Περισσότερο από έναν χρόνο αφότου έφθασε στη Γερμανία, ο Σάμι Φαράχ, ένας 23χρονος από τη Συρία με μακριά μαλλιά που τα πιάνει κοτσίδα, νιώθει ότι επιτέλους ριζώνει, με δυσκολίες και απογοητεύσεις, αλλά και με σταθερά στραμμένο το βλέμμα σε ένα καλύτερο μέλλον, στο Βερολίνο. Στη Δαμασκό σπούδαζε για να γίνει μουσικοθεραπευτής. Στη γερμανική πρωτεύουσα, με τη βοήθεια της οργάνωσης ακτιβιστών Jobs4refugees (Δουλειές για Πρόσφυγες), βρήκε δουλειά ως λαντζιέρης σε ξενοδοχείο. Αυτή είναι η ιστορία του, όπως τη διηγήθηκε ο ίδιος στο BBC:
«Δεν σου μαθαίνει κανείς πώς να αρχίσεις μια νέα ζωή από το μηδέν. Δεν σου μαθαίνει πώς να αφήσεις τα πάντα πίσω, την οικογένειά σου, τη δουλειά σου, τους φίλους σου, τη γειτονιά σου, το σπίτι σου και να πας σε έναν καινούργιο τόπο όπου δεν είσαι τίποτα και δεν γνωρίζεις κανέναν. Μοιάζει σαν να κάνεις ένα άλμα και να βουτάς στη θάλασσα –κυριολεκτικά. Ετσι φθάνουν οι πρόσφυγες στην Ευρώπη: μέσα σε μικρές βάρκες που ξεχειλίζουν από κόσμο. Αλλά το θαυμαστό ανθρώπινο πνεύμα είναι περιέργως ικανό για περισσότερα από όσα μπορεί κάποιος να φανταστεί.
Εγώ έφθασα σε ένα σημείο καμπής της ζωής μου. Μιλάω γερμανικά. Εχω μια οικογένεια που με υποστηρίζει, ζω σε ένα διαμέρισμα το οποίο μοιράζομαι με δύο Γερμανούς. Εχω δυο νέους στενούς φίλους και, επιτέλους, μια δουλειά στην κουζίνα ενός ξενοδοχείου. Περίμενα πέντε μήνες για να λάβω άδεια εργασίας».

Μαύρες μέρες, ουρές και 8,5 ευρώ την ώρα

«Κερδίζω το κατώτατο ημερομίσθιο –8,50 ευρώ την ώρα -, το οποίο δεν φθάνει για να ζει κάποιος και να πληρώνει τους λογαριασμούς του και τα δικηγορικά έξοδα. Οι συνάδελφοί μου είναι καλοί, το αφεντικό μου με υποστηρίζει πολύ. Υπάρχουν ακόμη πολλές μαύρες μέρες –όταν δεν μπορείς να παραστείς στον γάμο του μεγαλύτερου αδερφού σου ή της αδερφής σου.
Η Γερμανία αρνήθηκε να με αναγνωρίσει επισήμως ως πρόσφυγα –αντ’ αυτού έλαβα καθεστώς επικουρικής προστασίας με έναν χρόνο δικαίωμα παραμονής. Μερικές μέρες πρέπει να περιμένω ως και 10 ώρες στην Κρατική Υπηρεσία Υγείας και Κοινωνικών Υποθέσεων (LaGeSo) –ενίοτε για να υποστώ στο τέλος την υποτιμητική συμπεριφορά ορισμένων από τους φρουρούς ασφαλείας και των υπαλλήλων. Υπάρχουν και εκείνες οι κρύες μέρες που είμαι αναγκασμένος να περιμένω έξω επί οκτώ ώρες, σε μια ουρά που δεν τελειώνει ποτέ» (σ.σ.: οι αιτούντες άσυλο στο Βερολίνο είναι αναγκασμένοι να κάνουν ουρά επί ώρες προκειμένου να λάβουν τα έγγραφα που χρειάζονται).
«Αλλά ας προσπαθήσω να παραμείνω θετικός και αισιόδοξος: έχω συναντήσει ενδιαφέροντες ανθρώπους και έχω ακούσει διαφορετικές ιστορίες –μερικές σε κάνουν να κλαις από μέσα σου, άλλες κάνουν την καρδιά σου να χαμογελά. Θεωρώ τον εαυτό μου ευλογημένο που συνάντησα τόσους υπέροχους ανθρώπους αφότου έφθασα στη Γερμανία, ανθρώπους από τους οποίους έμαθα πράγματα και μοιράστηκα εμπειρίες –αξέχαστες στιγμές».

Δεν θα πω ψέματα. Δεν αισθάνομαι ασφαλής

«Ορισμένες φορές αναγκάστηκα να βγω από τη βολή μου και να δοκιμάσω καινούργια πράγματα. Μερικές είχαν κακή κατάληξη, αλλά άλλες μου άλλαξαν τη ζωή.
Αν έχω ανησυχίες; Βεβαίως –με ανησυχούν οι διακρίσεις, με ανησυχούν οι εξτρεμιστικές ομάδες που είναι κατά των προσφύγων και με ποιον τρόπο αυτά θα επηρεάσουν τη ζωή μου σε αυτή τη χώρα ή σε οποιαδήποτε άλλη χώρα. Ανησυχώ για την ασφάλεια των συγγενών μου στη Συρία –μόνο λίγοι καταφέραμε να πάμε στη Γερμανία. Ανησυχώ για τα οικονομικά της οικογένειάς μου, καθώς υπάρχει ελάχιστη εργασιακή ασφάλεια για τους Σύρους στην Ιορδανία.
Δεν θα πω ψέματα –δεν αισθάνομαι ασφαλής. Αλλά πάλι θα επιστρέψω στο ανθρώπινο πνεύμα που μας κάνει να συνεχίζουμε, να πιστεύουμε σε ένα καλύτερο μέλλον, να ελπίζουμε ότι η ζωή μας θα ξαναγίνει κανονική. Ξέρετε τι εννοώ, τα συνηθισμένα: να μπορείς να σπουδάσεις, να κάνεις μια καριέρα, να φτιάξεις τη δική σου οικογένεια κάποια μέρα.

Θέλω τα ίδια πράγματα που θέλετε κι εσείς. Μια ζωή».

Ο Σάμι είναι ένας από τους περίπου 900.000 πρόσφυγες και μετανάστες από χώρες εκτός ΕΕ που έφθασαν στη Γερμανία το 2015.

HeliosPlus