Η επομένη του δημοψηφίσματος βρίσκει την Τουρκία πιο διχασμένη από ποτέ, με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να προσπαθεί να ανακτήσει το κύρος του στη διεθνή κοινότητα και παράλληλα να αποδείξει ότι νομιμοποιείται να γίνει ο απόλυτος άρχοντας στο εσωτερικό μιας χώρας, από την οποία η μισή απορρίπτει τα σχέδιά του. Την ίδια στιγμή, η αντιπολίτευση επιχειρεί να ανατρέψει δικαστικά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ενώ οι πολίτες, ιδίως όσοι ψήφισαν «Οχι», αναρωτιούνται πόσο θα επηρεάσει τη ζωή τους η «σουλτανοποίηση» του προέδρου.
Το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) της κεμαλικής αξιωματικής αντιπολίτευσης εφεσίβαλε προχθές την απόφαση του Εκλογοδικείου να δεχθεί ως έγκυρα ψηφοδέλτια χωρίς σφραγίδα και δήλωσε ότι, αν εξαντλήσει κάθε ένδικο μέσο στην Τουρκία χωρίς να δικαιωθεί, θα προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ανάμεσα στις 11 παρατυπίες που εντόπισε το CHP, αυτή είναι η σοβαρότερη: το Εκλογοδικείο αποφάσισε αργά την περασμένη Κυριακή να κάνει δεκτά ασφράγιστα ψηφοδέλτια και φακέλους «εκτός αν μπορεί να αποδειχθεί ότι η προέλευσή τους δεν ήταν η κάλπη».
Η έκθεση των παρατηρητών του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) επιβεβαίωσε ότι το Εκλογοδικείο άλλαξε τους κανόνες μετά την έναρξη της ψηφοφορίας «υπονομεύοντας μια σημαντική προστασία κατά της νοθείας». Η ειρωνεία είναι ότι το ίδιο το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) είχε ψηφίσει το 2010 στη Βουλή τον νόμο που καθιστά άκυρα τα ασφράγιστα ψηφοδέλτια αλλά, αυτή τη φορά, μεταχειρίστηκε την επιρροή του στο Εκλογοδικείο για να υπερκεράσει τον ίδιο του τον νόμο –και ενδεχομένως να εξασφαλίσει την ισχνή νίκη του
«Ναι» για τον Ερντογάν.
Η νίκη του όμως δεν σημαίνει ότι δεν έχει σοβαρές προκλήσεις μπροστά του. Οπως έγραψε ο αρθρογράφος της «Χουριέτ» Μουράτ Γετκίν, «τώρα ο Ερντογάν θα αναγκαστεί να κυβερνήσει το τμήμα της Τουρκίας που είναι πιο ανοιχτό προς τον κόσμο και έχει την υψηλότερη πολιτιστική παραγωγή, εξαγωγική ικανότητα, τουριστικές εισπράξεις και βιομηχανική παραγωγή με ένα Σύνταγμα εγκεκριμένο από το πιο εσωστρεφές τμήμα της χώρας».
Σύμφωνα με πληροφορίες που διέρρευσαν στον τουρκικό Τύπο, ο Ερντογάν ζήτησε από το ΑΚΡ να αξιολογήσει τους λόγους για τους οποίους το «Οχι» επικράτησε στις μεγάλες πόλεις, ιδίως στην Κωνσταντινούπολη και στην Αγκυρα, και τα τυχόν λάθη των τοπικών αρχών του ΑΚΡ. Διέρρευσε επίσης ότι ο πρόεδρος τηλεφώνησε προσωπικά στους υπουργούς που εκλέγονται στις πόλεις του «Οχι» και τους τα έψαλε.
Οσο για τις αλλαγές στο πολιτικό σύστημα της Τουρκίας, αυτές θα είναι σταδιακές, αν και το χρονοδιάγραμμα δεν είναι απολύτως σαφές. Πολλές θα περιμένουν μέχρι τις εκλογές του 2019, όταν θα καταργηθεί το αξίωμα του πρωθυπουργού και οι εξουσίες του θα περάσουν στον πρόεδρο. Η μοναδική άμεση αλλαγή είναι η επιστροφή του Ερντογάν στην ηγεσία του ΑΚΡ.
Οι Τούρκοι του «Οχι» ανησυχούν για την πορεία που παίρνει η χώρα. Τόσο πολλές παρατυπίες έχουν να καταγγελθούν σε εκλογές στην Τουρκία από το 1946, δήλωσε στο ραδιόφωνο του Πανεπιστημίου Wharton στις ΗΠΑ ο καθηγητής Μπουλέντ Γκουλτεκίν, πρώην πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας. Προέβλεψε ότι αυτό θα σηματοδοτήσει την αρχή του τέλους του Ερντογάν: «Η νομιμότητα του δημοψηφίσματος αμφισβητείται. Ο Ερντογάν θα δυσκολευτεί να κυβερνήσει τη χώρα. Υπάρχει επίσης διάχυτη μια αίσθηση δυσαρέσκειας και ο κόσμος αισθάνεται εξαπατημένος… Μένει να δούμε αν οι νέοι θα φύγουν από τη χώρα ή θα μείνουν για να αντισταθούν. Πιθανολογώ ότι θα συμβεί το δεύτερο και θα αγωνιστούν για την ελευθερία, την κοσμικότητα και τη δημοκρατία».

Ρελάνς στην εξωτερική πολιτική

Εντατικές προσπάθειες να ανακτήσει το κύρος του στο εξωτερικό ύστερα από μήνες έντασης με τους παραδοσιακούς συμμάχους θα κάνει ο Ερντογάν τον Μάιο μέσω μιας σειράς επίσημων επισκέψεων στις ΗΠΑ, στη Ρωσία, στις Βρυξέλλες, στο Πεκίνο και στο Νέο Δελχί. Στις 3 Μαΐου θα μεταβεί στο Σότσι για συνομιλίες με τον ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν που θα επικεντρωθούν στη Συρία. Στις 16 ή στις 17 Μαΐου θα επισκεφθεί την Ουάσιγκτον για την πρώτη συνάντηση με τον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, στη διάρκεια της οποίας θα επιχειρήσει να θέσει τις διμερείς σχέσεις «σε νέο πλαίσιο».

Η επίσκεψή του στις Βρυξέλλες, όπου φιλοδοξεί να συναντηθεί με τον πρόεδρο της Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ και τον πρόεδρο του Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, είναι πιο περίπλοκη υπόθεση. Ο Ερντογάν έχει δηλώσει επανειλημμένως ότι επαναφέρει την θανατική ποινή στην Τουρκία, πράγμα που θα διακόψει αυτομάτως την ενταξιακή πορεία της χώρας στην ΕΕ.

Η συνέχιση της πορείας αυτής είναι καθοριστική για τη συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας για τους πρόσφυγες, το οποίο ενδιαφέρει ιδιαιτέρως τις Βρυξέλλες. Αν ο Ερντογάν καταστήσει σαφές ότι δεν τον ενδιαφέρει πλέον να ενταχθεί η χώρα του στην ΕΕ, τότε η συμφωνία θα καταπέσει. Το καθησυχαστικό για τις Βρυξέλλες είναι ότι ο Ερντογάν δεν μπορεί να «πουλήσει» τόσο εύκολα την επαναφορά της θανατικής ποινής και, κατά προέκταση, τον τερματισμό της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας σε όσους ψήφισαν «Οχι», οι οποίοι είναι μεν ελαφρώς λιγότεροι από εκείνους που ψήφισαν «Ναι» στις κάλπες της περασμένης Κυριακής, κρατούν δε τα κλειδιά της οικονομίας, του εμπορίου και του τουρισμού στα χέρια τους.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ