Σύμφωνα με μια δημοσκόπηση στις αρχές Μαΐου της ARD DeutschlandTREND, το ποσοστό του ακροδεξιού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) αγγίζει το 15%, από 5% τον περασμένο χρόνο. Μπορεί αυτή η επικίνδυνη τάση να αναστραφεί; Η άνοδος του AfD σε σχέση με το περασμένο καλοκαίρι είναι άμεσο αποτέλεσμα της αύξησης της ροής των προσφύγων –σχεδόν 1 εκατομμύριο το 2015 –στη Γερμανία. Το πρόγραμμα του κόμματος είναι αντιμεταναστευτικό, αντιευρωπαϊκό και κοινωνικά συντηρητικό. Παρ’ όλα αυτά το ευρύ πολιτικό κέντρο της Γερμανίας συνεχίζει να αντέχει. Το κεντροδεξιό Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα και οι σύμμαχοί του είναι περίπου στο 33%, οι Σοσιαλδημοκράτες στο 20% και οι Πράσινοι στο 13%. Ακόμη και οι Ελεύθεροι Δημοκράτες συγκεντρώνουν ποσοστό γύρω στο 6%.
Συνεπώς οι μετριοπαθείς πολιτικές δυνάμεις έχουν την υποστήριξη περίπου του 70% του εκλογικού σώματος –σε αντίθεση, για παράδειγμα, με την Αυστρία, όπου η Ακροδεξιά κατάφερε να αποσπάσει το 36% των ψήφων στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών. Ακόμη και το αριστερό Die Linke, το οποίο παραδοσιακά δεν θεωρείται μετριοπαθές, έχει μια πιο μετριοπαθή «ανατολική» πτέρυγα και μια πιο ριζοσπαστική «δυτική». Η διάρκεια του γερμανικού πολιτικού κέντρου αντανακλά την οικονομική επιτυχία της χώρας, που διαρκεί για περισσότερο από μία δεκαετία, ακόμη καθώς η υπόλοιπη Ευρώπη αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις. Οφείλει αυτό το αποτέλεσμα εν μέρει στο ευρώ, που ευνόησε τις γερμανικές εξαγωγές και τη γερμανική ανάπτυξη, πολύ περισσότερο από όσο συνειδητοποιούν οι πολίτες της.

Τα θεμέλια της επιτυχίας της Γερμανίας κινδυνεύουν

Αν η Γερμανία είχε ακόμη ή είχε επιστρέψει στο μάρκο, η απασχόληση και η ανάπτυξη θα είχαν πληγεί στο ξεκίνημα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Ακόμη πιο βασικό είναι το ότι η Γερμανία επωφελήθηκε από την κουλτούρα της συναίνεσης που αναπτύχθηκε την περίοδο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τους κοινωνικούς εταίρους και τα πολιτικά κόμματα να επιδεικνύουν μια εξαιρετική ικανότητα συμβιβασμού. Σήμερα ωστόσο, καθώς η προσφυγική κρίση πυροδοτεί τον λαϊκισμό και την πολιτική πόλωση, τα θεμέλια της επιτυχίας της Γερμανίας κινδυνεύουν. Το πρώτο σενάριο είναι ζοφερό: η Γερμανία αποτυγχάνει στην κοινωνική και οικονομική ενσωμάτωση των προσφύγων και οι νεοφερμένοι αντιδρούν στα δεινά τους. Οποιαδήποτε μέτρα λαμβάνονται για να εκτονωθεί η δυσαρέσκεια ενισχύουν τους ακροδεξιούς λαϊκιστές και μπορεί να οδηγήσουν σε βία και από τις δύο πλευρές.
Στη χειρότερη περίπτωση, μπορεί να προκύψει μια τρομοκρατική επίθεση –ακόμη χειρότερα, μια επίθεση που θα μπορούσε να αποδοθεί στους πρόσφυγες –και τότε η εθνικολαϊκιστική αντίδραση θα είναι ισχυρή, διαλύοντας τον κοινωνικό ιστό της Γερμανίας. Η αντιμουσουλμανική αντίδραση θα γίνει σανός για τους εξτρεμιστές στη Μέση Ανατολή, επιβεβαιώνοντας τους ισχυρισμούς τους για θρησκευτική και πολιτισμική σύγκρουση. Το δεύτερο σενάριο είναι η προσφυγική κρίση να γίνει ακόμη μία επιτυχία. Η ενσωμάτωση των προσφύγων θα είναι σύντομη και η Γερμανία θα συνεχίσει στο μονοπάτι της μετριοπαθούς πολιτικής, της κοινωνικής αλληλεγγύης και της οικονομικής ανάπτυξης. Μακροπρόθεσμα, η συμβολή των προσφύγων στη γερμανική ευημερία θα είναι σημαντική. Παρά την άνοδο του AfD, υπάρχουν πολλοί λόγοι για να παραμείνουμε αισιόδοξοι.

Είναι καθοριστική η ενσωμάτωση των προσφύγων

Στα τέλη του 2015 χιλιάδες Γερμανοί συγκεντρώθηκαν σε σιδηροδρομικούς σταθμούς και σε δρόμους για να υποδεχθούν το πρώτο κύμα προσφύγων. Σχεδόν σε όλη τη χώρα, οι τοπικές κοινωνίες κινητοποιήθηκαν για να προσφέρουν στέγαση, γλωσσική εκπαίδευση και κοινωνική καθοδήγηση στους πρόσφυγες, οι οποίοι δεν είχαν ζήσει ποτέ ξανά σε μια πλούσια δημοκρατική κοινωνία. Η επιτυχής ενσωμάτωση των προσφύγων εξαρτάται και από την οικονομική ανάπτυξη. Είναι ακόμη ένας λόγος για τη Γερμανία για να χρησιμοποιήσει τη δημοσιονομική της δύναμη προκειμένου να αυξήσει τις επενδύσεις και να εφαρμόσει αναπτυξιακές πολιτικές.
Αν η Γερμανία μπορέσει να ενσωματώσει τους πρόσφυγες, θα στείλει ένα ισχυρό μήνυμα στους μηδενιστές και στους εξτρεμιστές σε όλον τον κόσμο. Θα δείξει ότι με μια ισχυρή οικονομία, μια ενεργή κοινωνία πολιτών και με ένα κοσμικό κράτος οι θρησκευτικές διαφορές, οι πολιτισμικές εντάσεις και οι προκλήσεις στην αγορά εργασίας μπορούν να ξεπεραστούν. Αυτό είναι ένα μήνυμα που ο κόσμος σήμερα έχει ανάγκη όσο ποτέ άλλοτε.

Ο κ. Kemal Dervis είναι πρώην υπουργός Οικονομικών της Τουρκίας, πρώην διευθυντής του Προγράμματος Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών (UNDP), πρώην αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας και νυν αντιπρόεδρος του Brookings Institution.

HeliosPlus