Καθώς η Ευρωπαϊκή Ενωση αρχίζει να διαλύεται, ποιoς μπορεί να παράσχει την ηγεσία για να τη σώσει; Η γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ πιστώνεται ευρέως με την απάντηση στο περίφημο ερώτημα του Χένρι Κίσινγκερ: «Ποιος είναι ο αριθμός τηλεφώνου της Ευρώπης;». Αλλά αν ο αριθμός τηλεφώνου της Ευρώπης έχει γερμανικό κωδικό κλήσης, περνά μέσα από μια αυτοματοποιημένη απάντηση: «Nein zu Allem». Με αυτή η φράση –«Οχι σε όλα» –περιέγραψε ο Μάριο Ντράγκι, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τη μόνιμη γερμανική απάντηση σε όλες τις οικονομικές πρωτοβουλίες που αποσκοπούν στην ενίσχυση της Ευρώπης.
Μια κλασική περίπτωση ήταν το βέτο της Μέρκελ στην πρόταση του ιταλού πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι να χρηματοδοτηθούν προγράμματα για τους πρόσφυγες στην Ευρώπη, τη Βόρεια Αφρική και την Τουρκία μέσω της έκδοσης ομολόγων της ΕΕ, μια αποτελεσματική και χαμηλού κόστους ιδέα.
Η άρνηση της Μέρκελ ακόμη και να εξετάσει ευρύτερα ευρωπαϊκά συμφέροντα, αν αυτά απειλούν την εγχώρια δημοτικότητά της, έχει γίνει ένας επαναλαμβανόμενος εφιάλτης για άλλους ηγέτες της ΕΕ. Η άρνηση αυτή αποτελεί τη βάση όχι μόνο της οικονομικής και μεταναστευτικής πολιτικής της, αλλά και του εκφοβισμού της Ελλάδας, της υποστήριξής της για τις επιδοτήσεις του άνθρακα, της υποστήριξης της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας για τις εκπομπές ντίζελ, του προσκυνήματός της στην Τουρκία για την ελευθερία του Τύπου και της κακοδιαχείρισης της συμφωνίας του Μινσκ για την Ουκρανία. Με λίγα λόγια, η Μέρκελ έχει κάνει περισσότερα για να βλάψει την ΕΕ από ό,τι οποιοσδήποτε εν ζωή πολιτικός, ενώ συνεχώς διακηρύσσει το πάθος της για «το ευρωπαϊκό σχέδιο».
Αλλά πού μπορεί να στραφεί η απογοητευμένη από τη γερμανική ηγεσία Ευρώπη; Οι προφανείς υποψήφιοι δεν θέλουν ή δεν μπορούν να αναλάβουν τον ρόλο: η Βρετανία έχει αυτο-αποκλειστεί. Η Γαλλία έχει παραλύσει μέχρι τις προεδρικές εκλογές του επόμενου έτους και ενδεχομένως πέραν αυτών, και η Ισπανία δεν μπορεί καν να σχηματίσει κυβέρνηση.
Αυτό αφήνει την Ιταλία, μια χώρα η οποία, αφού κυριάρχησε στην πολιτική και τον πολιτισμό της Ευρώπης για το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της, αντιμετωπίζεται τώρα ως «περιφερειακή». Αλλά η Ιταλία αναλαμβάνει ξανά τον ιστορικό της ρόλο ως πηγή των καλύτερων ιδεών και της πολιτικής ηγεσίας της Ευρώπης, και επίσης, εκπληκτικά, στα οικονομικά της ηπείρου.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Ντράγκι, που έχει μεταμορφώσει την ΕΚΤ στην πιο δημιουργική και δυναμική κεντρική τράπεζα του κόσμου. Το τεράστιο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που προώθησε ο Ντράγκι, παρά τη γερμανική αντιπολίτευση, έχει σώσει το ευρώ, παρακάμπτοντας τους κανόνες της Συνθήκης του Μάαστριχτ κατά του μονεταρισμού ή της αμοιβαιοποίησης των κρατικών χρεών.
Η όλο και περισσότερο διεκδικητική αντίσταση της Ιταλίας στα γερμανικά οικονομικά δόγματα δεν μπορεί να προκαλεί έκπληξη. Η χώρα έχει πληγεί από σχεδόν συνεχή ύφεση μετά την υιοθέτηση του ευρώ. Επιπλέον, ο ιταλός υπουργός Οικονομικών Πιερ Κάρλο Παντοάν, ο οποίος ήταν πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΟΟΣΑ, είναι ο μόνος υπουργός Οικονομικών του G-7 με επαγγελματική κατάρτιση στα οικονομικά. Καταλαβαίνει καλύτερα από τον καθένα ότι οι άστοχες δημοσιονομικές και νομισματικές πολιτικές έχουν γίνει η υποκείμενη αιτία της οικονομικής κρίσης της Ευρώπης, και είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνες για τις πολιτικές εντάσεις που απειλούν να καταστρέψουν την ΕΕ.
Ενώ η λαϊκιστική πολιτική απειλεί τώρα τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ισπανία και τη Βρετανία, η Ιταλία έχει γυρίσει την πλάτη της στον Σίλβιο Μπερλουσκόνι και ο Ρέντσι έχει συμπιέσει την υποστήριξη προς τη Λέγκα του Βορρά και το Κίνημα Πέντε Αστέρων. Ως αποτέλεσμα, η Ιταλία έχει ξεκινήσει την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων στα εργασιακά, στις συντάξεις και στη δημόσια διοίκηση που ήταν αδιανόητες στο παρελθόν.
Λαμβάνοντας υπόψη τις αποτυχίες της γερμανικής ηγεσίας στην Ευρώπη και το πολιτικό κενό αλλού στην ΕΕ, η απόφαση της Ιταλίας να ενισχύσει το προφίλ της είναι σίγουρα σωστή. Μένει να δούμε αν η Ιταλία μπορεί να συγκεντρώσει έναν συνασπισμό από οικονομικά προοδευτικές και πολιτικά ρεαλιστικές χώρες για να ξεπεράσουν τον γερμανικό συντηρητισμό και δογματισμό. Αλλά με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, η πολιτική οικονομία της Ευρώπης θα πρέπει να προσαρμοστεί στον νέο τύπο του παγκόσμιου καπιταλισμού που εξελίσσεται μετά την κρίση του 2008. Με λίγη τύχη, μια νέα γενιά εύστροφων και ευκίνητων ιταλών ηγετών θα ξεπεράσουν τους αδέξιους γερμανούς δεινοσαύρους, των οποίων οι απαρχαιωμένοι κανόνες και τα δόγματα οδηγούν την ΕΕ προς την εξαφάνιση.
Ο κ. Anatole Kaletsky είναι επικεφαλής οικονομολόγος και συμπρόεδρος της Gavekal Dragonomics και πρώην αρθρογράφος στους «Times» του Λονδίνου, τους «New York Times» και τους «Financial Times»

HeliosPlus