Οι επιπτώσεις της κοινωνικοοικονομικής ανισότητας στις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι τόσο μεγάλες που έχουν επιφέρει ακόμη και μείωση του προσδόκιμου ζωής των λευκών Αμερικανών, αναφέρει σε άρθρο του ο γνωστός νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς. Επικαλούμενος άρθρο του σκοτσέζου οικονομολόγου Άνγκους Ντίτον (που τιμήθηκε κι αυτός με το βραβείο Νόμπελ για τη συνεισφορά του στην οικονομική επιστήμη με την ανάλυσή του για την κατανάλωση, τη φτώχεια και την ευημερία) και της Αν Κέις στο Proceedings of the National Academy of Sciences, ο Στίγκλιτς γράφει ότι ορισμένοι από τους λόγους που συμβαίνει αυτό είναι οι αυτοκτονίες, τα ναρκωτικά και ο αλκοολισμός – ειδικά μεταξύ των ατόμων χωρίς πανεπιστημιακή μόρφωση.

«Η Αμερική υπερηφανεύεται ότι είναι μία από τις πιο πλούσιες χώρες στον κόσμο και καυχιέται ότι τα τελευταία χρόνια, εκτός από ένα (2009), το ετήσιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ γνώρισε αύξηση. Μία ένδειξη της ευημερίας υποτίθεται ότι είναι η καλή υγεία και η μακροζωία. Αλλά, παρότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δαπανούν περισσότερα κατά κεφαλήν χρήματα στην ιατρική περίθαλψη από οποιαδήποτε άλλη χώρα (και περισσότερα ως ποσοστό επί του ΑΕΠ), βρίσκονται πολύ μακριά από την κορυφή της λίστας των χωρών με μεγάλο προσδόκιμο ζωής. Η Γαλλία για παράδειγμα, δαπανά λιγότερο από το 12% του ΑΕΠ της στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, σε σύγκριση με το 17% των ΗΠΑ. Παρόλα αυτά οι Αμερικανοί ζουν κατά μέσο όρο τρία χρόνια λιγότερο από τους Γάλλους. Για πολλά χρόνια οι Αμερικανοί προσπαθούσαν να εξηγήσουν αυτό το χάσμα. Οι ΗΠΑ είναι μία περισσότερο ετερογενής κοινωνία, υποστήριζαν, και το χάσμα αντανακλούσε τη τεράστια διαφορά στον μέσο όρο του προσδόκιμου ζωής μεταξύ των Αφροαμερικανών και των λευκών Αμερικανών» γράφει ο Στίγκλιτς.
Φυσικά οι φυλετικές διαφορές σε αυτόν τον τομέα είναι πραγματικές. Σύμφωνα με μία έρευνα που δημοσιεύθηκε το 2014 και την οποία επικαλείται ο Στίγκλιτς, το προσδόκιμο ζωής των Αφροαμερικανών είναι τέσσερα χρόνια μικρότερο για τις γυναίκες και πάνω από πέντε για τους άνδρες. Είναι χαρακτηριστικό, εξηγεί, ο Στίγκλιτς ότι «τα νοικοκυριά των Αφροαμερικανών έχουν 60% μικρότερο εισόδημα από εκείνο των λευκών Αμερικανών. Οι ΗΠΑ είναι η μοναδική ανεπτυγμένη χώρα στον κόσμο που δεν αναγνωρίζει την πρόσβαση στη βασική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ως βασικό δικαίωμα των πολιτών της». Άλλοι Αμερικανοί προσπάθησαν να μετακυλίσουν την ευθύνη στους Αφροαμερικανούς, επικαλούμενοι, με ρατσιστικό τρόπο, τις διαφορές στον «τρόπο ζωής» τους».
«Είναι πιθανώς αλήθεια ότι οι ανθυγιεινές συνήθειες αφορούν περισσότερο τους φτωχούς Αμερικανούς, που ένας δυσανάλογα μεγάλος αριθμός είναι Αφροαμερικανοί. Αλλά αυτές οι συνήθειες είναι συνέπεια των οικονομικών συνθηκών, για να μην πούμε και του ρατσισμού που υφίστανται» γράφει ο Στίγκλιτς. Ωστόσο, η έρευνα των Κέις – Ντίτον αποδεικνύει ότι αυτές οι θεωρίες δεν επαρκούν πια. Και εξηγεί: «Η Αμερική γίνεται μία περισσότερο διαιρεμένη κοινωνία – όχι μόνο μεταξύ των λευκών και των Αφροαμερικανών αλλά και μεταξύ του 1% και των υπολοίπων, μεταξύ των πολύ μορφωμένων και των λιγότερο μορφωμένων ανεξαρτήτως φυλής. Και αυτό το χάσμα μετριέται όχι μόνο με εισοδηματικά κριτήρια αλλά και με τους πρόωρους θανάτους. Οι λευκοί Αμερικανοί επίσης πεθαίνουν νωρίτερα, καθώς το εισόδημά τους συρρικνώνεται. Αυτό δεν προκαλεί έκπληξη σε όσους μελετούν την ανισότητα στην Αμερική. Το μέσο εισόδημα ενός άνδρα υπαλλήλου πλήρους απασχόλησης είναι μικρότερο σε σχέση με 40 χρόνια πριν».
Για να μπορέσουν να επιβιώσουν, οι Αμερικανοί δανείζονταν από τις τράπεζες με τοκογλυφικά επιτόκια. Η κυβέρνηση Τζορτζ Μπους του νεότερου κατέστησε ακόμη πιο δύσκολο για αυτά τα νοικοκυριά να κηρύξουν πτώχευση και να διαγραφεί το χρέος τους, ενώ η οικονομική κρίση οδήγησε εκατομμύρια Αμερικανούς στην ανεργία. Με τα δίδακτρα των πανεπιστημίων να εκτοξεύονται, ο μόνος τρόπος για να μορφώσουν τα παιδιά τους πολλές οικογένειες, ήταν να δανειστούν. «Δεν υπήρχε τρόπος αυτές οι οικονομικές δυσκολίες να μην ασκήσουν ακόμη μεγαλύτερες πιέσεις στη μεσαία τάξη των Αμερικανών. Και δεν προκαλεί έκπληξη που αυτό αντανακλάται σε υψηλότερα ποσοστά χρήσης ναρκωτικών, αλκοολισμού και αυτοκτονιών» γράφει ο Στίγκλιτς.