ΤΟ ΒΗΜΑ – ΤΗΕ PROJECT SYNDICATE
Μετά τη λαϊκή εξέγερση στην Ανατολική Γερμανία το 1953, ο θεατρικός συγγραφέας Μπέρτολτ Μπρεχτ είχε σχολιάσει σαρκαστικά ότι «αν ο λαός δεν έχει πια εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση», τότε η κυβέρνηση ίσως το βρει ευκολότερο «να διαλύσει τον λαό και να εκλέξει άλλον». Το αίσθημα αυτό είναι διάχυτο στη Βρετανία μετά το δημοψήφισμα για το Brexit. Παρά τη σχεδόν ομόφωνη άποψη των οικονομολόγων ότι το Brexit θα παρασύρει τη Βρετανία σε ύφεση και θα περιορίσει τη μακροχρόνια ανάπτυξη, οι ψηφοφόροι ακολούθησαν την καρδιά τους και όχι το πορτοφόλι τους. Οσοι ήταν υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ κατηγορήθηκαν ότι μεταχειρίστηκαν τις προειδοποιήσεις των οικονομολόγων για να τρομάξουν τους ψηφοφόρους προκειμένου να υποταχθούν. Μερικοί κατηγορούν τους οικονομολόγους για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος επειδή δεν μίλησαν με γλώσσα που θα μπορούσε να καταλάβει ο απλός κόσμος. Ομοίως κατηγορούν τραπεζίτες και επενδυτές ότι δεν ήταν πειστικοί.

Οι πολίτες δεν βιώνουν
την αισιόδοξη εικόνα
Σίγουρα υπάρχει κάποια δόση αλήθειας σε όλα αυτά, αλλά το πρόβλημα δεν ήταν το περίπλοκο λεξιλόγιο και οι δυσνόητες οικονομικές έννοιες. Ολοι οι οικονομολόγοι ξεκίνησαν με την παραδοχή ότι η Βρετανία τα πήγαινε καλά αφού η αύξηση του ΑΕΠ της ήταν πολύ υψηλότερη από τον μέσο όρο της ΕΕ και η ανεργία πολύ χαμηλότερη. Το πρόβλημα ήταν ότι αυτή την αισιόδοξη εικόνα δεν τη βιώνουν οι ψηφοφόροι που ζουν εκτός Λονδίνου και Νοτιοανατολικής Αγγλίας.
Μπορεί το ΑΕΠ να είναι 7% υψηλότερο σε σχέση με πριν από την οικονομική κρίση και η απασχόληση 6% υψηλότερη, αλλά το κατά κεφαλήν εθνικό εισόδημα έχει μείνει σταθερό. Ο μέσος πραγματικός (προσαρμοσμένος βάσει του πληθωρισμού) μισθός δεν έχει αυξηθεί από το 2005.
Η αύξηση του πλούτου προήλθε κυρίως από την αύξηση στις τιμές των ακινήτων στις περιοχές-φιλέτο, ιδίως στο Λονδίνο. Αν δεν είχες την τύχη να διαθέτεις ακίνητο στη Νοτιοανατολική Αγγλία, ο πλούτος σου έμεινε στάσιμος ή μειώθηκε.
Το Brexit θα εντείνει αυτές τις ανισότητες. Αν επιβληθούν φραγμοί στο ενδοευρωπαϊκό εμπόριο και οι εταιρείες επιλέξουν να μεταφερθούν αλλού για να έχουν πρόσβαση στην κοινή ευρωπαϊκή αγορά, οι χαμηλόμισθες θέσεις εργασίας στις μη προνομιούχες περιοχές μπορεί να εξαφανιστούν ή να μειωθούν ακόμη περισσότερο οι μισθοί.

Αναζητούνται νέοι ειδικοί
για να δώσουν εξηγήσεις
Σε αυτό το δυσοίωνο πλαίσιο θα ξεκινήσουν σύντομα οι συνομιλίες για τη μελλοντική σχέση της Βρετανίας με την ΕΕ. Είναι ιδιαιτέρως δυσοίωνο για το Σίτι του Λονδίνου. Υπάρχει σαφώς σύνδεση ανάμεσα στην πρόσβαση στην κοινή αγορά, την οποία επιθυμούν οι περισσότερες μεγάλες εταιρείες, και στην ελευθερία κίνησης των ευρωπαίων πολιτών, η οποία θεωρείται ότι συνέβαλε στη στασιμότητα των μισθών στη Βρετανία εκτός Νοτιοανατολικής Αγγλίας.
Το ισχυρότερο επιχείρημα υπέρ της παραμονής στην κοινή αγορά είναι ότι αν διακινδυνεύσει το Σίτι του Λονδίνου θα διακινδυνεύσει ολόκληρη η βρετανική οικονομία. Οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες παρέχουν το 3% των θέσεων εργασίας αλλά το 11% των φορολογικών εσόδων. Θα ήταν επιπόλαιο να σκοτώσουμε την κότα που κάνει τα χρυσά αβγά: αν επιβραδυνθεί η οικονομία, το οποίο είναι το καλύτερο που μπορούμε να περιμένουμε, τα έσοδα αυτά θα τα χρειαζόμαστε ακόμη περισσότερο.
Δεν είναι περίεργο λοιπόν που η στερλίνα έπεσε κατακόρυφα μετά το Brexit. Οι χρηματοοικονομικές αγορές του Λονδίνου είναι νευρικές. Χρειαζόμαστε νέους ειδικούς για να εξηγήσουν τα δυσάρεστα δεδομένα της οικονομικής ζωής σε ένα εξαιρετικά καχύποπτο κοινό. Κανείς δεν πρέπει να πάρει στα σοβαρά τη σαρκαστική δήλωση του Μπρεχτ. Ο βρετανικός λαός μίλησε και πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος για να εκπληρωθεί η επιθυμία του με το χαμηλότερο δυνατό οικονομικό κόστος.

Ο κ. Howard Davies είναι πρόεδρος της Royal Bank of Scotland. Διετέλεσε διευθυντής της London School of Economics (2003-2011), αντιπρόεδρος της Τράπεζας της Αγγλίας και γενικός διευθυντής της Συνομοσπονδίας Βρετανών Βιομηχάνων.

HeliosPlus