Νέοι πολιτικοί ορίζοντες άρχισαν να διαμορφώνονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, γεγονός το οποίο κυριολεκτικά πανικοβάλλει το πολιτικό κατεστημένο των δύο κομμάτων και δημιουργεί προϋποθέσεις για μεταρρυθμίσεις στον πολιτικό, στον οικονομικό αλλά και στον ιδεολογικό χώρο της Αμερικής. Ακόμη και οι πλέον «πιστοί οπαδοί» του κατεστημένου, γράφουν οι «Financial Times», διακρίνουν την «ανάδυση ενός τρίτου κομματικού σχηματισμού, ενός τρίτου πόλου».
Οι προκριματικές εκλογές στην Αμερική την περασμένη Τρίτη επιβεβαίωσαν κάτι που είχε διαφανεί από τις προκριματικές του περασμένου μήνα σε δύο Πολιτείες. Οι Αμερικανοί αποδοκιμάζουν την κομματική ηγεσία τους –περισσότερο και πιο εντυπωσιακά οι Ρεπουμπλικανοί –και αναζητούν διαφορετική πολιτική και διαφορετική ηγεσία. Οχι μόνο ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος δηλώνει σε κάθε ευκαιρία ότι «η χώρα δεν αντέχει πλέον να κυβερνάται από τις τράπεζες», αλλά και ο γερουσιαστής Μπέρνι Σάντερς γίνεται αποδεκτός από ένα σημαντικό ποσοστό Δημοκρατικών επειδή «προβάλλει μια ιδιόμορφη σοσιαλιστική διέξοδο» από την πολιτική και ιδεολογική κρίση, γεγονός που έχει ιδιαίτερη σημασία για την Αμερική, όπου η λέξη σοσιαλισμός και τα παράγωγά της είναι ανάθεμα και όχι σπανια ακόμη και στοιχείο ικανό να επιφέρει ποινική δίωξη.
Τα κριτήρια της ψήφου


Μια πρόχειρη έρευνα που έκαναν οι «New York Times» τη νύχτα των εκλογών της περασμένης Τρίτης έδειξε ότι σχεδόν οι 7 στους 10 ψήφισαν Τραμπ επειδή «λέει τα πράγματα όπως είναι, δεν τα φασκοκουκουλώνει» και οι 9 στους 10 που ψήφισαν Σάντερς τον προτίμησαν επειδή βρίσκεται «εκτός του πολιτικού κατεστημένου». Τι προβάλλει ο Τραμπ; «Οικονομικό πατριωτισμό, ασφάλεια συνόρων, τέρμα στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους». Τι προσελκύει ιδιαίτερα τους νέους Δημοκρατικούς στον Σάντερς; Το «πιστεύω» του όπως το προβάλλει: ο σοσιαλισμός «είναι το ιδεολογικό μέλλον των Δημοκρατικών της Αμερικής».
Εχουν σημασία και άλλα δύο «γεγονότα» που σημειώθηκαν στις προκριματικές. Για πρώτη φορά από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 οι μισοί και πλέον από εκείνους που ψήφισαν ήταν κάτω των 24 ετών. Αυτοί θέλουν να αλλάξουν τα πράγματα, αυτοί αναζητούν κάτι καινούργιο, κάτι εκτός και πέρα από τα δύο κόμματα. Δεύτερον, έσπευσαν και ψήφισαν σε προκριματικές εκλογές σχεδόν το 6,2% από εκείνους που έχουν δικαίωμα. Μόνο στις προκριματικές του 1980 σημειώθηκε τέτοιο ποσοστό. Στις κρίσιμες προκριματικές για τον Μπαράκ Ομπάμα το 2008 είχε ψηφίσει μόλις το 2,2%. Τα μηνύματα του Τραμπ και του Σάντερς τους έφεραν στις κάλπες των προκριματικών. Αν αυτοί οι εκτός κατεστημένου δεν είναι υποψήφιοι στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, είναι βέβαιο ότι τα ποσοστά συμμετοχής θα είναι και πάλι μικρά.
Τι σημαίνουν αυτά; Σημαίνουν ότι το «παλιό» δεν αντέχει πλέον. Μια τρίτη πολιτική τάση προβάλλει, η οποία ζητεί να μπει «τέρμα στο κατεστημένο και στην πολιτική του». Το βλέπει η ηγεσία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και τουλάχιστον δύο ηγετικά στελέχη της σπεύδουν να δηλώσουν ότι αν τελικά προκριθεί ο Ντόναλντ Τραμπ ως υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών «θα ψηφίσουν Χίλαρι». «Προτιμούν να χάσουν, να κερδίσει η Χίλαρι παρά να κερδίσει ο Τραμπ» αποκαλύπτει το «American Conservative». Ταυτόχρονα σπεύδουν να «αναμορφώσουν» τη δημόσια εικόνα τους.
Προοπτικές


Η «Washington Post» έγραφε την περασμένη Πέμπτη ότι «η ηγεσία των Ρεπουμπλικανών και οι χρηματοδότες καταστρώνουν σχέδια για να πλήξουν τον Τραμπ». Αλλοι, αποκλείοντας πιθανότητες για πρόκριση των άλλων διεκδικητών του χρίσματος καθότι αυτοί απέχουν σχεδόν εκατό μονάδες από τον Τραμπ, καλούν τον Τζεμπ Μπους να επανέλθει στην προεκλογική κονίστρα! Περιορισμένες είναι οι πιθανότητες να ανακόψουν την «έφοδο του Τραμπ εναντίον των δεινοσαύρων» του κόμματος, προεξοφλεί ο αρθρογράφος του «Politico». Αλλά ακόμη και αν αποκλειστεί ο Τραμπ, «η πολιτική στο Μεταναστευτικό, στο εμπόριο και στις εξωτερικές σχέσεις που άσκησε η ελίτ από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ως σήμερα είναι νεκρή» διαπιστώνει ο συντηρητικός Πάτρικ Μπιουκάναν.
Δεν δείχνουν να είναι καλύτερα τα πράγματα στους Δημοκρατικούς. Η πρόκριση της Χίλαρι Κλίντον για το χρίσμα της υποψήφιας του κόμματος πρέπει να θεωρείται εξασφαλισμένη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχει εξασφαλισμένο και τον Λευκό Οίκο, ακόμη και στην περίπτωση που την ψηφίσουν Ρεπουμπλικανοί. Ο Σάντερς, ο οποίος έχει αντίληψη της πραγματικότητας, δήλωσε προ ημερών ότι «σε καμία περίπτωση (…) δεν θα σταματήσει τις προσπάθειες για τη σύνθλιψη του κατεστημένου» και πηγές της ομάδας των Δημοκρατικών στο Κογκρέσο λέγουν ότι η (αναμενόμενη) επίθεση που θα κάνουν προεκλογικά οι Ρεπουμπλικανοί στη Χίλαρι Κλίντον, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις σχέσεις της με τη Γουόλ Στριτ, «θα κρατά ανοιχτό το ζήτημα για το (κομματικό) κατεστημένο».

Ο Τζορτζ Μακ Γκόβερν το 1972
Ο πρόωρος «τρίτος δρόμος»

Είναι αλήθεια ότι τάσεις και κινήσεις εναντίον του κατεστημένου παρατηρήθηκαν και διατυπώθηκαν στην Αμερική και στο παρελθόν. Η προεκλογική εκστρατεία του Τζορτζ Μακ Γκόβερν το 1972 έναν «τρίτο δρόμο» πολιτικής προωθούσε. Απέτυχε, αποδείχθηκε ότι ήταν πρόωρη. Αλλωστε εκδηλώθηκε μόνο στους Δημοκρατικούς. Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, ο πιο δύσκαμπτος πολιτικός φορέας της αμερικανικής πολιτικής, έμεινε ακίνητο και απρόσβλητο από νέες ιδέες και αναζητήσεις μεταρρυθμίσεων. Και το πλήρωσε. Σήμερα είναι εκείνο που σφαδάζει, σε πολύ διαφορετικές συνθήκες από αυτές της δεκαετίας του ’70.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ