Με πυραυλικές δοκιμές,στρατιωτικές παρελάσεις και προπαγανδιστικά βίντεο που δείχνουν τα συντρίμμια τηςΟυάσιγκτονκαι του Σαν Φρανσίσκο, το καθεστώς του ΚιμΓιονγκΟυνανακοίνωσε για ακόμη μία φορά καιμε τον πλέον ξεκάθαροτρόπο την πρόθεσήτου να μετατρέψει τη Βόρεια Κορέα σε παγκόσμια πυρηνική δύναμη. Λιγότερο σαφέςείναι, ωστόσο, εάν οβορειοκορεάτηςδικτάτορας μπορεί να πραγματοποιήσει τα πυρηνικά του σχέδια, ενώ το ερώτημα που απασχολεί τη διεθνή κοινότητα είναι κατά πόσο η μυστικοπαθής αυτή χώρα αποτελεί πράγματι απειλή για την παγκόσμια ασφάλεια. Επειτα από πέντε πυρηνικές δοκιμές σε μια δεκαετία, η Βόρεια Κορέα έχει ήδη αποδείξει ότι μπορεί να πλήξει και την όμορη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία και τους 80.000αμερικανούςστρατιώτες που βρίσκονται στις δύο αυτές χώρες, αλλά και την Κίνα, τον στενότερο σύμμαχότης, καθώς μια πυρηνική σύρραξη στην ευρύτερη περιοχή θα ήταν σίγουρα επιζήμιακαι για το Πεκίνο.Ωστόσο, η χώρα δεν έχειπροβείακόμη στη δοκιμήδιηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλωνπου θα μπορούσαν να διασχίσουν τον Ειρηνικό και να πλήξουν τις ΗΠΑ. Αλλά αυτός εξακολουθεί να είναι ο κύριος στόχος τηςΠιονγκγιάνγκ.
Ο κυβερνών οίκος των Κιμ και οι ανώτεροι αξιωματούχοι του καθεστώτος ανησυχούν πλέον για την επιβίωσή τους. Φοβούνται πως επιδίωξη των Αμερικανών είναι η πτώση τους και πιστεύουν πως μόνο η δυνατότητα να επιτεθούν στις ΗΠΑθα μπορούσε να αποτρέψει αυτό το ενδεχόμενο. Εστίασαν έτσι όλες τις προσπάθειές τους στην ανάπτυξη πυρηνικών όπλων, θεωρώντας πως μόνο αυτά κρατούν σε απόσταση τους Αμερικανούς.
Αλλά αυτή τη φορά υπάρχει μια σημαντική διαφορά, και δεν είναι άλλη από τον ΝτόναλντΤραμπ.Κατά την προεκλογική εκστρατεία δήλωνε πρόθυμος να συνομιλήσει με τον Κιμ Γιονγκ Ουν. Στη συνέχεια, ωστόσο, υιοθέτησε μια πιο επιθετική στάση και οι Βορειοκορεάτες σήμερα ανησυχούν πως η πρόσφατη επίθεση με τους 59Τόμαχοκστη Συρία και η ρίψη της αποκαλούμενης «μητέρας όλων των βομβών» στο Αφγανιστάν αποτελούν σημάδι πως ο νέος αμερικανόςπρόεδρος θα μπορούσε να καταφύγει στη στρατιωτική ισχύ για να επιλύσει οριστικά το «ζήτημα» της Βόρειας Κορέας.
Θεωρείται σχεδόν βέβαιο πως οι ηγέτες της Βόρειας Κορέας δεν πρόκειται να ξεκινήσουν κανένανπόλεμο και αυτό σημαίνει ότι κατά πάσα πιθανότητα η όποια ένταση και οι εκατέρωθεν προκλήσεις θα περιοριστούν, ενώ δεν αποκλείεται και η έναρξη κάποιου τύπου συνομιλιών. Οι ΗΠΑ, άλλωστε, συνυπάρχουν εδώ και δεκαετίες με πυρηνικές δυνάμεις όπως η Ρωσία και η Κίνα. Και η στάση της δεύτερης στην εξέλιξη αυτής της διαρκούς κρίσης στη χερσόνησο της Κορέας είναι καθοριστική.

«Πάνω απ’ όλα η σταθερότητα του καθεστώτος»

«Ολες οι χώρες που επιδιώκουν να αποκτήσουν πυρηνικά όπλα το κάνουν για τρεις βασικούς λόγους: την εξουσία – ασφάλεια, το κύρος και/ή την πολιτική. Η Βόρεια Κορέα δεν αποτελεί εξαίρεση. Πάνω από όλα, η Πιονγκγιάνγκ στοχεύει στο να εξασφαλίσει τη δική της ασφάλεια, τόσο όσον αφορά τη σταθερότητα του καθεστώτος όσο και την εθνική της κυριαρχία – και αντιλαμβάνεται την ανάπτυξη των πυρηνικών ως ένα αποτελεσματικό μέσο» εξηγεί στο «Βήμα» ο Ερικ Μπάλμπαχ, επικεφαλής ερευνών για τη Βόρεια Κορέα και τη διεθνή ασφάλεια στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.

Επισημαίνει, ωστόσο, πως «η εφαρμογή ενός τόσο απαιτητικού προγράμματος σε επίπεδο πόρων, ιδίως σε περίοδο οικονομικής κρίσης, προϋποθέτει και την έγκρισή του στο εσωτερικό της χώρας – ακόμη και σε ένα απολυταρχικό κράτος, όπως η Λαοκρατική Δημοκρατία της Κορέας. Για τον λόγο αυτόν, το καθεστώς εμπλέκεται τακτικά σε «ρητορικές αντιπαραθέσεις», ιδιαίτερα με τις ΗΠΑ. Καταφεύγοντας σε μια μιλιταριστική ρητορική και προβαίνοντας σε προκλήσεις στο εξωτερικό που δεν ξεπερνούν το χείλος του πολέμου, το βορειοκορεατικό καθεστώς παρουσιάζει στους πολίτες το κράτος ως ασπίδα προστασίας, νομιμοποιώντας παράλληλα τις πυρηνικές φιλοδοξίες του» προσθέτει.

Αλλά οι πυρηνικές προσπάθειες της Βόρειας Κορέας δεν γίνονται κατανοητές μόνο με βάση την πολιτική και τα ζητήματα ασφάλειας. «Η ταυτότητα είναι ένας εξίσου σημαντικός παράγοντας. Στην εγχώρια προπαγάνδα, το ότι η χώρα αναγνωρίζεται ως πυρηνική δύναμη θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην Ιστορία της. Η ολική αποπυρηνικοποίηση θα αχρήστευε ό,τι πιο σημαντικό επετεύχθη κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας του Κιμ Γιονγκ Ιλ. Παρότι μια τέτοια εξέλιξη δεν είναι αδύνατη, το πολιτικό κόστος για τη διεθνή κοινότητα θα ήταν σίγουρα πολύ υψηλό» καταλήγει ο κ. Μπάλμπαχ. Χαρακτηρίζοντας τη Βόρεια Κορέα «ένα εγγενές «Αλλο» εντός της παγκοσμιοποιημένης διεθνούς κοινότητας» τονίζει πως «η κατανόηση των κινήτρων της στη συνεχιζόμενη αντιπαράθεση με τη διεθνή κοινότητα είναι απαραίτητη προκειμένου να βρεθεί μια ρεαλιστική απάντηση στις προκλήσεις που θέτουν οι πυρηνικές φιλοδοξίες της».

«Κοντά όσο τα χείλη με τα δόντια»

Η Κίνα, ο πιο σημαντικός σύμμαχος της Βόρειας Κορέας, μεγαλύτερος εμπορικός της εταίρος (6,86 δισ. οι εμπορικές συναλλαγές το 2014) και κύρια πηγή τροφίμων, ενέργειας και όπλων, αντιτίθεται ιστορικά στην επιβολή σκληρών κυρώσεων στη χώρα των Κιμ από τη διεθνή κοινότητα. Από τότε που τα κινεζικά στρατεύματα πλημμύρησαν την κορεατική χερσόνησο κατά τη διάρκεια του πολέμου (1950-1953), το Πεκίνο στηρίζει αδιάλειπτα την Πιονγκγιάνγκ. Το 2006, ωστόσο, η δοκιμή ενός πυρηνικού όπλου ανάγκασε την κινεζική ηγεσία να αλλάξει τη στάση της και να συνηγορήσει για πρώτη φορά υπέρ της επιβολής κυρώσεων. Εκτοτε, το Πεκίνο έχει σκληρύνει τη στάση του προς την Πιονγκγιάνγκ εξαιτίας των πυρηνικών και πυραυλικών δοκιμών που εξακολουθεί να πραγματοποιεί, εμποδίζοντας, ωστόσο, τη λήψη μέτρων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην πτώση του καθεστώτος Κιμ.

Την Πέμπτη ο Τραμπ δήλωσε πως έχει «απόλυτη εμπιστοσύνη» στις προσπάθειες που θα κάνει ο κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ για την εκτόνωση της έντασης. Οι Κινέζοι, πάντως, έχοντας θέσει σε κατάσταση επιφυλακής τμήμα των ενόπλων δυνάμεών τους, δήλωσαν ότι στηρίζουν την ειρηνική επίλυση της κρίσης.

«Η στήριξη της Κίνας προς τη Βόρεια Κορέα δεν περιορίζεται στους ισχυρούς οικονομικούς και εμπορικούς δεσμούς μεταξύ των δύο κρατών. Συχνά αναφέρεται ότι οι δύο χώρες είναι τόσο κοντά «όσο τα χείλη με τα δόντια» και η Κίνα δεν πρόκειται να αλλάξει τη στάση της, ούτε τώρα ούτε στο άμεσο μέλλον, για λόγους γεωστρατηγικούς αλλά και εσωτερικής πολιτικής. Οσον αφορά τη διεθνή ασφάλεια, οι Κινέζοι θεωρούν πως η Βόρεια Κορέα αποτελεί μια προστατευτική ζώνη και σε περίπτωση που καταρρεύσει, θα επέλθει αποσταθεροποίηση και θα ανατραπεί η ισορροπία δυνάμεων στη Βορειοανατολική Ασία, προς όφελος των ΗΠΑ και όχι της Κίνας. Επιπλέον, οποιαδήποτε ξαφνική κατάρρευση της Βόρειας Κορέας θα προκαλούσε ένα κύμα ανεπιθύμητων προσφύγων προς την Κίνα» επισημαίνει στο «Βήμα» η Χεατζίν Κιμ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ