«Η διάσπαση του κυβερνώντος Δημοκρατικού Κόμματος είχε ήδη επέλθει. Τώρα πρέπει να αξιολογηθεί το μέγεθος και ο αντίκτυπός της. Από τότε που ο Ματέο Ρέντσι κατέλαβε την ηγεσία του PD, στελέχη αλλά και βουλευτές επέλεξαν να εγκαταλείψουν το κόμμα» λέει στο «Βήμα» ο Φάμπιο Μπορντινιόν, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Ουρμπίνο.
Σχολιάζοντας την πολλοστή κρίση που ξέσπασε στους κόλπους της ιταλικής Αριστεράς, ο συνομιλητής μας τονίζει πως ο πρώην πρωθυπουργός, που παραιτήθηκε όταν έχασε το δημοψήφισμα για τη συνταγματική μεταρρύθμιση, βλέπει το κόμμα να διασπάται αλλά «εξακολουθεί να ονειρεύεται πως είναι ο Μπλερ ή ο Μακρόν της Ιταλίας», και πως θα οδηγήσει τη χώρα στον περιώνυμο «Τρίτο Δρόμο».
«Στην προκειμένη περίπτωση, το πρόβλημα είναι πιο σοβαρό, και συμβολικά και ουσιαστικά, καθώς μεταξύ αυτών που έφυγαν από το κόμμα συγκαταλέγονται ένας πρώην γενικός γραμματέας του PD (ο Πιερ Λουίτζι Μπερσάνι), ένας πρώην πρωθυπουργός (ο Μάσιμο Ντ’ Αλέμα) και ένας περιφερειάρχης (της Τοσκάνης, ο Ενρίκο Ρόσι). Είναι δύσκολο, ωστόσο, να εκτιμηθεί πόσες ψήφους θα καταφέρει να πάρει αυτός ο νέος πολιτικός φορέας της Αριστεράς από το PD, ένα κόμμα ιδιαίτερα προσωποπαγές, εδώ και καιρό, σίγουρα σε επίπεδο ηγεσίας, αλλά και όσον αφορά την εκλογική του βάση» λέει ο Μπορντινιόν.
Αυτοί που έφυγαν την προηγούμενη εβδομάδα από το Δημοκρατικό Κόμμα (PD) του Ρέντσι είναι πλέον οι Δημοκράτες και Προοδευτικοί (DP). Με 14 γερουσιαστές και 37 βουλευτές (20 του PD και 17 της Ιταλικής Αριστεράς –Sinistra Italiana), το νέο κίνημα στοχεύει στην «ανανέωση» της ιταλικής Κεντροαριστεράς έπειτα από τη στροφή/παρεκτροπή του Ρέντσι προς την Κεντροδεξιά, σύμφωνα, τουλάχιστον, με πολλούς Ιταλούς.
Τα στελέχη του δηλώνουν έτοιμα να στηρίξουν την κυβέρνηση του εντολοδόχου πρωθυπουργού Πάολο Τζεντιλόνι, ενώ υποστηρίζουν πως την ευθύνη για την (αναμενόμενη) διάσπαση φέρει αποκλειστικά ο Ρέντσι. Ο οποίος παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία, μετά το φιάσκο του δημοψηφίσματος, πήγε σπίτι του, επέστρεψε, και παραιτήθηκε τελικά από την ηγεσία του PD, μόνο και μόνο για να τη διεκδικήσει εκ νέου, και να αποπειραθεί στη συνέχεια να ανακαταλάβει και την πρωθυπουργία.
Πιο «μακιαβελικός» παρά αριστερός;

Κατά πόσο, όμως, ισχύει, αυτό; Είναι πράγματι ο Ρέντσι ένας πιο «μακιαβελικός» παρά αριστερός πολιτικός που στοχεύει κυρίως στην προσωπική του ανάδειξη και επιτυχία; Σύμφωνα με τον Φάμπιο Μπορντινιόν, η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση.
«Συμφωνείτε με όσους υποστηρίζουν ότι ο Ρέντσι μετακινήθηκε υπερβολικά προς τα δεξιά με τις μεταρρυθμιστικές και φιλοεπιχειρηματικές πολιτικές του, χάνοντας έτσι την επαφή με τον ιταλικό λαό;» τον ρωτάμε.
«Αναμφίβολα, ο Ρέντσι βασίστηκε υπερβολικά να διαλύσει τις πολιτικές περιχαρακώσεις του παρελθόντος. Παραμένει πεπεισμένος ότι για να μπορέσει το Δημοκρατικό Κόμμα να κερδίσει τις εκλογές θα πρέπει να κινηθεί πέρα από την επικράτεια του εκλογικού σώματος της Κεντροαριστεράς. Και με αφορμή το πρόσφατο δημοψήφισμα για την αναθεώρηση του Συντάγματος, ο Ρέντσι δήλωσε πως η αναμέτρηση θα μπορούσε να κερδηθεί μόνο στη Δεξιά, προσελκύοντας δηλαδή τους πρώην ψηφοφόρους της Κεντροδεξιάς οι οποίοι απογοητεύτηκαν και αποπροσανατολίστηκαν από τη διάσπαση αυτού του πολιτικού χώρου. Αυτό, ωστόσο, δεν συνέβη ποτέ. Αφότου χάλασε η συμφωνία ανάμεσα στον Ρέντσι και τον Μπερλουσκόνι, μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων της Forza Italia ακολούθησαν τις υποδείξεις του ηγέτη τους και απέρριψαν τη μεταρρύθμιση του Ρέντσι. Εκείνος, ωστόσο, εξακολουθεί να ονειρεύεται πως είναι ο Μπλερ της Ιταλίας ή ο ιταλός Μακρόν, εάν επιθυμούμε να αναφερθούμε στο παρόν. Σίγουρα, η μετα-ιδεολογική στάση του Ρέντσι ενδέχεται να επιφέρει απώλειες ψήφων από την εκλογική βάση του PD προς την Αριστερά. Η εντύπωση που κυριαρχεί, ωστόσο, είναι ότι η μειωμένη δημοτικότητα του Ρέντσι και του κόμματός του (κοντά στο 30%, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις) οφείλεται περισσότερο στην αδυναμία τους να προσελκύσουν ψηφοφόρους πέρα από τον άξονα Αριστερά – Δεξιά. Ο Ρέντσι οφείλει την επιτυχία του και στο γεγονός ότι αντιλήφθηκε έγκαιρα τη δυσφορία πολλών Ιταλών για την πολιτική στο σύνολό της, και αυτο-αναδείχτηκε ως ένας πολιτικός που κινείται ενάντια στο κατεστημένο. Επειτα από 1.000 ημέρες στην πρωθυπουργία, ωστόσο, εμφανίζεται ολοένα και λιγότερο πειστικός στον ρόλο του αουτσάιντερ» μας λέει ο Μπορντινιόν.
Θα μπορούσε να γίνει λόγος για έναν υπερφιλόδοξο Ρέντσι ο οποίος παραβλέπει τις πραγματικές ανάγκες των Ιταλών;
«Η φιλοδοξία αποτελεί ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του Ρέντσι, μαζί με την ταχύτητα και την τάση να θέτει πάντα τον πήχη πιο ψηλά. Το σχέδιό του για τη μεταρρύθμιση του Συντάγματος αποτέλεσε, δίχως καμιά αμφιβολία, μια απόπειρα να ισχυροποιήσει τη θέση του ως επικεφαλής της κυβέρνησης. Αλλά οι σωστές συνταγματικές μεταρρυθμίσεις αποτελούν επίσης προϋπόθεση για την εύρυθμη λειτουργία των θεσμών και της κυβέρνησης. Σίγουρα, η Ιταλία έχει να αντιμετωπίσει πολλά ακόμα προβλήματα. Η οικονομική ανάκαμψη είναι ακόμα πολύ αργή, σχεδόν απούσα στην αντίληψη των πολιτών. Δεν συμφωνώ, όμως, με όσους υποστηρίζουν ότι ο χρόνος που αφιερώθηκε στις μεταρρυθμίσεις πήγε χαμένος αναφορικά με τα «πραγματικά» προβλήματα της Ιταλίας. Αλλά οι μήνες κατά τους οποίους η πολιτική στην Ιταλία εστιάστηκε αποκλειστικά σε μια μεταρρύθμιση, η οποία τελικά παρέμεινε στα χαρτιά, αποτέλεσαν πράγματι χαμένο χρόνο» καταλήγει ο συνομιλητής μας.

HeliosPlus