Ο γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ κανονικά σκόπευε αυτούς τους μήνες να βολιδοσκοπήσει, με το σύνθημα «τα πράγματα πάνε καλύτερα», αν παρά τη δημοτικότητά του στο ναδίρ υπάρχει περιθώριο να δοκιμάσει να θέσει ξανά υποψηφιότητα με τους Σοσιαλιστές στις επόμενες προεδρικές εκλογές. Τα πράγματα όμως, τουλάχιστον για τον ίδιο, μόνο καλύτερα δεν πηγαίνουν: Η χώρα, ακόμη σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, βράζει επειδή η σοσιαλιστική κυβέρνηση έχει απέναντί τα συνδικάτα και η αποδυνάμωση του προέδρου εντείνεται σε σημείο αδιεξόδου.

Αναμενόμενα, ο Ολάντ περνά στο πεδίο των εργασιακών τη μεγαλύτερη δοκιμασία της θητείας του: Η αγορά εργασίας ήταν εξαρχής η μεγαλύτερη πρόκληση της γαλλικής ηγεσίας και ο νόμος ελ Κομρί συνοψίζει και το σταυροδρόμι στο οποίο βρίσκεται η γαλλική οικονομία αλλά και τα προβλήματα με τα οποία ήταν εξαρχής αντιμέτωπος ο Ολάντ.

Οι αντιδράσεις που είχε προκαλέσει ο νόμος στο Σοσιαλιστικό Κόμμα κατέστησαν σχεδόν αδύνατη την ψήφισή του. Παρά δε τις παραχωρήσεις που εμφανίστηκε να κάνει στο νόμο, το ισχυρό συνδικάτο CGT δεν κάμφθηκε και πλέον έχει πάρει την σκυτάλη από τις συγκεντρώσεις και έχει μεταφέρει τις κινητοποιήσεις στα διυλιστήρια, τις μεταφορές και τα λιμάνια.

Μπορεί να φαίνεται, και σε κάποιο βαθμό να ισχύει, ότι το CGT δεν συνιστά πλειοψηφία, όμως αυτό είναι δευτερεύον. Και ο Σαρκοζί είχε βρεθεί αντιμέτωπος, όμως ο ανοικτός πόλεμος συνδικάτου με σοσιαλιστική κυβέρνηση διατηρεί ακόμη σημαντικό βάρος για τη Γαλλία -και μάλιστα σε μία συγκυρία που ο Ολάντ είναι ήδη τόσο αποδυναμωμένος που δύσκολα μπορεί να το αντέξει.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στον βρετανικό Guardian ο Πιερ Μασό, καθηγητής πολιτικής επιστήμης στο Sciences Po της Λιλ, ο Ολάντ «είναι παγιδευμένος ό,τι κι αν κάνει». Αν κρατήσει σκληρή στάση και κινητοποιήσει «τα γκλομπ» θα εξοργίσει όλη τη του βάση και θα ικανοποιήσει μόνο τους υποστηρικτές του κεντροδεξιού στρατοπέδου, τους οποίους έχει ούτως ή άλλως χάσει. Αν κάνει υποχωρήσεις, και πάλι μεγάλο μέρος της βάσης των Σοσιαλιστών θα παραμείνει ανικανοποίητο.

Εύκολα δεν είναι τα πράγματα ωστόσο ούτε για το ίδιο το πεδίο των κινητοποιήσεων, καθώς εκεί βρίσκεται παράλληλα σε εξέλιξη και μία μάχη για την επιρροή του CGT απέναντι σε άλλα συνδικάτα, χωρίς επιπλέον να υπολογίζεται ο παράγοντας της κόπωσης.

Το πιο αποφασισμένο τμήμα εμφανίζεται επίσης να στοχεύει να αξιοποιήσει και την περίοδο του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου, όταν όλα τα φώτα θα είναι στραμμένα στη Γαλλία και η σκιά των κινητοποιήσεων θα πέφτει ακόμη βαρύτερη στον γάλλο πρόεδρο.

Πάντως, βέβαιο είναι ότι το σύνθημα «τα πράγματα πάνε καλύτερα» -με το οποίο θα ξεκινούσε ο Ολάντ τη μάχη για νέα υποψηφιότητα, και εξαρχής είχε προκαλέσει οργή και ειρωνία- τουλάχιστον αυτήν την περίοδο δεν μοιάζει επίκαιρο. Γεγονός επίσης είναι πως για τη Γαλλία είναι ανήκουστο (και δείγμα της κατάστασης) το να μην βάλει ξανά υποψηφιότητα πρόεδρος μετά την πρώτη του θητεία και, ακόμη κι αν το κάνει, να εμφανίζεται στις δημοσκοπήσεις να χάνει ήδη από τον πρώτο γύρο.