Μπορεί να υπάρξει υγιής οικονομική ανάπτυξη χωρίς ελευθερία και δημοκρατία για μια ανερχόμενη μεσαία τάξη πολλών εκατομμυρίων ανθρώπων; Ιδού η απορία, και ο μεγάλος κίνδυνος για τους «κόκκινους καπιταλιστές», οι οποίοι θα συνεχίσουν και το 2016 την ιστορική μετάβαση από το μοντέλο της τεράστιας εξαγωγικής δύναμης, που βασίζεται στα φτηνά εργατικά χέρια, προς μια κοινωνία που θα καταναλώνει στο εσωτερικό. Αλλά με ένα χάσμα ανισοτήτων πιο πλατύ από τον ποταμό Γιανγκτσέ, θηριώδη διαφθορά και μόνιμη καταπίεση η κινεζική κοινωνία σιγοβράζει, την ώρα που η οικονομία επιβραδύνεται.
Η αγωνία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας είναι να μην ξεσπάσουν λαϊκές εξεγέρσεις, όπως το 1989, καθώς η οικονομία κινείται ολοταχώς προς την απελευθέρωση, ενώ η πολιτική παραμένει κολλημένη στην απολυταρχία. Και τα κοινωνικά ρήγματα είναι απειλητικά. Το κατά κεφαλήν εισόδημα στις παραλιακές, νοτιοανατολικές περιοχές με τους ουρανοξύστες είναι εξαπλάσιο από εκείνο των αγροτικών περιοχών, οι οποίες έχουν καθηλωθεί σε τριτοκοσμικά επίπεδα. Το πλουσιότερο 1,5% του πληθυσμού κατέχει το 31% του πλούτου, ενώ στο φτωχότερο 44% αντιστοιχεί μόλις το 3%.
Ολο και λιγότερο δημοφιλής κυβέρνηση


Πόσο πιθανό είναι να δούμε εφέτος μια δεύτερη πλατεία Τιανανμέν; «Αν κρατούσα μια κρυστάλλινη σφαίρα, θα έβλεπα σύννεφα πάνω από το Πεκίνο. Το 2016 χαρακτηρίζεται από μεγάλη αβεβαιότητα» λέει στο «Βήμα» ο καθηγητής Τζακ Α. Γκόλντστοουν, ειδικός σε θέματα Κίνας στο Πανεπιστήμιο George Mason στις ΗΠΑ.
«Πτώση στους ρυθμούς ανάπτυξης, αποπνικτική ρύπανση της ατμόσφαιρας και συχνά, επικίνδυνα βιομηχανικά δυστυχήματα θα κάνουν την κυβέρνηση λιγότερο δημοφιλή. Το ΚΚΚ θα αντιδρά με καταστολή αντιφρονούντων και ενθάρρυνση εθνικιστικών εξάρσεων και επιθετικότητας (σ.σ.: όπως στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας). Το ερώτημα είναι κατά πόσον το καθεστώς θα ανεχθεί κάποια διαμαρτυρία τώρα, ενώ θα μεταρρυθμίζει την οικονομία και το πολιτικό σύστημα, ή αν θα συνεχίσει να πνίγει κάθε διαφωνία, σωρεύοντας εντάσεις που θα μπορούσαν να εκραγούν με πιο επικίνδυνο τρόπο στο μέλλον» τονίζει.
Γιγαντώνεται η «φούσκα»


Οι ιλιγγιώδεις ρυθμοί ανάπτυξης του 10%-11% κράτησαν μία δεκαετία, αλλά τώρα η οικονομία επιβραδύνεται, μοιραία, με «φούσκες» που σκάνε όπως στο χρηματιστήριο της Σανγκάης, το οποίο κατέρρευσε προσωρινά τον Ιούλιο με απώλειες 32% μέσα σε μόλις 20 ημέρες. Ηδη καταγράφονται μείωση των εξαγωγών και περιορισμός των επενδύσεων, ενώ το ΔΝΤ προβλέπει ανάπτυξη στο 6% του ΑΕΠ το 2016 (έναντι 2,6% για την ανεπτυγμένη οικονομία των ΗΠΑ). Πρόεδρος από το 2012, ο Σι Τζινπίνγκ έχει εδραιώσει την εξουσία του, γνωρίζοντας ποια είναι η πιο εκρηκτική βόμβα στα θεμέλια της κοινωνίας και του Κόμματος. Ετσι κάνει το παν για να δείξει ότι πολεμά τη διαφθορά, με τα κρατικά ΜΜΕ να μεταδίδουν όλο και πιο συχνά υποθέσεις κερδοσκοπίας και οικονομικής κακοδιαχείρισης από στελέχη του κόμματος, του στρατού και της νέας πλουτοκρατίας που τιμωρούνται αυστηρά. Στόχος να γλιτώσει και το 2016 μια ακραία κοινωνική και πολιτική αποσταθεροποίηση. Το τέλος του κινεζικού θαύματος.
Το μόνο βέβαιο; Πρώτη παγκοσμίως σε πληθυσμό, με 1,3 δισεκατομμύριο ανθρώπους, και δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον πλανήτη, η αχανής Λαϊκή Κίνα παραμένει ο ανερχόμενος γίγαντας της Ασίας, με μεγαλεπήβολα σχέδια στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Από τα κορυφαία είναι ο λεγόμενος «Νέος Δρόμος του Μεταξιού». Με αυτόν η Κίνα φιλοδοξεί να συνδέσει ακόμη πιο στενά τις αγορές της με τρεις ηπείρους, από στεριά και θάλασσα, ξοδεύοντας τρισεκατομμύρια δολάρια σε δρόμους, σιδηροδρόμους, λιμάνια, αεροδρόμια, αγωγούς και εμπόριο με χώρες στην Ασία, στην Αφρική και στην Ευρώπη. Με την προφανή απώτερη φιλοδοξία να εδραιωθεί στην κορυφή της παγκόσμιας οικονομίας του 21ου αιώνα, σε βάρος των ΗΠΑ και των παραδοσιακών συμμάχων τους σε Ασία – Ειρηνικό (Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Αυστραλία).


Αν Λι
«Ο Σι δεν θέλει να γίνει Γκορμπατσόφ»

«Ποιοι θα είναι οι κύριοι στόχοι της κινεζικής πολιτικής εφέτος;»
ρώτησε «Το Βήμα» την Αν Λι, καθηγήτρια Oικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και αρθρογράφο στους «Financial Times».

«Διακρίνω, μεταξύ άλλων, τρεις βασικές τάσεις: Θα συνεχίσει να ενθαρρύνει την εσωτερική κατανάλωση και τον μεγαλύτερο ρόλο της ελεύθερης αγοράς στην οικονομία. Θα ενισχύσει τις αμυντικές δυνατότητες έναντι κάθε εξωτερικής στρατιωτικής απειλής και θα εντείνει την εκστρατεία για την πάταξη της διαφθοράς. Στο εξωτερικό, θα προωθήσει τις υποδομές και το εμπόριο μέσω της νέας πρωτοβουλίας του «Δρόμου του Μεταξιού» και θα δίνει οικονομική απάντηση στις αμερικανικές στρατιωτικές προκλήσεις. Γενική επιδίωξη της Κίνας είναι να παρουσιάζεται σαν μια ήπια, ειρηνική ανερχόμενη οικονομική υπερδύναμη, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ που συνεχίζουν να επιβάλλουν τη δική τους ατζέντα στον υπόλοιπο κόσμο»
μας λέει η Λι.
Προβλέπει κάποιο άνοιγμα προς τη δημοκρατία; «Ο πρόεδρος Σι φαίνεται αποφασισμένος να μην επαναλάβει τα λάθη του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Πιστεύει ότι δεν πρέπει να επιτρέψει σε δημοκρατικά κινήματα να ανοίξουν τον δρόμο για οικονομικό και πολιτικό χάος με τη βοήθεια της CIA και άλλων ξένων ανατρεπτικών. Μετά τις διαρροές του Σνόουντεν, είναι σαφές στην Κίνα ότι οι ΗΠΑ προσπαθούν να υπονομεύσουν το ΚΚΚ –οι ηγέτες του βλέπουν κάθε πρόκληση για το Κόμμα σαν πράξη τρομοκρατίας, υποκινούμενη από ξένους. Ωσπου να καταλαγιάσει αυτή η παράνοια, το ΚΚΚ θα παρακολουθεί με άγρυπνο μάτι και θα καταστέλλει ό,τι μοιάζει «δημοκρατικό». Προτεραιότητα εξακολουθεί να είναι η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του λαού. Ενώ έχει γίνει αξιοπρόσεκτη πρόοδος τα τελευταία 30 χρόνια, εκατοντάδες εκατομμύρια Κινέζοι ζουν ακόμη σε συνθήκες φτώχειας και επομένως η οικονομική ανάπτυξη θα υπερισχύει κάθε ανοίγματος προς τη δημοκρατία» εκτιμά η Λι.
Και συμπληρώνει: «Δεν πρέπει να ξεχνάμε πάντως ότι η κινεζική κυβέρνηση θεωρεί πως ανταποκρίνεται πολύ καλά στις ανάγκες του λαού. Το ινστιτούτο Pew Research, που εδρεύει στην Ουάσιγκτον, επιβεβαιώνει την κινεζική άποψη, δεδομένου ότι κάθε χρόνο οι έρευνές του αποκαλύπτουν πως οι Κινέζοι είναι πολύ πιο ικανοποιημένοι από την ηγεσία τους από ό,τι δυτικοί λαοί από τις δικές τους. Η κινεζική κυβέρνηση έχει σταθερά ποσοστά αποδοχής άνω του 80%. Ετσι στη συντριπτική πλειονότητα οι ίδιοι οι Κινέζοι δεν νιώθουν απαραίτητα ότι καταπιέζονται από την έλλειψη δημοκρατίας στη χώρα τους –η όποια αντιπολίτευση είναι σαφώς μειοψηφία. Και ενώ θα συνεχίσουν να γίνονται χιλιάδες τοπικές διαδηλώσεις στην Κίνα, αυτά τα αιτήματα δεν είναι πιθανό να εξελιχθούν σε ευρύ λαϊκό κίνημα με ηχηρή απαίτηση την αλλαγή του καθεστώτος το 2016».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ