Γεννήθηκε σαν μεγάλος. Ο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ είχε από παιδί το ύφος ηλικιωμένου –στο βλέμμα, στους τρόπους, στη γλώσσα. Ηδη ως νήπιο ασκούσε πολλές από τις περίφημες «δευτερεύουσες γερμανικές αρετές», όπως επιμέλεια, τάξη, ή μεθοδικότητα, που διακρίνουν έντονα τους Γερμανούς από άλλους Ευρωπαίους. Και αυτές ήταν και η βάση για την πολιτική του ανέλιξη, που, όπως όλα δείχνουν, θα αποκορυφωθεί στα μέσα του ερχόμενου Φεβρουαρίου, με την εκλογή του από ένα σώμα 1.200 εκλεκτόρων σε πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Γερμανίας.
Αυτά και άλλα ενδιαφέροντα διηγείται ο βιογράφος του Σοσιαλδημοκράτη υπουργού Εξωτερικών, ο Τόρμπεν Λίτιεν. Σε αυτά ανήκει και το γεγονός ότι, παρά την αυτοπεποίθηση και τις εγνωσμένες ικανότητές του, ήταν στο μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του «υπηρέτης», υφιστάμενος άλλων πολιτικών, κυρίως του πρώην καγκελάριου Γκέρχαρντ Σρέντερ, τον οποίο υπηρέτησε για 15 συναπτά έτη –κατ’ αρχάς ως διευθυντής του γραφείου του, όταν ο κ. Σρέντερ ήταν πρωθυπουργός στην Κάτω Σαξονία, και ύστερα, από το 1998, ως υπουργός καγκελαρίας με ιδιαίτερη αρμοδιότητα τις μυστικές υπηρεσίες.
Του ζητούν να γίνει «αγριότερος»


Αυτό το τελευταίο «σκοτεινό» παρελθόν του ήταν σίγουρα ένας από τους λόγους που η επιλογή του από τα κυβερνητικά κόμματα, τους Χριστιανοδημοκράτες της Ανγκελα Μέρκελ, τους Βαυαρούς Χριστιανοκοινωνιστές του Χορστ Ζεεχόφερ και τους Σοσιαλδημοκράτες του Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, δεν προκαλεί στη δημοσιότητα ρίγη ενθουσιασμού. Τα μέσα ενημέρωσης επαινούν μεν την ευελιξία που δείχνει ως υπουργός Εξωτερικών, κατά τα άλλα όμως «παιδί του κομματικού σωλήνα» τον ανεβάζουν, «βαρβιτουρικό» τον κατεβάζουν –ο κ. Σταϊνμάγερ είναι όντως το αντίθετο του χαρισματικού ρήτορα.
Δεν είναι περίεργο έτσι το γεγονός ότι η εβδομαδιαία εφημερίδα «Die Zeit» του συνιστά, κυριολεκτικά, να γίνει «αγριότερος» για να υποκινήσει έτσι περισσότερο το ενδιαφέρον του κοινού. Οπως το έκανε, φέρ’ ειπείν, τον Μάιο του 2014 στην πλατεία Αλεξάντερ-Πλατς του Βερολίνου, όπου, κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας του για την Ουκρανία, μια ομάδα διαδηλωτών φώναζε αποκαλώντας τον «πολεμοκάπηλο». «Εξαλλος, άρχισε να καταφέρεται με ανήκουστες εκφράσεις εναντίον τους» έλεγε τηλεπαρουσιαστής. Το βίντεο από τη σύγκρουση, που ανέβηκε στο you tube, προσέλκυσε εντός ημερών εκατοντάδες χιλιάδες θεατές. Για πρώτη φορά στη ζωή του –ίσως και για τελευταία; –ο κ. Σταϊνμάγερ είχε γίνει ο ροκ σταρ της γερμανικής πολιτικής.
Δημοφιλέστατος στο εσωτερικό


Ομως στην εσωτερική πολιτική της Γερμανίας έχει ήδη αισθητή επιρροή –και επειδή είναι, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, ο δημοφιλέστερος πολιτικός της χώρας, αλλά και επειδή η επιλογή του για το προεδρικό αξίωμα τάραξε τα λιμνασμένα νερά στον κυβερνητικό συνασπισμό Χριστιανοδημοκρατών – Σοσιαλδημοκρατών. Πρώτον, επειδή ερμηνεύθηκε ως δεινή ήττα της καγκελαρίου, δεδομένου ότι η τελευταία δεν μπόρεσε να προωθήσει στο αξίωμα αυτό κάποιον δικό της υποψήφιο. Και δεύτερον, επειδή καταγράφηκε ως θρίαμβος του κ. Γκάμπριελ, αφού η υποψηφιότητα του κ. Σταϊνμάγερ ήταν δική του ιδέα. Ο πρόεδρος των Σοσιαλδημοκρατών δεν χρειάστηκε βέβαια να κάνει πολλά για να την επιβάλει. Γι’ αυτό φρόντισαν η κυρία Μέρκελ και ο κ. Ζεεχόφερ που, όντας από καιρό στα μαχαίρια, αδυνατούσαν να βρουν κοινό Χριστιανοδημοκράτη υποψήφιο.
Ο κ. Σταϊνμάγερ έχει βέβαια πολλούς «σκελετούς» στις ντουλάπες του από την εποχή που ήταν αρμόδιος για τις μυστικές υπηρεσίες. Η πιο θανάσιμη «αμαρτία» του ήταν όμως η (κατά παραγγελία του τότε καγκελαρίου Σρέντερ) εκπόνηση του πλέγματος νόμων «Χαρτς 4» το 2003, που προκάλεσε τη συρρίκνωση τού μέχρι τότε υποδειγματικού γερμανικού κοινωνικού κράτους. Για τη μεγάλη πλειοψηφία των εκλεκτόρων όλα αυτά είναι τώρα «περασμένα-ξεχασμένα» –ακόμη και οι Πράσινοι σκοπεύουν να τον ψηφίσουν. Αυτό δεν τον κάνει αυτόματα «καλύτερο» πολιτικό. Υπό κανονικές συνθήκες, θα έμοιαζε σε κάθε άλλο προκάτοχό του μεταπολεμικά –μόνο που είναι λίγο πιο «αριστερός», πιο κοσμοπολίτης, πιο φιλόμουσος. Μικρές διαφορές, που όμως στην εποχή του Τραμπ φαντάζουν υπερμεγέθεις, με αποτέλεσμα να ακτινοβολούν και στο εξωτερικό. Και δίνουν στον χαρακτηρισμό του ως ανθρώπου που «γεννήθηκε μεγάλος» άλλο, θετικό νόημα.

Το χειρότερο σενάριο
Το χειρότερο δυνατό σενάριο: Αν αποδειχθεί στην πράξη ότι ο τραμπισμός είναι όντως ο μοντέρνος φασισμός (χωρίς τάγματα εφόδου ακόμη!), κάτι που υποστηρίζουν ορισμένοι αναλυτές, όπως ο Αυστριακός Ράιμουντ Λεβ, τότε οι συγκρούσεις μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα εξελιχθούν με τον καιρό σε ευρύτερη σύρραξη. Σε αυτήν το πρώτο βιολί θα παίζουν οι κυβερνητικοί ηγέτες, όχι οι διπλωμάτες.

Στο πλαίσιο των διατλαντικών σχέσεων, ο κ. Σταϊνμάγερ δεν θα έχει λοιπόν πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο χαρακτηρισμός αυτός ανήκει δικαιωματικά στην κυρία Μέρκελ, η οποία πήρε μάλιστα από τον Μπαράκ Ομπάμα, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Βερολίνο, το χρίσμα του διαδόχου του (αντί του κ. Τραμπ!) ως «ηγέτιδα του φιλελεύθερου κόσμου».

Σύγκρουση Βερολίνου – Ουάσιγκτον
Ενας «αντι-Τράμπ» με προϋποθέσεις και όρια

Παρά τους χαμηλούς τόνους, δεν είναι λίγοι εκείνοι που αποκαλούν τον Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ «αντι-Τράμπ», δηλαδή αντίπαλον δέος του Ντόναλντ Τραμπ. Την τιμητική αυτή προσφώνηση οφείλει, κατά πρώτο λόγο, στο ότι στην προεκλογική περίοδο αποκάλεσε τον Τραμπ «κήρυκα του μίσους», κατά δεύτερο και κύριο λόγο, όμως, στο ότι στην καθημερινή πρακτική του είναι όντως ο αντίποδας του νεοεκλεγέντος αμερικανού προέδρου: αντί να συκοφαντεί και να απειλεί με διώξεις τους μουσουλμάνους και τους ομοφυλοφίλους, όπως ο Τραμπ, τους αναγνωρίζει ως ισότιμους πολίτες. Και αντί να παρενοχλεί σεξουαλικά τις γυναίκες, τις σέβεται και τις βοηθάει –όπως βοήθησε και τη νεφροπαθή σύζυγό του Ελκε Βιντενμπέντερ, χαρίζοντάς της έναν δικό του νεφρό. «Ο Σταϊνμάγερ δεν θα κοίταζε ποτέ προς την κατεύθυνση του αιδοίου («pussy») μιας ξένης γυναίκας» έγραψε η αριστερή εναλλακτική εφημερίδα «Tageszeitung» –σε αντίθεση με τον Τραμπ που δεν άφηνε παλαιότερα, όπως ομολόγησε ο ίδιος, ξένο «pussy» ανενόχλητο.

Το πώς θα εξελιχθεί αυτή η κόντρα στο μέλλον είναι άδηλο. Ως πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας ο Σταϊνμάγερ θα πρέπει σίγουρα να βάλει νερό στο κρασί του. Οχι ωστόσο παραμερίζοντας τις αρχές του. Τον δρόμο για αυτό χάραξε η Ανγκελα Μέρκελ, που την επομένη των αμερικανικών εκλογών πρόσφερε στενή συνεργασία στον «president elected» (εκλεγέντα πρόεδρο) –υπό δρακόντειους όμως όρους: «Δημοκρατία, ελευθερία, σεβασμό στα δικαιώματα και στην αξιοπρέπεια κάθε ξεχωριστού ατόμου, ανεξάρτητα από καταγωγή, χρώμα, θρησκεία, γένος, σεξουαλικό προσανατολισμό ή πολιτικό φρόνημα».
Με τέτοια αφετηρία, οι συγκρούσεις ανάμεσα στο Βερολίνο και στην Ουάσιγκτον είναι προγραμματισμένες –η διπλωματία μπορεί ενδεχομένως να τις αμβλύνει, όχι να τις εξαλείψει. Η Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων TTIP, στην οποία ο Τραμπ, σε αντίθεση με τη Μέρκελ, βάζει φρένο, είναι μόνο μία από αυτές.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ