Η Ρωσία βρίσκεται για ακόμη μία φορά στο επίκεντρο της πολιτικής συζήτησης σε πολλές δυτικές πρωτεύουσες. Και για τρίτη συνεχόμενη φορά, ένας νέος αμερικανός πρόεδρος θα ξεκινήσει τη θητεία του με τη φιλοδοξία να βελτιώσει τις διμερείς σχέσεις. Για να κατανοήσουμε γιατί η επίτευξη αυτού του στόχου είναι τόσο δύσκολη, θα βοηθούσε να κάνουμε μια ιστορική αναδρομή στο ρωσικό κράτος. Εχει περάσει σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνα από τότε που διαλύθηκε η Σοβιετική Ενωση. Και το 2017 θα συμπληρωθούν 100 χρόνια από τη Ρωσική Επανάσταση, που ανέτρεψε την τσαρική αυτοκρατορία. Οπως φαίνεται, υπάρχουν σημαντικές ομοιότητες μεταξύ των δύο ιστορικών περιόδων.
Η ιστορία της Ρωσίας χαρακτηρίζεται από διαρκή επέκταση στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Η ώθηση των τσάρων προς τη Σιβηρία αντανακλούσε την επέκταση προς τη Δύση της Αμερικής τον 19ο αιώνα και αντίστοιχα η επέκταση της Ρωσίας προς την Κεντρική Ασία συνέπεσε με την ευρωπαϊκή αποικιοκρατία στην Αφρική. Αλλά καθώς η Αυτοκρατορική Ρωσία επεκτεινόταν προς τα δυτικά και προς τα νότια, πάντα συναντούσε αντιδράσεις και έπρεπε να κάνει χρήση ισχύος προκειμένου να διατηρεί τις νεοαποκτηθείσες περιοχές μέσα στην επικράτειά της. Μετά την επανάσταση του 1917, πολλές από αυτές τις περιοχές επεδίωξαν την ανεξαρτητοποίησή τους από τη Μόσχα. Στην αρχή, ο Βλαντίμιρ Λένιν έδειχνε θετικός σε αυτές τις αξιώσεις.
Αλλά σύντομα έστειλε τον Κόκκινο Στρατό για να επιβάλει τη σοβιετική κυριαρχία στην πρώην ρωσική αυτοκρατορία. Πέτυχε στην Ουκρανία, στον Νότιο Καύκασο και στην Κεντρική Ασία. Αλλά απέτυχε στη Φινλανδία και στα Βαλτικά κράτη και υπέστη μια καθοριστική ήττα έξω από τη Βαρσοβία το 1920. Αυτό επέτρεψε τη δημιουργία μιας σειράς ανεξάρτητων κρατών στο δυτικό τμήμα της πρώην Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Αλλά στη συνέχεια ο Στάλιν ανήλθε στην εξουσία. Χρησιμοποιώντας τον τρόμο και την εξαναγκαστική βιομηχανοποίηση προσπάθησε να επαναφέρει τον αυτοκρατορικό έλεγχο στα πρώην εδάφη της χώρας.
Ο Στάλιν διέκρινε μια ευκαιρία στις μυστικές συνομιλίες με τον Αδόλφο Χίτλερ, στις οποίες απαίτησε την επιστροφή των εδαφών που η Ρωσία έχασε μετά το 1917, συμπεριλαμβανομένων των χωρών της Βαλτικής, της Φινλανδίας και μέρους της Πολωνίας. Τελικά τα κατάφερε. Μετά την κατάρρευση του Ράιχ του Χίτλερ και εξαιτίας των θυσιών του Κόκκινου Στρατού, ο Στάλιν είχε την ευκαιρία να επεκτείνει τη σοβιετική κυριαρχία στην καρδιά της Ευρώπης. Μόνο η Φινλανδία, σαν από θαύμα, διατήρησε την ανεξαρτησία της. Τα κράτη της Βαλτικής περιήλθαν στον σοβιετικό έλεγχο και η Πολωνία και άλλα κράτη έγιναν σοβιετικοί δορυφόροι.
Το 1976, ένας ανώτατος σύμβουλος του Χένρι Κίσινγκερ υποστήριξε ότι η Ρωσία δεν είχε καταφέρει να αναπτύξει «οργανικές σχέσεις» με αυτά τα κράτη. Πράγματι, όταν κατέρρευσε η Σοβιετική Ενωση, τα κράτη-δορυφόροι επίσπευσαν το τέλος της ζητώντας πίσω την κυριαρχία τους. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν, όπως ο Λένιν έναν αιώνα πριν, σκοπεύει να το αλλάξει αυτό. Από τη στιγμή που εξελέγη, έπειτα από μια προσπάθεια δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων τη δεκαετία του 1990, έχει γίνει ξεκάθαρο ότι ο Πούτιν θέλει να κάνει τη Ρωσία ξανά σπουδαία, τόσο οικονομικά όσο και γεωπολιτικά. Παρά κάποιες προφανείς διαφορές μεταξύ της Σοβιετικής Ενωσης και της σημερινής Ρωσίας, οι ιστορικές ομοιότητες δεν μπορούν να αγνοηθούν.
Με τον Πούτιν, η Ρωσία εισέβαλε και κατέλαβε τμήματα της Γεωργίας και προσάρτησε την Κριμαία. Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης το 1991 και η Ρωσική Επανάσταση το 1917 επαναδιαμόρφωσαν την περιφερειακή και παγκόσμια πολιτική. Μετά από κάθε τέτοιο γεγονός, η Ρωσία επέδειξε ιστορική αδυναμία να οικοδομήσει αρμονικές σχέσεις με τα κράτη στην περιφέρειά της. Και στη συνέχεια επέδειξε αυτοκρατορικές φιλοδοξίες σε βάρος αυτών των κρατών. Χρειαζόμαστε μια σταθερή, εύπορη και ειρηνική Ρωσία. Και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την αποφασιστική υποστήριξη της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας όλων των γειτόνων της.
Ο κ. Carl Bild είναι πρώην υπουργός Εξωτερικών και πρώην πρωθυπουργός της Σουηδίας.

HeliosPlus