Είναι δυνατόν να δίνονται στοιχεία για στρατιωτικές δαπάνες λίγων χιλιάδων δολαρίων και να «αγνοείται η τύχη» δισεκατομμυρίων; Το ρητορικό ερώτημα απευθύνθηκε σε πολύ σκληρούς τόνους από μέλη υποεπιτροπής της Γερουσίας στον αρχηγό των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων Τζόζεφ Στάνφορντ την περασμένη Τετάρτη 17 Μαρτίου. Οι γερουσιαστές διαμαρτύρονταν επειδή «βρίσκονται σε σκότος» και «αγνοούν εντελώς πού έχουν διατεθεί κονδύλια του Πενταγώνου και τι έχουν αυτά αποδώσει» ως σήμερα.
Εβδομήντα σελίδες του νέου στρατιωτικού προϋπολογισμού της Αμερικής (600 δισ. δολάρια) δίνουν αναλυτικά πληροφορίες λ.χ. για το πού θα διατεθούν τα 1,2 δισ. δολάρια του κονδυλίου για το πρόγραμμα άμυνας σε βιολογικά και χημικά όπλα, αλλά λέξη δεν υπάρχει για τα 10 δισ. δολάρια που προορίζονται για το Πρόγραμμα Οικοδόμησης Ικανότητας Συνεταίρων (BPC), ένα στρατιωτικό κονδύλι το οποίο αποτελεί μυστήριο ακόμη και για τα υψηλόβαθμα στελέχη της Γερουσίας. Κάποιες πιθανότητες να αποκαλυφθεί περί τίνος πρόκειται υπάρχουν τώρα, με τις ακροάσεις στην αρμόδια υποεπιτροπή της Γερουσίας. Πρόκειται για «πρόβλημα κακοδιαχείρισης αλλά ίσως και απάτης» δήλωσε ο αθυρόστομος πρόεδρος της Επιτροπής Αμυνας της Γερουσίας Τζον Μακ Κέιν προσθέτοντας ότι τουλάχιστον 120 δισ. δολάρια διέθεσε το Πεντάγωνο τα τελευταία 15 χρόνια για την «εκγύμναση και τον εφοδιασμό ξένων συνεταίρων μας».
Το πρόβλημα ήρθε στην επιφάνεια όταν τον περασμένο Δεκέμβριο η βρετανική εφημερίδα «Guardian» αποκάλυψε ότι ένα ποσό 16,5 εκατ. δολαρίων που δόθηκε από το Πεντάγωνο σε αφρικανική χώρα στο πλαίσιο του προγράμματος BPC βρέθηκε μειωμένο κατά 26.330 δολάρια σε κατάθεση ελβετικής τράπεζας στο όνομα «κυβερνητικής προσωπικότητας» της ίδιας χώρας. Ακολούθησαν και άλλες αποκαλύψεις. Ο «New Yorker» στις αρχές Μαρτίου δημοσίευσε ρεπορτάζ για το πώς στο Αφγανιστάν και στο Πακιστάν περνούν στα χέρια «δυναμικών ντόπιων προσώπων» δεκάδες εκατομμύρια δολάρια που δίνει το Πεντάγωνο στις κυβερνήσεις των δύο κρατών για τον πόλεμο εναντίον των Ταλιμπάν, των τζιχάντ, των ναρκωτικών κ.τ.λ. Στρατιωτικό υλικό το οποίο παρέδωσε το Πεντάγωνο σε χώρα της Λατινικής Αμερικής βρέθηκε στα χέρια αντικυβερνητικών ομάδων στις Φιλιππίνες. Περίπου 6 εκατ. δολάρια που δόθηκαν στο Σαλβαντόρ για την καταπολέμηση της ναρκω-τρομοκρατίας «ουδέποτε έφθασαν στα κρατικά ταμεία», βεβαίωσε ο υπουργός Στρατιωτικών. Κάτι ανάλογο έγινε και με το πολύ μεγαλύτερο ποσό –πιθανολογείται 21 εκατ. δολάρια –που το Πεντάγωνο έδωσε στο Τατζικιστάν για τη δίωξη των εμπόρων ναρκωτικών. Στο Μάλι οι γαλλικές στρατιωτικές δυνάμεις που καταδιώκουν τις τοπικές μονάδες των τζιχαντιστών βρήκαν μια αποθήκη με όπλα και πυρομαχικά αμερικανικής προέλευσης. Η γαλλική «Le Monde» διαπίστωσε ότι τα περισσότερα όπλα και όλα τα πυρομαχικά είχαν δοθεί από το Πεντάγωνο το 2013 σε άλλη χώρα της Αφρικής, πάντοτε στο πλαίσιο του BPC και πάντοτε για την αντιτρομοκρατική κινητοποίηση. Πέρυσι η Σομαλία έλαβε από το πρόγραμμα 1,1 δισ. δολάρια μετρητά δήθεν για να «εξαγοραστούν» οι ηγέτες του τρομοκρατικού Αλ Σαμπαμπάν, όμως είναι βέβαιον ότι σχεδόν όλο το ποσό «τοποθετήθηκε σε τραπεζικούς λογαριασμούς ιδιωτών στο Κατάρ», έγραψαν εφημερίδες του Καΐρου.
Οπως αναφέρουν πηγές της Ουάσιγκτον, η Βουλή είχε εξουσιοδοτήσει το Πεντάγωνο στα τέλη της δεκαετίας του 1990 να προσφέρει «άμεση βοήθεια σε ξένες στρατιωτικές δυνάμεις» για την καταπολέμηση των καρτέλ ναρκωτικών. Η εξουσιοδότηση είχε προκαλέσει αντιδράσεις και ερωτηματικά επειδή ως τότε ήταν το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αρμόδιο να υποδεικνύει πού και πώς έπρεπε να προσφερθεί στρατιωτική και οικονομική βοήθεια. Εγινε και κάτι άλλο περίεργο. Το Πεντάγωνο δεν θα έδινε αναφορά στο Κογκρέσο σε ποιους έστελνε βοήθεια ούτε και τα αποτελέσματα της βοήθειας. Κανένα άλλο κυβερνητικό σώμα δεν έχει αυτό το προνόμιο. Μόνο με επίμονη παρέμβαση του υπουργού Αμυνας Ας Κάρτερ το Πεντάγωνο τον περασμένο Δεκέμβριο πληροφόρησε το Κογκρέσο για πέντε από τις δεκάδες χώρες και οργανισμούς που βοήθησαν το 2013-2014 αλλά δεν έδωσε στοιχεία για τα αποτελέσματα της στρατιωτικής βοήθειας.

ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ
Ενισχύοντας τους εχθρούς

Τον περασμένο Δεκέμβριο η Υπηρεσία Ερευνας του Κογκρέσου η οποία έκανε μια «μάλλον επιφανειακή έρευνα», όπως γράφει, στα στρατιωτικά αρχεία διαπίστωσε ότι, αντίθετα προς τα προσδοκώμενα, τα προγράμματα «ελάχιστα βοήθησαν στον τερματισμό των συγκρούσεων και στον πόλεμο εναντίον των καρτέλ» ναρκωτικών. Το σχετικό έγγραφο της Υπηρεσίας προς τη Γερουσία σημειώνει: «Η προσδοκία ότι ενισχύοντας ξένες δυνάμεις ασφαλείας θα έχουμε θετικό όφελος για την ασφάλεια των ΗΠΑ εξακολουθεί να παραμένει μακριά». Το Κογκρέσο έχει υπόψη του και τα πορίσματα του βρετανικού ιδρύματος Open Society για την κατάσταση στο Αφγανιστάν, στη Σομαλία και στην Υεμένη –τρία κράτη όπου το BPC φαίνεται ιδιαίτερα γενναιόδωρο, λέγεται ότι διέθεσε συνολικά πάνω από 6 δισ. δολάρια τα τρία τελευταία χρόνια. Αλλά τα προγράμματα του BPC, σημειώνει το Ιδρυμα, αντίθετα με τον στόχο τους, δηλαδή «την ενίσχυση της ασφαλείας των ΗΠΑ (…), ενισχύοντας απείθαρχες κρατικές δυνάμεις και χρηματοδοτώντας αφερέγγυους οργανισμούς, προκάλεσαν σοβαρά αντισώματα, πυροδοτώντας μεγαλύτερη βία και εξεγέρσεις, ουσιαστικά ενίσχυσαν τους εχθρούς» γράφει το περιοδικό «Nation». Κάτι σχετικό διαπιστώνει και το πρακτορείο Politico της Ουάσιγκτον παρακινώντας το Κογκρέσο να κάνει «κάτι περισσότερο από το να ενδιαφέρεται για το τι απέγιναν τα κονδύλια (…), προτού η βοήθεια προκαλέσει περισσότερα πλήγματα στις ΗΠΑ και στα ανά τον κόσμο αμερικανικά συμφέροντα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ