Ο Ντόναλντ Ράμσφελντ, υπουργός Αμυνας στην κυβέρνηση Τζορτζ Μπους, και ο τότε αρχηγός των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων στρατηγός της Αεροπορίας Ρίτσαρντ Μάγερς γνώριζαν ότι το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν ούτε πυρηνικά όπλα σχεδίαζε ούτε βιολογικά και χημικά όπλα διέθετε. Απέκρυψαν όμως τις «ζωηρές αμφιβολίες» των μυστικών υπηρεσιών, δεν τις κοινοποίησαν στον πρόεδρο Μπους ούτε στον υπουργό Εξωτερικών Κόλιν Πάουελ, άφησαν «στο κενό» τον αρχηγό της CIA Τζορτζ Τένετ και, αντίθετα, μαζί με τον αντιπρόεδρο Ντικ Τσένι και τον υφυπουργό Αμυνας Πολ Γούλφοβιτς, δήλωναν ακόμη και σε διεθνή φόρα, στον ΟΗΕ κ.α. ότι το Ιράκ απειλεί την Αμερική με «νέφος (πυρηνικού) μανιταριού».
Ο ρόλος και οι σκοπιμότητες όλων αυτών έχουν από καιρό καταγραφεί αλλά τώρα έρχονται στο φως νέες, εντυπωσιακές λεπτομέρειες οι οποίες τους ενοχοποιούν. «Αυστηρότατα απόρρητη» οκτασέλιδη έκθεση ομάδας των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ, ορισμένα στοιχεία της οποίας δημοσίευσαν το «Politico» της Δευτέρας 25 Ιανουαρίου και η «Washington Post», οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πολύ πριν από την αμερικανική επίθεση στο Ιράκ ένας στενός κύκλος γύρω από τον Τζορτζ Μπους εν γνώσει του παραπλάνησε την αμερικανική πολιτική ηγεσία και την παρέσυρε στον πόλεμο, ανοίγοντας τον ασκό του Αιόλου –δημιουργώντας το χάος στη Μέση Ανατολή και δίνοντας υλικό για την εμφάνιση και δράση των κάθε μορφής τζιχαντιστών.
Η αποκάλυψη των σχετικών λεπτομερειών συνδέεται, κατά κάποιον τρόπο, και με τον προεκλογικό αγώνα, ιδιαίτερα των Ρεπουμπλικανών. Σημειώνεται ότι ο Γούλφοβιτς είναι σύμβουλος σε θέματα εξωτερικής πολιτικής του Τζεμπ Μπους, ο πρέσβης Τζον Μπόλτον, από τους «στενούς» του Ράμσφελντ, είναι σύμβουλος του Τεντ Κρους, ο Ερικ Εντελμαν, σύμβουλος του Μάρκο Ρούμπιο, ήταν το δεξί χέρι του Ντικ Τσένι. Οσον αφορά τους Δημοκρατικούς, οι φίλοι της Χίλαρι Κλίντον έσπευσαν να δηλώσουν ότι αν η Χίλαρι, η οποία ήταν τότε γερουσιαστής, γνώριζε τα συμπεράσματα των υπηρεσιών «ασφαλώς δεν θα ψήφιζε υπέρ του πολέμου στο Ιράκ» – για το οποίο την κατηγορούν σήμερα αντίπαλοι και Δημοκρατικοί.
Σε εκτέλεση εντολής της κυβέρνησης Μπους για την «εξακρίβωση της ποιότητας του οπλοστασίου όπλων μαζικής καταστροφης» του Σαντάμ Χουσεΐν η ομάδα των ειδικών γράφει στην έκθεση ότι «οι εκτιμήσεις στηρίζονται κυρίως σε ανάλυση απόψεων και γνώμης και όχι σε σοβαρή απόδειξη». Και σε άλλο σημείο: «Δεν μπορούμε να εξακριβώσουμε το είδος των κέντρων του Ιράκ που παράγουν, δοκιμάζουν, κατασκευάζουν, συσκευάζουν και αποθηκεύουν βιολογικά όπλα. Οι γνώσεις μας για το τι είδους βιολογικά όπλα είναι σε θέση να κατασκευάσει το Ιράκ είναι σχεδόν 90% μηδενική. Δεν μπορούμε να επισημάνουμε κάποιο μέρος στο Ιράκ όπου παράγονται χημικά (πολεμικά) στοιχεία».
Παρ’ όλα αυτά ο αντιπρόεδρος Ντικ Τσένι, γνώστης της έκθεσης, δηλώνει για λογαριασμό όλων των φιλοπόλεμων: «Πολλοί από εμάς είναι απόλυτα βέβαιοι ότι ο Σαντάμ Χουσεΐν θα αποκτήσει πυρηνικά όπλα πολύ σύντομα». Σπεύδει και η τότε σύμβουλος σε θέματα ασφαλείας Κοντολίζα Ράις να δηλώσει ότι «ίσως το πρώτο μήνυμα (από τη Βαγδάτη) θα είναι ένα μανιτάρι». Σε μακρά τηλεοπτική συνέντευξή της χρόνια αργότερα ομολόγησε ότι «δεν σκέφθηκε ποτέ να αμφισβητήσει» τις πληροφορίες που της έδιναν οι Τσένι και Ράμσφελντ και «λυπάται πολύ, της κόστισε αυτό και εξακολουθεί να της κοστίζει».


Το φανταστικό οπλοστάσιο
Στα νύχια των φιλοπόλεμων

Ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους «θα ήταν ο τελευταίος που θα ενημερωνόταν» για τα συμπεράσματα της έρευνας, δήλωσε ανώτατος αξιωματούχος του Πενταγώνου, αφήνοντας να εννοηθεί ότι σκόπιμα κρατήθηκε απληροφόρητος για το πραγματικό οπλικό δυναμικό του Ιράκ. Ετσι, αγνοώντας την πραγματικότητα αλλά μη θέλοντας να υστερήσει, ο πρόεδρος Μπους υπερακοντίζει όλους και δηλώνει στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ: «Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι το Ιράκ διαθέτει βαλλιστικούς πυραύλους ικανούς να πλήξουν το Ισραήλ». Και όμως η έκθεση, η οποία ήταν ήδη γνωστή στους Ράμσφελντ, Μάγερς, Τσένι κ.ά. αλλά όχι στον πρόεδρο Μπους, γράφει: «Αμφισβητούμε ότι όλες οι διαδικασίες (είναι έτοιμες) για την παραγωγή πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς». Το περιοδικό «New Yorker» κάνοντας το 2011 μια γενικότερη αποτίμηση της «παρουσίας» (!) του Τζορτζ Μπους στον Λευκό Οίκο γράφει ότι ο πρόεδρος δεν συγχώρησε ποτέ τον «στενό συνεργάτη και φίλο» του Ντικ Τσένι επειδή τον άφησε απληροφόρητο στο ζήτημα του οπλοστασίου του Σαντάμ Χουσεΐν.
Δεν είναι ο μόνος. Οπως έγραψε πολύ αργότερα η «Washington Post», αν οι βουλευτές γνώριζαν έστω και ψήγματα των όσων έγραφε η έκθεση, είναι ζήτημα αν περισσότεροι από οκτώ θα ψήφιζαν υπέρ του πολέμου στο Ιράκ. Αλλωστε όταν ο πόλεμος κατέληξε σε φιάσκο τα τρία τέταρτα και πλέον του Κογκρέσου παραδέχονταν ότι ήταν μέγα λάθος τους το ότι στηρίχτηκαν αποκλειστικά στις διαβεβαιώσεις των Ράμσφελντ και λοιπών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ