Δύο φαινομενικά παρόμοιες περιπτώσεις αστυνομικής βίας, οι οποίες ωστόσο έχουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ τους συγκλονίζουν αυτήν την εβδομάδα τις ΗΠΑ. Η πρώτη αφορά τον άδικο – όπως προκύπτει – πυροβολισμό Αφροαμερικανού από λευκή αστυνομικό στην Οκλαχόμα, στην οποία αποδόθηκαν κατηγορίες για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως.

Η δεύτερη, στη Σάρλοτ της Βόρειας Καρολίνας, αφορά επίσης τον θάνατο Αφροαμερικανού, οποίος όμως έπεσε από τα πυρά αφροαμερικανίδας αστυνομικού. Σε αυτήν τη δεύτερη ωστόσο οι συνθήκες του θανάτου παραμένουν ασαφείς, ενώ το βίντεο της Αστυνομίας που θα ξεκαθάριζε το τοπίο δημιουργεί περισσότερα ερωτηματικά παρά δίνει απαντήσεις.

Η Σάρλοτ διανύει την τρίτη ημέρα ταραχών. Για μία ακόμη νύχτα, διαδηλωτές – έστω και λιγότεροι από τις δύο προηγούμενες νύχτες – ξεχύθηκαν στους δρόμους της πόλης ζητώντας να δοθεί στη δημοσιότητα το βίντεο. Οι αστυνομικές Αρχές δεν ανταποκρίθηκαν στο αίτημά τους. Απεναντίας, προς αποφυγήν νέων επεισοδίων, οι Αρχές έθεσαν σε ισχύ απαγόρευση κυκλοφορίας και κήρυξαν την πόλη σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.

Το βίντεο ωστόσο παρακολούθησε η οικογένεια του 43χρονου Κιθ Σκοτ, η οποία από την αρχή είχε υποστηρίξει ότι ο άνδρας κρατούσε βιβλίο και όχι όπλο. Αν και για την Αστυνομία είναι απολύτως σαφές ότι ο Σκοτ κρατούσε όπλο, το οποίο μάλιστα κράδαινε την ώρα που δέχτηκε τα αστυνομικά πυρά, ο δικηγόρος της οικογένειας υποστηρίζει ότι ο Σκοτ βγήκε πολύ ήρεμα από το αυτοκίνητο ακολουθώντας τις οδηγίες των αστυνομικών.

Αυτό που συνδέει τα δύο γεγονότα είναι ότι πρόκειται για Αφροαμερικανούς οι οποίοι πεθαίνουν στα χέρια της Αστυνομίας ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων. Η διαφορά έγκειται στο ότι στην περίπτωση της Οκλαχόμα υπήρχε ένα βίντεο, το οποίο δόθηκε αμέσως στη δημοσιότητα και από το οποίο προκύπτει ότι το θύμα πυροβολήθηκε ενόσω κατευθυνόταν με τα χέρια ψηλά προς το αυτοκίνητό του. Σε αυτό το βίντεο βασίστηκε εν μέρει και η κατηγορία της ανθρωποκτονίας εις βάρος της αστυνομικού.

Απεναντίας στην περίπτωση της Σάρλοτ, το βίντεο παραμένει πίσω από τους τείχους της Αστυνομίας, προκαλώντας ερωτηματικά και φουντώνοντας το αίσθημα οργής των αφροαμερικανών διαδηλωτών.