Το ζήτημα της μακροχρόνιας βιωσιμότητας της ρωσικής οικονομίας παραμένει ανοιχτό. Η ευνοιοκρατία είναι ευρέως διαδεδομένη και η εξάρτηση της Ρωσίας από τα πετρελαϊκά έσοδα σημαίνει ότι θα υποφέρει κάθε φορά που οι τιμές του πετρελαίου είναι χαμηλές. Αλλά εάν η Σοβιετική Ενωση μάς δίδαξε κάτι, αυτό είναι ότι μη βιώσιμα συστήματα μπορούν να επιβιώσουν για πολλά χρόνια.
Το σημερινό ρωσικό σύστημα μου θυμίζει το σοβιετικό σύστημα που βίωσα το 1983, όταν ζούσα στη Μόσχα, και ο επικεφαλής της KGB Γιούρι Αντρόποφ, ο αποκαλούμενος και «σφαγέας της Βουδαπέστης», κατείχε ακόμη την εξουσία, παρ’ όλο που η υγεία του ήταν κλονισμένη. Τα κοινά χαρακτηριστικά όσον αφορά την οικονομία – τότε και τώρα – είναι οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου, μια μη βιώσιμη οικονομική ιδεολογία, η κατοχή βιομηχανιών ζωτικής σημασίας από το κράτος και μια αυταρχική διακυβέρνηση.
Αλλά υπάρχει μία σημαντική διαφορά: η μακροοικονομική διαχείριση της Ρωσίας είναι αποδοτικότερη σήμερα, επί Βλαντίμιρ Πούτιν, απ’ ό,τι την περίοδο εκείνη. Η Ρωσία δεν διατρέχει τον κίνδυνο να ξεμείνει από χρηματοδότηση, παρά τις συνεχιζόμενες δυτικές κυρώσεις. Αλλά οι περιορισμένοι πόροι που διαθέτει περιορίζουν τις επιλογές του Κρεμλίνου όσον αφορά την εξωτερική πολιτική και ενισχύουν τις εντάσεις ανάμεσα στις ελίτ της Ρωσίας.

Τρεις «ωφέλιμοι» πόλεμοι: Γεωργία, Κριμαία, Συρία

Οι απλοί Ρώσοι εκτιμούν το γεγονός ότι τα πραγματικά εισόδημά τους διπλασιάστηκαν (σε τιμές προσαρμοσμένες βάσει του πληθωρισμού) την περίοδο 1999-2008. Αλλά ενώ κάποτε βάση της ισχύος του Πούτιν ήταν η οικονομική ανάπτυξη, σήμερα που αδυνατεί να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο των Ρώσων ακολουθεί την προτροπή του Βιάτσεσλαβ φον Πλεβ, ενός ρώσου αυτοκρατορικού υπουργού που το 1904 είχε δηλώσει «χρειαζόμαστε έναν μικρό νικηφόρο πόλεμο». Ο Πούτιν επωφελήθηκε από τρεις πολέμους έως τώρα: από τον πόλεμο του 2008 στη Γεωργία, από την απόσχιση της Κριμαίας το 2014 και από την εμπλοκή –η οποία συνεχίζεται έως σήμερα –της Ρωσίας στη Συρία, τον Σεπτέμβριο του 2015.
Αλλά ο άλλοτε απρόθυμος να αναλάβει κινδύνους Πούτιν αναγκάστηκε να εκτεθεί σε μεγαλύτερους κινδύνους, τουλάχιστον στην Ανατολική Ουκρανία, όπου ο πόλεμος που ξεκίνησε δεν ήταν ούτε μικρός ούτε νικηφόρος. Η Ανατολική Ουκρανία αποτελεί μια αποτυχία της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής και αποδεικνύει ότι ενώ η Ρωσία υπερέχει στρατιωτικά έναντι των γειτόνων της, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να διεξάγει μακροχρόνιους πολέμους. Η Δύση εκμεταλλεύτηκε αυτή την αδυναμία μέσω της επιβολής οικονομικών κυρώσεων, οι οποίες επιφέρουν μείωση του ΑΕΠ της Ρωσίας κατά περίπου 1% ανά κάθε έτος που διατηρούνται.
Αποπέμπει στρατηγούς και εξοντώνει αντιπάλους

Οι ελίτ της Ρωσίας αποτελούν μια ακόμη απειλή για τον Πούτιν και γι’ αυτόν τον λόγο από τον Αύγουστο του 2014 και έπειτα αποπέμπει κατά το δοκούν στρατηγούς και κάνει τα πάντα για να εξοντώσει τους εν δυνάμει αντιπάλους του. Αλλά η κάθαρση που ξεκίνησε έφτασε σ’ ένα τέλμα, με τους στρατηγούς της Ρωσίας να εξακολουθούν να κατέχουν την πλειοψηφία στο πραγματικό «πολιτικό γραφείο» της χώρας, το Συμβούλιο Ασφαλείας της Ρωσίας.
Πρόσφατα ωστόσο, στις 15 Νοεμβρίου, ο Πούτιν άλλαξε τη στάση του με τη σύλληψη του Αλεξέι Ουλιουκάγεφ, του φιλελευθέρου τεχνοκράτη υπουργού Οικονομικής Ανάπτυξης της Ρωσίας. Την επόμενη μέρα, όταν ο ρώσος πρόεδρος απευθύνθηκε προς τους επιτελείς του υπουργείου Εθνικής Αμυνας μέσω μιας τηλεοπτικής ομιλίας του, οι παρευρισκόμενοι στρατηγοί τον αντιμετώπισαν με εμφανή απέχθεια ενώ ο ισχυρός υπουργός Αμυνας Σεργκέι Σόιγκου έδειχνε να τον αγνοεί παντελώς.
Ο Πούτιν είναι πολιτικά εύστροφος και συχνά αποκρύπτει τις πραγματικές του προθέσεις. Εχει ξαφνιάσει αρκετές φορές την παγκόσμια κοινότητα με αυτοσχέδιους πολέμους και διπλωματικές πρωτοβουλίες, όπως στην Ουκρανία και στη Συρία. Είναι περιορισμένος οικονομικά αλλά η κατάστασή του δεν είναι απελπιστική, και θα πρέπει να αναμένουμε πάντα το αναπάντεχο από αυτόν. Με το κενό εξουσίας που δημιουργήθηκε στην Ουάσιγκτον με την επικράτηση Τραμπ, ο Πούτιν έχει την ευκαιρία να ενισχύσει τη θέση του στη Ρωσία. Μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι θα επιδιώξει να αξιοποιήσει πλήρως αυτή την κατάσταση.
Ο κ. Αντερς Ασλουντ είναι αναλυτής της δεξαμενής σκέψης Peterson Institute for International Economics (PIIE) στην Ουάσιγκτον.

HeliosPlus