Ξεχωριστές συναντήσεις, αμφότερες κεκλεισμένων των θυρών, είχε ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου με τους αμερικανούς υποψηφίους. Μία ημέρα προτού βρεθούν αντιμέτωποι στο πρώτο ντιμπέιτ πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου, ο μεν Ντόναλντ Τραμπ αναγνώρισε ότι η Ιερουσαλήμ είναι η αιώνια πρωτεύουσα του εβραϊκού λαού. Η δε Χίλαρι Κλίντον δεσμεύτηκε να οδηγήσει τη συνεργασία των δύο κρατών «στο επόμενο επίπεδο».

Μια αμερικανική κυβέρνηση υπό τον Τραμπ θα αναγνώριζε την Ιερουσαλήμ ως την αδιαίρετη πρωτεύουσα του Κράτους του Ισραήλ, δήλωσε την Κυριακή ο μεγιστάνας του Real Estate και υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για τον Λευκό Οίκο, κατά τη συνάντηση που είχε με τον Νετανιάχου.

Σε αυτήν την κατ’ ιδίαν συνάντηση, η οποία διήρκεσε περισσότερο από μία ώρα, στον ουρανοξύστη Τραμπ στη Νέα Υόρκη, τέθηκαν επί τάπητος «πολλά θέματα που είναι σημαντικά για τις δύο χώρες», όπως διευκρίνισε το επιτελείο του.

«Ο Τραμπ αναγνώρισε ότι η Ιερουσαλήμ είναι η αιώνια πρωτεύουσα του εβραϊκού λαού εδώ και περισσότερα από 3.000 έτη κι ότι οι ΗΠΑ, υπό τη διακυβέρνηση Τραμπ, θα αποδεχθούν τελικά την εξουσιοδότηση που έδωσε προ πολλού το Κογκρέσο περί αναγνώρισης της Ιερουσαλήμ ως της αδιαίρετης πρωτεύουσας του Κράτους του Ισραήλ» διευκρίνισε το επιτελείο του σε δελτίο Tύπου.

Τραμπ και Νετανιάχου συζήτησαν επίσης ζητήματα που αφορούν τη «στρατιωτική βοήθεια, την ασφάλεια και την περιφερειακή σταθερότητα». Ο αμερικανός μεγιστάνας μάλιστα επιχείρησε να συσχετίσει τον φράχτη ασφαλείας του Ισραήλ – «την επιτυχημένη προσπάθεια της χώρας να προστατεύσει τα σύνορά της» – με τα δικά του σχέδια για φράχτη κατά μήκος των αμερικανικών συνόρων με το Μεξικό, καθώς η αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης έχει γίνει ο ακρογωνιαίος λίθος της προεκλογικής του εκστρατείας.

Ο Τραμπ, όπως επίσης αναφέρεται στο δελτίο Τύπου που εξέδωσε το επιτελείο του, αναγνώρισε το Ισραήλ ως απαραίτητο εταίρο των ΗΠΑ στον πόλεμο που διεξάγει η διεθνής κοινότητα εναντίον της ισλαμιστικής εξτρεμιστικής τρομοκρατίας.

«Ο Τραμπ αναγνώρισε ότι το Ισραήλ και οι πολίτες του έχουν υποφέρει για πάρα πολύ καιρό στην πρώτη γραμμή του μετώπου της ισλαμικής τρομοκρατίας. Συμφώνησε με τον πρωθυπουργό Νετανιάχου ότι ο ισραηλινός λαός θέλει μια δίκαιη και διαρκή ειρήνη με τους γείτονές του, όμως αυτή η ειρήνη δεν θα επιτευχθεί παρά μόνο εάν οι Παλαιστίνιοι απαρνηθούν το μίσος και τη βία και αποδεχθούν το Κράτος του Ισραήλ ως ένα εβραϊκό Κράτος», αναφέρεται συγκεκριμένα.

Η Κλίντον από την πλευρά της, κατά τη διάρκεια της «εις βάθος συζήτηση» που είχε με τον ισραηλινό πρωθυπουργό, τόνισε ότι ένα ισχυρό και ασφαλές Ισραήλ είναι ζωτικής σημασίας για τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς οι δύο χώρες μοιράζονται «στρατηγικά ενδιαφέρονται αλλά και τις κοινές αξίες της δημοκρατίας, της ισότητας και του πλουραλισμού.

Η υποψήφια των δημοκρατικών ωστόσο, με την πολύ μεγαλύτερη εμπειρία της στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, επανέλαβε την υποστήριξή της για τη λύση των δύο κρατών, «η οποία εγγυάται το μέλλον του Ισραήλ ως ασφαλές και δημοκρατικό εβραϊκό κράτος με αναγνωρισμένα σύνορα και θα παράσχει στους Παλαιστινίους ανεξαρτησία, αυτονομία και αξιοπρέπεια». Σε κάθε περίπτωση, η Κλίντον υπογράμμισε την αντίθεσή της «σε κάθε προσπάθεια από τρίτα μέρη να επιβάλουν μία λύση, περιλαμβανομένου του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ».