Η σημερινή παγκόσμια προσφυγική κρίση θυμίζει την περίοδο αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σύμφωνα με μια σύγχρονη εκτίμηση, υπήρχαν τότε περισσότεροι από 40 εκατομμύρια πρόσφυγες μόνο στην Ευρώπη. Αυτοί οι «εκτοπισμένοι», όπως ονομάζονταν εκείνη την εποχή, είχαν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους εξαιτίας της βίας, της αναγκαστικής μετεγκατάστασης, των διώξεων και της καταστροφής περιουσιών και υποδομών.
Η δύσκολη μεταπολεμική κατάσταση οδήγησε στη δημιουργία το 1950 της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, η οποίο αναμενόταν να έχει μόνο προσωρινή εντολή για την προστασία των εκτοπισμένων ατόμων για τρία χρόνια. Αλλά το πρόβλημα δεν εξαφανίστηκε ποτέ. Αντίθετα, η Υπατη Αρμοστεία δεν είναι απλώς ακόμη μαζί μας, αλλά κρούει τον κώδωνα του κινδύνου.
Σχεδόν 60 εκατομμύρια εκτοπισμένοι

Σε έκθεση του 2015 υπολόγισε τον αριθμό των «βιαίως εκτοπισμένων» ανθρώπων σε όλον τον κόσμο σε 59,5 εκατομμύρια στο τέλος του 2014, συμπεριλαμβανομένων 19,5 εκατ. εκτοπισμένων διεθνώς, τους οποίους ορίζει ως αληθινούς πρόσφυγες. Σε ορισμένες χώρες –στο Αφγανιστάν, στο Αζερμπαϊτζάν, στην Κολομβία, στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, στο Ιράκ, στη Μιανμάρ, στη Νιγηρία, στο Πακιστάν, στη Σομαλία, στο Νότιο Σουδάν, στο Σουδάν, στη Συρία και στην Ουκρανία –ο αριθμός των βίαια εκτοπισμένων στο τέλος του 2014 ανερχόταν σε περισσότερους από 500.000 σε κάθε μία. Η έκθεση σημειώνει ότι ο συνολικός αριθμός έχει σίγουρα αυξηθεί σημαντικά από τότε.

Δυστυχώς, η έκθεση υπογραμμίζει την ελλιπή κατανόηση του προβλήματος των προσφύγων. Στην πραγματικότητα, σε όλη την ιστορία, η μοίρα των προσφύγων που ζητούν άσυλο σε άλλους τόπους δεν έχει μελετηθεί σε βάθος. Οι ιστορικοί καταγράφουν πολέμους και αναφέρουν τις διασπορές, αλλά σπανίως δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον για το πώς προέκυψαν προσφυγικές κρίσεις ή για το πώς επιλύθηκαν.


Ανείπωτες ιστορίες που χάνονται

Στον βαθμό που η ιστορία γράφεται από τους νικητές, αυτό δεν αποτελεί έκπληξη. Η γνώση ότι η χώρα σου τρομοκράτησε μια μειονότητα σε σημείο που τα μέλη της αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν, ή ότι ένα σημαντικό μέρος των προγόνων σου έφτασε στη χώρα μέσα στην ήττα και τον πανικό, δεν είναι ακριβώς μια πηγή εθνικής ταυτότητας που εμπνέει υπερηφάνεια. Ετσι, ανήκουστες και ανείπωτες, οι ιστορίες των προσφύγων χάνονται.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο χρειαζόμαστε περισσότερη έρευνα σχετικά με το τι μπορεί και τι πρέπει να γίνει για τους πρόσφυγες σε μακροπρόθεσμη βάση. Η Υπατη Αρμοστεία έχει κάνει ένα σημαντικό έργο για την προστασία των προσφύγων, αλλά δεν μπορεί ενδεχομένως να αντιμετωπίσει τις ανάγκες τους από μόνη της. Ο προϋπολογισμός των 7 δισ. δολαρίων για το 2015 μπορεί να φαίνεται μεγάλος, αλλά ανέρχεται σε μόνο περίπου 100 δολάρια ανά εκτοπισθέντα –δεν είναι αρκετά για να καλύψουν ούτε βασικές ανάγκες, όπως τρόφιμα και στέγη.
Αιτία οι πολιτικές διώξεις

Η προσφυγική κρίση είναι επίσης ένα οικονομικό πρόβλημα. Υπάρχει, ας πούμε, ένα δημοφιλές επιχείρημα κατά της υποδοχής προσφύγων: ότι οι αιτούντες άσυλο δεν είναι πραγματικά απελπισμένοι, αλλά χρησιμοποιούν μια κρίση ως πρόσχημα για να μπουν σε μια πλουσιότερη χώρα. Αλλά αντίθετα από ό,τι πιστεύουν κάποιοι, οι ροές των προσφύγων οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην πολιτική τρομοκρατία και στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και όχι σε οικονομικές δυνάμεις. Οι άνθρωποι που φοβούνται για τη ζωή τους τρέχουν στο πλησιέστερο ασφαλές μέρος, όχι στο πλουσιότερο. Και δεν υπάρχει καμία διαφυγή από την ηθική επιταγή να τους βοηθήσουμε.

Ενα άλλο επιχείρημα που χρησιμοποιείται συχνά για να αντιταχθεί στην υποδοχή των προσφύγων είναι ότι οι νεοφερμένοι θα πάρουν τις δουλειές των ντόπιων και έτσι θα μειωθούν οι μισθοί. Αλλά στην επίσημη οικονομία, οι θέσεις εργασίας για τους ντόπιους στην πραγματικότητα αυξάνονται μετά την εισροή των προσφύγων, προφανώς λόγω της τονωτικής επίδρασης στην οικονομία της περιοχής.

Σύμφωνα με τους αυθαίρετους και αρχαϊκούς κανόνες της παροχής ασύλου του σήμερα, οι πρόσφυγες πρέπει να διατρέξουν τεράστιους κινδύνους για να φτάσουν στην ασφάλεια, ενώ το κόστος και τα οφέλη της παροχής βοήθειας στους πρόσφυγες διανέμονται εξίσου αυθαίρετα. Αυτό πρέπει να αλλάξει και οι οικονομολόγοι μπορούν να βοηθήσουν εξετάζοντας ποιοι διεθνείς κανόνες και θεσμοί είναι απαραίτητοι για να μεταρρυθμιστεί ένα αναποτελεσματικό και συχνά απάνθρωπο σύστημα.
Ο Ρόμπερτ Τζ. Σίλερ βραβεύθηκε με το Νομπέλ Οικονομικών το 2013 και είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Yale.

HeliosPlus