεί στο Ιράν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα – ποτέ, ποτέ – και πως πρέπει να σταματήσει τη φονική χρηματοδότηση, την εκπαίδευση και τον εξοπλισμό τρομοκρατών και μαχητών. Πρέπει να σταματήσει αμέσως», είπε ο Τραμπ από την Ιερουσαλήμ.
Κατακεραυνώνοντας, λοιπόν, το Ιράν που μόλις εξέλεξε πανηγυρικά από τον πρώτο γύρο για δεύτερη θητεία τον μετριοπαθή πρόεδρο Χασάν Ρουχανί, αυτόν που υπέγραψε την πυρηνική συμφωνία με τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, ο Τραμπ χαρακτηρίζει την Ισλαμική δημοκρατία «κράτος-χρηματοδότη της τρομοκρατίας».
Διατείνεται ότι η υποστήριξη της Τεχεράνης στον πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ Αλ Άσαντ στον εμφύλιο εκεί, στους σιίτες ισλαμιστές αντάρτες στον εμφύλιο της Υεμένης και στο πολιτικό κόμμα και τους μαχητές της σιιτικής οργάνωσης Χεζμπολάχ στον Λίβανο έχουν τυλίξει στις φλόγες την Μέση Ανατολή.
Ο Τραμπ ταξίδεψε από το Ριάντ στο Ισραήλ, δεύτερο σταθμό του πρώτου υπερπόντιου ταξιδιού του μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, τον Ιανουάριο. Και είπε πάνω κάτω τα ίδια αντι-ιρανικά σε ένα ακροατήριο εξίσου έτοιμο να τα ακούσει ευχαρίστως.
«Πολλοί εξέφρασαν την αποφασιστικότητά τους να βοηθήσουν να τελειώσει η τρομοκρατία και η εξάπλωση του ριζοσπαστισμού. Πολλά μουσουλμανικά κράτη έχουν ήδη κάνει βήματα προκειμένου να αρχίσουν να ακολουθούν αυτή τη δέσμευση», είπε ο Τραμπ. Για να προσθέσει στο κρεσέντο της ομιλίας του ότι «υπάρχει αυξανόμενη συνειδητοποίηση μεταξύ των Αράβων γειτόνων σας ότι έχουν κοινό σκοπό μαζί σας όσον αφορά την απειλή που θέτει το Ιράν».
Για τον Τραμπ, η φραστική επίθεση εναντίον του Ιράν επιτελεί πολλούς στόχους ταυτόχρονα. Του επιτρέπει να ακουστεί σκληρός σε διεθνές προσκήνιο. Πιο σκληρός από τον προκάτοχό του Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος όπως πιστεύει ο Τραμπ υπέγραψε μια από τις χειρότερες συμφωνίες στην Ιστορία φτάνοντας σε έναν διακανονισμό για τα πυρηνικά με το Ιράν.
Του επιτρέπει να καθησυχάσει τους Σαουδάραβες, τα αραβικά κράτη του Κόλπου και το Ισραήλ, ταυτόχρονα. Και υπογραμμίζει την αφήγηση ενός κοινού μετώπου που αναδύεται στην περιοχή – το οποίο, τουλάχιστον σύμφωνα με τον Τράμπ φέρει την δελεαστική υπόσχεση μιας νέας προσπάθειας για λύση στην σύγκρουση Ισραήλ και Παλαιστινίων.
Και στέλνει επίσης ένα προειδοποιητικό μήνυμα στην Τεχεράνη σχετικά με πτυχές της πολιτικής της στην περιοχή που η Ουάσινγκτον βλέπει ως αντίθετες προς τα συμφέροντα των ΗΠΑ.
Σύγκρουση με την πραγματικότητα
Μεγάλο μέρος της κοσμοθεωρίας του Τραμπ έρχεται τώρα για πρώτη φορά σε επαφή, και σύγκρουση, με την πραγματικότητα. Η εξωτερική πολιτική του προέδρου των ΗΠΑ εξακολουθεί να είναι, κατά γενική ομολογια, ένα έργο σε εξέλιξη. Αυτό το πρώτο ταξίδι είναι σε μεγάλο βαθμό τελετουργικό, αλλά οπωσδήποτε η πρώτη φυσική επαφή του με την ταραγμένη Μέση Ανατολή.
Πέρα λοιπόν από το τεράστιο συμβόλαιο των 350 δισ. δολαρίων για πωλήσεις όπλων στη Σαουδική Αραβία, τι έχουμε μάθει μέχρι τώρα; Την επιθετικότητα προς το Ιράν αλλά και το πάγωμα του σχεδίου για μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ, εμπρηστική προεκλογική δέσμευση του Τραμπ. Αρα ο Τραμπ δεν τα δίνει όλα στο Ισραήλ, γράφει μεγάλο μέρος του αμερικανικού Τύπου.
Αλλά η εξωτερική πολιτική του δεν μοιάζει να σέβεται λεπτές αποχρώσεις, ούτε την περίπλοκη πραγματικότητα στο έδαφος. Η σχεδόν μεταφυσική πίστη του Τραμπ για τις δυνατότητες μιας ευρύτερης ειρήνης στη Μέση Ανατολή διαψεύδεται από τους περισσότερους εμπειρογνώμονες που γνωρίζουν καλά την περιοχή, και οι οποίοι πιστεύουν ότι ούτε οι Ισραηλινοί ούτε οι Παλαιστίνιοι είναι έτοιμοι να κάνουν τους σκληρούς συμβιβασμούς που είναι απαραίτητοι για την επίτευξη μόνιμης ειρήνης.
Κάποιοι λένε ότι αντί να επικεντρωθεί σε μια ολοκληρωμένη συμφωνία που θα έπρεπε να επιλύσει τα σκληρά ζητήματα όπως το καθεστώς της Ιερουσαλήμ και την επιστροφή των προσφύγων, ο στόχος πρέπει να είναι λιγότερο φιλόδοξος. Μια προσωρινή – μεταβατική συμφωνία που θα μπορούσε να σηματοδοτήσει την εκ νέου έναρξη μιας πιο μακροπρόθεσμης διπλωματικής διαδικασίας.
Δεν είναι όμως σαφές αν η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει την υπομονή για μια τέτοια σοβαρή διπλωματική προσπάθεια μακράς πνοής. Και αυτό μας φέρνει πίσω στο Ιράν. Ποιά είναι ακριβώς η πολιτική της κυβέρνησης Tραμπ προς την Τεχεράνη;
Παρά την επανειλημμένη καταδίκη του προέδρου για την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, είναι πραγματικά έτοιμος να μην την τηρήσει καθόλου; Πράγματι, η επανεκλογή του προέδρου του Ιράν Χασάν Ρουχάνι μπορεί να περιπλέξει περαιτέρω τα πράγματα. Θεωρήθηκε ως ο πιο μετριοπαθής υποψήφιος, έστω και αν ο Ανώτατος ηγέτης Χαμενεί και οι Φρουροί της Επανάστασης εξακολουθούν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εξωτερική πολιτική της ισλαμικής Δημοκρατίας. Ο πρόεδρος Ρουχανί ενθαρρύνει ήδη ορισμένους ευρωπαίους πολιτικούς να μιλήσουν υπέρ ενός νέου μεγάλου ανοίγματος προς την Τεχεράνη, κάτι που μάλλον δεν ακούγεται καλά στην Ουάσινγκτον, και είναι βέβαια ο μεγάλος εφιάλτης της Σαουδικής Αραβίας.
Διότι υπάρχει πάντα η διαβολεμένη, ιστορική πολυπλοκότητα της Μέσης Ανατολής, λαών, θρησκειών, ενεργειακών πόρων, συμφερόντων και αντιτιθέμενων συμμάχων-πατρόνων, που η αφελής ρητορική του Τραμπ μοιάζει να αγνοεί πλήρως προς το παρόν. Η ιρακινή κυβέρνηση στη Βαγδάτη είναι, ας πούμε, αυτή τη στιγμή ένας από τους κύριους συμμάχους της Ουάσιγκτον εναντίον των βάρβαρων τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία και το Ιράκ. Και αυτή τη στιγμή το Ιράν είναι επίσης ισχυρός υποστηρικτής της κυβέρνησης στη Βαγδάτη –ας μην ξεχνάμε ότι ο πληθυσμός του Ιράκ είναι κατά πλειοψηφία σιιτικός – και έχει αναπτύξει σιιτικές πολιτοφυλακές και συμβούλους στο έδαφος για να στηρίξουν την πολεμική προσπάθεια στην πολύπαθη γειτονική Συρία, και στο βόρειο Ιράκ. Οπου συνεχίζεται η μεγάλη μάχη για την ανακατάληψη της κατά πλειοψηφίας σουνιτικής Μοσούλης στον βορρά, σε μια περιοχή τόσο πλούσια σε πετρέλαιο…