Σε σοβαρό δίλημμα φέρνει τους 27 εταίρους του μεθαύριο Τρίτη 19 Φεβρουαρίου στις Βρυξέλλες ο βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον: Είτε θα δεχθούν τις θεσμικές αλλαγές στην ΕΕ τις οποίες ζητεί η Βρετανία είτε θα είναι αρνητικοί οπότε της ανοίγουν τον δρόμο για Brexit –να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός σε συνέντευξη στο ΒΒC την περασμένη Κυριακή έδειξε ότι είναι υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ, με τις «μεταρρυθμίσεις» φυσικά τις οποίες ζητεί. Η έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ «δεν θα ήταν καλή επιλογή», δήλωσε.
Τη συνάντηση της ερχόμενης Τρίτης θα ακολουθήσουν διαβουλεύσεις και η απόφαση των «27+1» θα ληφθεί στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Φεβρουαρίου. Αν καταλήξουν σε κάποια συμφωνία, δηλαδή αν το Συμβούλιο αποδεχθεί –πιθανότατα «ωραιοποιημένο» –το αίτημα για θεσμική μεταρρύθμιση, ο βρετανός πρωθυπουργός θα προχωρήσει σε δημοψήφισμα μέσα στο καλοκαίρι είτε τον Σεπτέμβριο.
Ενα από τα κεντρικά σημεία των μεταρρυθμίσεων που ζητεί ο κ. Κάμερον είναι η περικοπή των επιδομάτων πρόνοιας σε εργαζόμενους μετανάστες από χώρες της ΕΕ και η, ουσιαστική, στέρηση στοιχειωδών κοινωνικών δικαιωμάτων τους προτού συμπληρώσουν τέσσερα χρόνια εργασίας. Τον Απρίλιο του 2015 μόνο έξι από τους 27 ηγέτες της ΕΕ θα ήταν διατεθειμένοι «να αναζητήσουν κάποια τροποποίηση» σε θεμελιακούς κανόνες της ΕΕ, μάλιστα οι τρεις τόνιζαν ότι θα ήταν «αδιανόητο ακόμη και το να εγγραφεί» στην ατζέντα συζητήσεων «πρόβλημα διαχωρισμού ευρωπαίων εργαζομένων» σε ό,τι αφορά τα δικαιώματά τους στη Βρετανία. Αλλά σήμερα, γράφει το «Telegraph» του Λονδίνου, σχεδόν τριπλάσιος αριθμός ηγετών είναι «σαφώς υπέρ μιας συνδιαλλακτικής κατάληξης» στο «βρετανικό αίτημα θεσμικών αλλαγών». «Θέλουμε ο κ. Κάμερον να επιστρέψει (στο Λονδίνο) νικητής» μετά το Συμβούλιο του Φεβρουαρίου, δήλωσε πηγή της Κομισιόν. Στο Βερολίνο, το οποίο επισκέφθηκε στις αρχές του χρόνου ο βρετανός πρωθυπουργός και είχε συνομιλίες με την καγκελάριο και στελέχη της κυβέρνησής της, η Ανγκελα Μέρκελ δήλωσε ότι όλα όσα δεν αντιβαίνουν στις ευρωπαϊκές αξίες είναι διαπραγματεύσιμα και γι’ αυτό «θα είμαστε όσο το δυνατόν βοηθητικοί» στον κ. Κάμερον.
Φυσικά το πρόβλημα του Brexit δεν είναι τόσο απλό και δικαιολογημένα αποτελεί πονοκέφαλο για όλη την ευρωπαϊκή ηγεσία στις Βρυξέλλες. Πρέπει να ικανοποιήσουμε τον βρετανό πρωθυπουργό, δήλωσε στο «Spiegel» αξιωματούχος της Κομισιόν, «αλλά θα είναι μια νίκη πολύ επικίνδυνη για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης». Η Μαρίν Λεπέν στο Παρίσι έχει θέσει ως κεντρικό στόχο της πολιτικής της δημοψήφισμα με ερώτημα την αποχώρηση της Γαλλίας από την ΕΕ, ένα Frexit –φυσικά αν εκλεγεί πρόεδρος στις εκλογές του 2017. Κάτι ανάλογο έχει εκδηλωθεί και στη Φινλανδία. Οι «27» βλέπουν και πολύ χειρότερα. Αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ σημαίνει Ευρώπη με πληθυσμό, επομένως και αγορά, 13% μικρότερο του σημερινού, μείωση της ευρωπαϊκής οικονομικής ισχύος κατά 17% και «απομάκρυνση» του Σίτι από τον ευρωπαϊκό οικονομικό ορίζοντα στον οποίο θα κυριαρχεί στο εξής μόνο το χρηματοδοτικό κέντρο της Φρανκφούρτης. Αλλάζουν επίσης οι ισορροπίες στην ΕΕ –αποκτά μεγαλύτερη σχετικά δύναμη ο Νότος, καθώς από το ισχυρό μπλοκ Γερμανία – Γαλλία – Βρετανία θα λείψει το πολιτικά και οικονομικά ένα τρίτο του.
Γι’ αυτό και επιδιώκεται –ιδιαίτερα από το Βερολίνο και το Παρίσι –κάποια απάντηση στο «πρόβλημα» η οποία θα ικανοποιεί και τις δύο πλευρές. Τυπικά είναι δύσκολο ως αδύνατο επειδή η οποιαδήποτε θεσμική αλλαγή στην ΕΕ απαιτεί πλήρη ομοφωνία. Αλλά και εδώ υπάρχει διέξοδος. Αν π.χ. η μεταρρύθμιση περιορίσει από τέσσερα σε ένα τα χρόνια για ίσα δικαιώματα των εργαζόμενων μεταναστών τότε το πράσινο φως μπορεί να δοθεί από σχετική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Δεν θα ήταν κάτι το πρωτοφανές για την ΕΕ η «ωραιοποίηση» μιας σκληρής απόφασης. Το 1992 η ΕΕ βρήκε τρόπο να ικανοποιήσει απαίτηση της Δανίας για μεταρρύθμιση σε θέματα άμυνας και νομίσματος και 15 χρόνια νωρίτερα να ικανοποιήσει τη Μάργκαρετ Θάτσερ η οποία υποστήριζε ότι η αγροτική πολιτική της τότε ΕΟΚ έκανε διακρίσεις σε βάρος της Βρετανίας. Με εκείνο το ιστορικό «I want my money back» (= θέλω τα λεφτά μου πίσω) επέβαλε μια «αμοιβαίως ικανοποιητική» (!) μεταρρύθμιση.
ΝΕΟΣ ΡΟΛΟΣ
Το Σίτι ψηφίζει υπέρ της εξόδου

Το Σίτι, η οικονομική καρδιά της Βρετανίας –και όχι μόνο -, υποστηρίζει το Brexit. Πιστεύει πως «όταν αποσυρθούν οι περιορισμοί και τα μέτρα που επέβαλε η ΕΕ (…) θα γίνουμε η Σιγκαπούρη της Ευρώπης, πλούσιοι και ανεξάρτητοι», όπως δήλωσε ο δήμαρχος του Λονδίνου Μπόρις Τζόνσον. Στην ίδια γραμμή το λόμπι των πολυεκατομμυριούχων Μάθιου Ελιοτ, Μάικλ Χίντσι, Εϊρον Μπανκς κ.ά. και όλος σχεδόν ο Τύπος και τα ΜΜΕ βρίσκουν «θετικό σε γενικές γραμμές» το άλμα εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ. Στην ίδια την κυβέρνηση Κάμερον στελέχη της όπως οι υπουργοί Αμυνας και Κοινωνικής Πολιτικής κ.κ. Μάικλ Φάλον και Αϊαν Ντάνκαν Σμιθ είναι εναντίον της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ.
Σε ποσοστό ως και 56% είναι υπέρ του Brexit οι Βρετανοί. Η κοινή γνώμη «δεν έχει δει να κέρδισε κάτι το αξιόλογο από τις Βρυξέλλες» εξηγεί αρθρογράφος του «Guardian». Και οι «Financial Times» αποδίδουν τη «στροφή των Συντηρητικών» προς την έξοδο της χώρας από την ΕΕ στο ότι βλέπουν «σκίαση ως και εξαφάνιση του προσώπου της Βρετανίας από τα διεθνή δρώμενα», όπου τον πρώτο ρόλο έχουν η Γερμανία, η Γαλλία, ακόμη και η Ιταλία, όπως έδειξαν οι συνομιλίες για το Πρωτόκολλο του Μινσκ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ