Πρώτη φορά εγκατέλειψε την πατρίδα του για να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ το 1885, δίχως, ωστόσο, να έχει λάβει τη σχετική άδεια από τις τοπικές Αρχές. Αλλά κάποια στιγμή επέστρεψε, με σκοπό να εγκατασταθεί οριστικά στη Γερμανία, μόνο και μόνο για να υποχρεωθεί να την εγκαταλείψει ξανά, και μάλιστα διά παντός αυτή τη φορά, καθώς βαρυνόταν με την κατηγορία της λιποταξίας.
Για τον Φρίντριχ Τραμπ ο λόγος, τον γερμανό παππού του αναπάντεχου θριαμβευτή των αμερικανικών προεδρικών εκλογών Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος στις αρχές του περασμένου αιώνα έλαβε επίσημη διαταγή να εγκαταλείψει το βασίλειο της Βαυαρίας ως ποινή για τη μη έκτιση υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας, αλλά και διότι δεν ενημέρωσε την αρμόδια υπηρεσία για την πρώτη του φυγή στη μακρινή, εκείνη την περίοδο, Αμερική.
Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει ο Ρόλαντ Πολ, ένας ιστορικός από το κρατίδιο της Ρηνανίας – Παλατινάτου, ο οποίος εντόπισε σε τοπικά αρχεία ένα διάταγμα που εκδόθηκε πριν από 111 χρόνια, τον Φεβρουάριο του 1905, και παρείχε στον Φρίντριχ Τραμπ διορία οκτώ εβδομάδων για να εγκαταλείψει τη Γερμανία.
Το διάταγμα διέτασσε «τον αμερικανό πολίτη Φρίντριχ Τραμπ» να απομακρυνθεί από τη Βαυαρία «έως την 1η Μαΐου το αργότερο… διαφορετικά θα πρέπει να αναμένει την απέλασή του» ανέφερε ο γερμανός ακαδημαϊκός μιλώντας στην «Bild».
Σύμφωνα με το λαϊκιστικό ταμπλόιντ με τη μεγαλύτερη κυκλοφορία στη Γερμανία, το εν λόγω έγγραφο δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω από ένα «αδιάφορο κομμάτι χαρτί» το οποίο, όμως, «άλλαξε την παγκόσμια ιστορία».
Σίτιση και πορνεία, οι βάσεις μιας μελλοντικής αυτοκρατορίας

Ο Φρίντριχ Τραμπ γεννήθηκε στο Κάλσταντ (ένα μικρό χωριό στο κρατίδιο της Ρηνανίας – Παλατινάτου, σήμερα) το 1869. Αλλά στην ηλικία των 16 ετών αποφάσισε να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ, επιδιώκοντας να ξεφύγει από τη φτώχεια και έχοντας νοσήσει, όπως πάρα πολλοί άλλοι Ευρωπαίοι, από τον πυρετό του χρυσού.
Σύντομα, ωστόσο, ο νεαρός Φρίντριχ διαπίστωσε ότι θα μπορούσε να επωφεληθεί από τους κόπους των άλλων για να γεμίσει τις τσέπες του με χρυσάφι. Και αντί να χάνει τον χρόνο του, αναζητώντας ο ίδιος ψήγματα του πολύτιμου μετάλλου στην παγωμένη Αλάσκα, αρχικά επέλεξε να προσφέρει υπηρεσίες σίτισης στους υπόλοιπους χρυσοθήρες, ενώ στη συνέχεια φέρεται να πήρε υπό τον έλεγχό του ένα πορνείο για την κάλυψη των όποιων λοιπών –και άκρως επιτακτικών –αναγκών τους.
Για τις υπηρεσίες που πρόσφερε, πληρωνόταν κυρίως σε είδος, ήτοι μικρά, ή και μεγαλύτερα, τεμάχια χρυσού, τα οποία ο Φρίντριχ συνήθιζε να αποστέλλει στις αδελφές του που βρίσκονταν ήδη στη Νέα Υόρκη και είχαν ξεκινήσει να ασχολούνται με την αγοροπωλησία ακινήτων, θέτοντας έτσι τις βάσεις της κατοπινής οικονομικής αυτοκρατορίας του μακρινού συγγενή τους και 45ου, πλέον, προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών.
Το 1901, ο «παππούς» Τραμπ, κατά τη διάρκεια ενός σύντομου ταξιδιού του στο Κάλσταντ, ερωτεύτηκε την Ελίζαμπεθ Κράιστ. Την επόμενη χρονιά παντρεύτηκαν και επέστρεψαν μαζί στην Αμερική. Αλλά όταν η σύζυγός του, μερικά χρόνια μετά, δεν μπορούσε πλέον να ζει μακριά από την πατρίδα της και απαιτούσε τον επαναπατρισμό του ζευγαριού στη Γερμανία, οι τοπικές Αρχές μπλόκαραν όλες τις προσπάθειες του Φρίντριχ με στόχο να εγκατασταθεί στα πάτρια εδάφη.
Κολακεύοντας, ματαίως, τον Λεοπόλδο της Βαυαρίας

Επιδιώκοντας την ανάκληση του καταδικαστικού διατάγματος που είχε εκδοθεί στις 27 Φεβρουαρίου του 1905, ο λιποτάκτης Φρίντριχ απέστειλε ένα γράμμα στον πρίγκιπα – αντιβασιλέα Λεοπόλδο, τον ντε φάκτο ηγέτη της Βαυαρίας την περίοδο 1886-1912, αποκαλώντας τον «πολυαγαπημένο, ευγενή, σοφό και δίκαιο, ανώτατο και εξοχότατο ηγέτη». Αλλά οι κολακείες έπεσαν στο κενό. Ο Λεοπόλδος απέρριψε το αίτημα και το ζεύγος Τραμπ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει οριστικά τη Γερμανία. Την 1η Ιουλίου του 1905 επιβιβάστηκαν στο ατμόπλοιο «Πενσιλβάνια» της εταιρείας Hapag με προορισμό τη Νέα Υόρκη. Μαζί τους είχαν και την κόρη τους, ενώ η Ελίζαμπεθ ήταν τριών μηνών έγκυος στον Φρεντ Τραμπ, πατέρα του νέου πλανητάρχη.
Οσον αφορά τους περίπου 1.200 κατοίκους του Κάλσταντ, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι οινοπαραγωγοί, όπως και ο προπάππος του Ντόναλντ Τραμπ, δείχνουν να διασκεδάζουν με το γεγονός ότι κάποιοι «κατηγορούν» τις γερμανικές Αρχές του προπερασμένου αιώνα για την άνοδο του ζάπλουτου επιχειρηματία και τηλεπαρουσιαστή στην προεδρία των ΗΠΑ.
Το μόνο σίγουρο πάντως είναι –όπως αναφέρει η ανταποκρίτρια του «Guardian» στο Βερολίνο –ότι δεν σπεύδουν να θεωρήσουν, ούτε να χαιρετίσουν τον πρόεδρο Τραμπ ως «συντοπίτη τους».

HeliosPlus